Διαστάσεις θρίλερ προσλαμβάνει η υπόθεση των δύο Ελλήνων στρατιωτικών που κρατούνται στην Αδριανούπολη της Τουρκίας, σε μια περίοδο κατά την οποία ούτως ή άλλως το κλίμα ανάμεσα σε Αθήνα και Άγκυρα είναι φορτισμένο. Οι αρχικές εκτιμήσεις της κυβέρνησης για μια τυπική υπόθεση που θα λήξει εντός λίγων ωρών, χωρίς περαιτέρω περιπλοκές, διαψεύστηκαν, κάτι που δεν ήταν δύσκολο να εκτιμήσει κάποιος, εάν λάβει υπόψη του το γενικότερο κλίμα και τις πραγματικές προθέσεις της Τουρκίας.
Τα σενάρια μάλιστα κάνουν λόγο ακόμη και για στημένο επεισόδιο από την πλευρά της Άγκυρας, είτε για να προκαλέσει νέα τεχνητή κρίση στις σχέσεις των δύο χωρών είτε για να ζητήσει «ανταλλαγή» με τους οκτώ Τούρκους επίδοξους πραξικοπηματίες που παραμένουν στην Αθήνα, μετά τις αποφάσεις του Αρείου Πάγου για μη έκδοσή τους.
Μπορεί βέβαια η Τουρκία να επιδιώκει κατά βάθος και τα δύο, λαμβάνοντας υπόψη και τις εθνικιστικές κορόνες που ακούγονται, αλλά και την επιθετική στάση στην Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη (ΑΟΖ) της Κύπρου. Εκεί όπου σπεύδει ο αμερικανικός στόλος, τον οποίο δεν διστάζουν να απειλήσουν οι Τούρκοι, ωσάν να ετοιμάζονται να ανάψουν ένα σπίρτο σε ένα δωμάτιο που έχει μείνει ανοιχτό το γκάζι…
Η κυβέρνηση επιχειρεί από την πλευρά της να χειριστεί με ψυχραιμία και υπομονή την υπόθεση, όσο κι αν «πονάει» η παραμονή των δύο στις τουρκικές φυλακές – πρωτίστως τις οικογένειές τους. Άλλο περιθώριο, άλλωστε, δεν υπάρχει, καθώς τα μέτωπα που έχουν ανοίξει είναι πολλαπλά και κρύβουν σοβαρούς κινδύνους. Το παρήγορο δε στην όλη ιστορία είναι η στάση της αντιπολίτευσης, η οποία -μέχρι στιγμής τουλάχιστον- έχει επιδείξει υπευθυνότητα, πραγματική διάθεση για συνεννόηση και δημιουργία μετώπου στο τόσο σοβαρό αυτό ζήτημα.
Το μόνο ερώτημα που βάζει η αντιπολίτευση, και θα πρέπει πράγματι να μας προβληματίσει, είναι εάν πράγματι η πρόσφατη επίσκεψη Ερντογάν στην Αθήνα εκτόνωσε τις σχέσεις των δύο χωρών ή αποτέλεσε τελικώς αφορμή για… νέα επεισόδια.