Όλοι γνώριζαν πως ένα από τα «καυτά» θέματα της συνταγματικής αναθεώρησης θα ήταν αυτό των σχέσεων Κράτους – Εκκλησίας. Ιδιαίτερα λόγω των παραδοσιακών θέσεων της Αριστεράς για διαχωρισμό και της δυσκολίας που αντιμετωπίζει ο Αλέξης Τσίπρας, λόγω της προσωπικής σχέσης που έχει με τον Αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο. Έτσι, ενέσκηψε ως κεραυνός εν αιθρία η είδηση ότι μετά από συνάντησή τους στο Μαξίμου ανακοίνωσαν συμφωνία που ρυθμίζει τις σχέσεις Πολιτείας και Εκκλησίας.
Δεν πρόκειται πάντως για διαχωρισμό, όσο κι αν κάποιοι επιχείρησαν να το διαφημίσουν με αυτό τον τρόπο. Ο όρος, εξάλλου, που περιλαμβάνει η συμφωνία για διακοπή της μισθοδοσίας των 10.000 κληρικών από το Δημόσιο, συνεπώς η παύση της ιδιότητας του δημοσίου υπαλλήλου γι’ αυτούς ακυρώνεται στην πράξη, από το γεγονός ότι το Κράτος αναλαμβάνει υποχρέωση ν’ αποδίδει ετησίως στην Εκκλησία κονδύλι ισόποσο με τη μισθοδοσία των κληρικών. Το μόνο, δηλαδή, που αλλάζει είναι πως οι ιερείς δεν θα θεωρούνται δημόσιοι υπάλληλοι, οδηγώντας τις ενώσεις κληρικών έτσι σε σφοδρές αντιδράσεις.
Η συμφωνία προβλέπει, επίσης, πως συστήνεται κοινό ταμείο Δημοσίου κι Εκκλησίας προς αξιοποίηση της εκκλησιαστικής περιουσίας. Αλλά ποιας περιουσίας; Η απάντηση είναι μόνον των αμφισβητούμενων ακινήτων και όσων εθελοντικά θα συναινέσει η Εκκλησία να μπουν σ’ αυτό το ταμείο. Με αποτέλεσμα πολλοί να μιλούν για μια ετεροβαρή συμφωνία με ωφελημένη την Εκκλησία, η οποία θα διαχειρίζεται ελεύθερα την υπόλοιπη περιουσία της.
Όσο για την Πολιτεία; Η κυβέρνηση διατείνεται ότι θα μείνουν κενές 10.000 θέσεις στο Δημόσιο εάν «αποχωρήσουν» οι κληρικοί, οπότε θα μπορέσει να προχωρήσει σε προσλήψεις σε νευραλγικούς τομείς (υγεία, παιδεία κ.τ.λ.). Όμως, η αντιπολίτευση κάνει λόγο για προεκλογικά «κόλπα». Κι όλα αυτά με έναν όρο: ότι η συμφωνία θα περάσει πρώτα ως έχει, και από το υπουργικό συμβούλιο και από την ιεραρχία, με πιθανότερο να θεωρείται μόνο το πρώτο και καθόλου βέβαιο το δεύτερο. Εκτός κι αν η προσωπική σχέση Τσίπρα – Ιερωνύμου αλλάξει πολλά πράγματα στην πορεία.