Οι ευρωεκλογές πλησιάζουν και τα κομματικά επιτελεία δουλεύουν διπλοβάρδιες για να προλάβουν να διεκπεραιώσουν τον πόλεμο της λάσπης και της προπαγάνδας. Όμως πέρα, πίσω και πάνω από τις βλέψεις των πολιτικάντηδων βρίσκονται οι πολίτες. Το εμπόριο ψεύτικης ελπίδας διεξάγεται στις πλάτες όλων ημών. Τα τεκταινόμενα στην Ευρωπαϊκή Ένωση μας αφορούν άμεσα κι όμως ελάχιστη συζήτηση γίνεται γι’αυτά. Είμαστε οι ευρωεκλογείς αλλά το πολιτικό σύστημα μας αντιμετωπίζει ως άβουλη μάζα. Γιατί δυσκολευόμαστε τόσο να νιώσουμε πως είμαστε ισότιμοι πολίτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης;
Ένας βασικός λόγος που δεν μπορούμε να δούμε τα πράγματα με αντικειμενικότητα είναι η ψευδαίσθηση πως ο λαός μας είναι ανώτερος. Βεβαίως, οι περισσότεροι λαοί διακατέχονται από κάποιου είδους σωβινισμό. Εμείς οι Έλληνες παίρνουμε ως σημείο αναφοράς τον λαμπρό αρχαιοελληνικό πολιτισμό. Αυτάρεσκα πιστεύουμε -ή τουλάχιστον πολλοί από εμάς πιστεύουν- πως φέρουμε τα γονίδια του Σωκράτη, του Πλάτωνα ή του Αριστοτέλη. Η ατάκα «όταν οι Έλληνες έγραφαν φιλοσοφία, οι άλλοι Ευρωπαίοι κρέμονταν από τα δέντρα» χρησιμοποιείται συνήθως χιουμοριστικά αλλά δεν είναι λίγοι εκείνοι που την εννοούν κυριολεκτικά. Ισχυριζόμαστε πως μας ανήκει δικαιωματικά η παρακαταθήκη της αρχαίας Ελλάδας και πως από μεγαλοθυμία έχουμε δωρίσει ένα μέρος αυτής στους «βαρβάρους» της υπόλοιπης Ευρώπης. Είμαστε απρόθυμοι να παραδεχτούμε πως το αρχαιοελληνικό πνεύμα είναι κτήμα όλων των πολιτισμένων λαών και πως άλλοι λαοί κατάφεραν να το διαφυλάξουν καλύτερα από εμάς. Εν τω μεταξύ προσπαθούμε να πείσουμε τους εαυτούς μας πως οι σχεδόν 4 αιώνες οθωμανικού ζυγού ήταν απλώς μια δυσάρεστη ιστορική λεπτομέρεια και να ξεχάσουμε πόσο βαθύ στίγμα άφησαν στη νεοελληνική κουλτούρα. Αυτή η ιδιότυπη προγονοπληξία βρίσκεται στο επίκεντρο του δεξιόστροφου λαϊκισμού (βλ. ΑΝΕΛ).
Και αν τούτη η χαριτωμένη αίσθηση ανωτερότητας στηρίζεται σε ανεπίτρεπτα λογικά άλματα, τουλάχιστον προσδίδει στο μέσο Έλληνα μια κάποια υπερηφάνεια. Αντιθέτως, είναι τραγελαφική η πεποίθηση πως οι Ευρωπαίοι μας χρωστούν και σε οικονομικό επίπεδο. Ο αριστερόστροφος λαϊκισμός (βλ. ΣΥΡΙΖΑ) θεμελιώνεται πάνω στην αντίληψη πως η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι μια τροφαντή αγελάδα έτοιμη ανά πάσα στιγμή να την αρμέξει η κάθε τυχάρπαστη ελληνική κυβέρνηση για να μοιράσει αφειδώς παροχές. Η αλήθεια είναι πως ένα μεγάλο κομμάτι του ελληνικού λαού συνήθισε να ζει ως καταναλωτής των διαφόρων επιδοτήσεων και κονδυλίων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η εργατικότητα και η νοικοκυροσύνη έπαψαν να θεωρούνται αρετές, αφού οι διάφορες κυβερνήσεις (και ειδικά οι πάλαι ποτέ κραταιές κυβερνήσεις ΠΑΣΟΚ) θώπευσαν κατά τρόπο αηδιαστικό τα κατώτερα ένστικτά μας και σταδιακά ολοένα και περισσότεροι Έλληνες πείστηκαν πως μπορούν να αράζουν νωχελικά και να διαβιούν πλουσιοπάροχα εις βάρος των «κουτόφραγκων». Αυτή η παρασιτική λογική είναι πολύ δύσκολο να ξεριζωθεί. Για το λόγο αυτό, ακόμη και σήμερα, είναι πολλοί αυτοί που θεωρούν πως η άτεγκτη μνημονιακή λιτότητα είναι μια κατάφωρη αδικία έναντι του λαού μας και πως δήθεν η Μέρκελ, ο Σόιμπλε, ο Ντράγκι, ο Ντάισελμπλουμ και η λοιπή κομπανία είναι κάτι κακόβουλα και αδίστακτα ανθρωπάκια, που φθονούν τη νεοελληνική συνταγή καλοπέρασης και ευημερίας.
