Απογοητευτικά είναι τα συμπεράσματα της έκθεσης της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικών Θεμάτων της Κομισιόν που συντάχθηκε ειδικά για την Ελλάδα, από τους αναλυτές της Επιτροπής Γιώργο Μοσχόβη και Ματέο Κάπο Σερβέρα, για την πορεία της ελληνικής οικονομίας, επιρρίπτοντας ευθύνες τόσο στον δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τομέα.
Στην έκθεση αναφέρεται πως ο καθαρός δανεισμός στο σύνολο της οικονομίας, αν αφαιρεθούν οι αποταμιεύσεις, εκτοξεύθηκε στο 12% του ΑΕΠ το 2007 και πέρυσι βρέθηκε στο 11%.
Στο Δημόσιο τα πράγματα είναι χειρότερα. Σύμφωνα με τους ερευνητές, η διόγκωση των ελλειμμάτων τα χρόνια που προηγήθηκαν (στο 5% του ΑΕΠ το 2008) σε συνδυασμό με τις «κάτω από το τραπέζι» αυξήσεις του χρέους (αφανές έλλειμμα, όπως δαπάνες για εξοπλισμούς, ΔΕΚΟ, ταμεία κ.λπ.) συνέβαλαν στη συσσώρευση του δημόσιου χρέους, το οποίο το 2008 έφτασε στο 97,7% του ΑΕΠ και είναι το δεύτερο υψηλότερο στην Ε.Ε.
Όπως αναφέρεται στην έκθεση, «η διεύρυνση των εξωτερικών ανισορροπιών οδήγησε στη συσσώρευση ενός μεγάλου εξωτερικού χρέους που αυξάνει τον κίνδυνο για την μεσοπρόθεσμη ανάπτυξη και θέτει σε κίνδυνο την πραγματική σύγκλιση».
Σύμφωνα με την έκθεση, στην παρούσα συγκυρία, απαιτείται το κατάλληλο μείγμα μακροοικονομικών και διαρθρωτικών πολιτικών για την αντιμετώπιση των παραγόντων που ενισχύουν τις εξωτερικές ανισορροπίες στην Ελλάδα.
Για τον εξορθολογισμό της ελληνικής οικονομίας, προτείνεται:
• Ταχύτερη αύξηση της παραγωγικότητας σε σχέση με το κόστος εργασίας, για να βελτιωθεί η ανταγωνιστική θέση της χώρας.
• Αντιμετώπιση των δυσκαμψιών στην αγορά προϊόντων και εργασίας και στην προώθηση της καινοτομίας με σκοπό την αύξηση της ανταγωνιστικότητας (επιδεινώθηκε κατά 13% από το 1997 μέχρι σήμερα).
• «Συνετή δημοσιονομική πολιτική» με σκοπό να εξασφαλιστεί ο μηδενισμός του ελλείμματος, σε συνδυασμό με μέτρα για τον έλεγχο των τρεχουσών και πρωτογενών δαπανών.
• Βελτίωση των μηχανισμών είσπραξης των φόρων και τη λειτουργία της δημόσιας διοίκησης που θα ενισχύσουν τα δημόσια έσοδα, διοχετεύοντας το περίσσευμα προς επενδύσεις στη γνώση, στο ανθρώπινο και φυσικό κεφάλαιο.
Εκτιμάται ότι οι παραπάνω παρεμβάσεις θα αυξήσουν την αναπτυξιακή δυναμική της οικονομίας, και την ελκυστικότητα για άμεσες παραγωγικές επενδύσεις σε μακροπρόθεσμη βάση, οι οποίες τώρα αποστρέφονται την Ελλάδα (περιορίστηκαν μόνο στο 1,25% του ΑΕΠ το 2008).