Εντούτοις, το πρόβλημα δεν περιορίζεται στο λαϊκισμό των διαφόρων αποχρώσεων, που ανθεί σε εποχές κρίσης και απειλεί να βάλει ξανά τη χώρα σε επικίνδυνα μονοπάτια. Το ζήτημα είναι πως ακόμα δεν έχουμε καταλάβει πως λειτουργεί η Ευρωπαϊκή Ένωση και πόσο επηρεάζονται οι ζωές όλων μας από την κατεύθυνση που ακολουθεί η μεγάλη ευρωπαϊκή οικογένεια. Τα ελληνικά πολιτικά κόμματα προτιμούν τις αδιέξοδες κοκορομαχίες από την κατάθεση θέσεων και τον ψύχραιμο διάλογο. Οι ευρωεκλογές προσεγγίζονται με όρους μικροπολιτικού ξεκατινιάσματος κι έτσι όλοι θα μπορούν να δηλώνουν δικαιωμένοι στις 26 Μαΐου 2014 ανεξαρτήτως του εκλογικού αποτελέσματος. Φυσικά, ούτε στις πολιτικά ουδέτερες περιόδους δεν είχε ανοίξει ποτέ σοβαρή συζήτηση για το τι είναι η Ευρωπαϊκή Ένωση, πως είναι διαρθρωμένη, πως επιθυμούμε να λειτουργεί και ποια είναι τα οφέλη συμμετοχής σε αυτήν. Ακόμη και στις 3 Νομικές Σχολές της χώρας μας το Δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης διδάσκεται επιδερμικά, με αποτέλεσμα η πλειονότητα των φοιτητών να αδυνατεί να εξηγήσει το θεσμικό ρόλο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και να αδυνατεί να προσδιορίσει τη διαφορά ανάμεσα σε οδηγία, απόφαση και κανονισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Επομένως, η Ευρωπαϊκή Ένωση γίνεται αντιληπτή ως ένα απρόσιτο τεχνοκρατικό μόρφωμα, το οποίο μάλιστα επιδεικνύει ενίοτε τάσεις αυταρχισμού.
Κατά συνέπεια, και όσοι από εμάς δεν αντιμετωπίζουν την Ευρωπαϊκή Ένωση με διάθεση επίθεσης κατά ενός αόρατου εχθρού, την αντιμετωπίζουμε με αποστασιοποίηση, επιφυλακτικότητα ή αδιαφορία. Πώς να νιώσει ο ροδακινοπαραγωγός της Βέροιας ότι έχει κοινά συμφέροντα με τον εργάτη της μεταλλουργίας στα περίχωρα της Πράγας; Τί κοινό έχει ο μικρομαγαζάτορας στο Χαϊδάρι με τον ευκατάστατο χρηματιστή στο λονδρέζικο City; Πώς να εξηγηθεί σε έναν ψαρά της Λήμνου πόσα τον συνδέουν με έναν Πορτογάλο βιοτέχνη;
Είμαστε πράγματι οι ευρωεκλογείς. Αλλά δε νιώθουμε καθόλου έτσι…
ΑΝΤΩΝΙΟΣ – ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΓΡΙΒΑΣ