Η οικονοµία µέχρι το 2025 – 2030 θα µπορεί να λειτουργεί χωρίς τις παραδοσιακές τράπεζες, σύµφωνα µε µελέτη της PwC.
Πρόκειται για µελέτη υπό τον τίτλο «Η Μελλοντική Μορφή του Τραπεζικού Τοµέα», η οποία υποστηρίζει ότι περιορίζονται συνεχώς οι φραγµοί για την είσοδο στην αγορά µη-τραπεζικών ιδρυµάτων που θα παρέχουν «παραδοσιακές» τραπεζικές υπηρεσίες.
Έτσι τα σηµερινά επιχειρηµατικά µοντέλα των τραπεζών θα τεθούν υπό αµφισβήτηση.
Οι τράπεζες όµως, σηµειώνεται στην έκθεση, διατηρούν ορισµένα σηµαντικά πλεονεκτήµατα τα οποία µπορούν να αποτρέψουν έως ένα βαθµό ένα τέτοιο ενδεχόµενο: παρά την κριτική και φθορά που έχουν υποστεί οι τράπεζες κατά την περίοδο της οικονοµικής κρίσης, το όνοµα και η φήµη τους εξακολουθούν να προσδίδουν υψηλή αναγνωσιµότητα και ενδεχοµένως ισχύ, σε συνδυασµό µε την οικειότητα, την εµπειρία και την εποπτεία. Η εµπιστοσύνη και το όνοµα έχουν σηµασία στις χρηµατοοικονοµικές συναλλαγές, ενώ εν µέρει η αντίσταση στους εναλλακτικούς προµηθευτές χρηµατοπιστωτικών υπηρεσιών προέρχεται και από την έλλειψη εµπιστοσύνης σε θέµατα ασφάλειας.
Άλλα βασικά σηµεία της µελέτης:
– Οι τραπεζικές υπηρεσίες δεν θα γίνονται πλέον σε φυσικό επίπεδο, αλλά µέσω της τεχνολογίας.
– Με την εξέλιξη της τεχνολογίας, θα γίνεται ευκολότερο για τους πελάτες να αλλάζουν τράπεζα και πάροχο τραπεζικών υπηρεσιών.
– Το brand µπορεί να αποκτήσει κριτική σηµασία για την αξία µιας τράπεζας. Οι τράπεζες που χτίζουν ένα brand, που για τους πελάτες αντιπροσωπεύει εµπιστοσύνη, ακεραιότητα, ασφάλεια και ποιότητα, έχουν περισσότερες πιθανότητες να επιλεγούν από τους πελάτες που βρίσκονται σε δίληµµα.
– Οι τράπεζες µπορεί να εξελιχθούν σε επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας που θα επικεντρώνονται στη διαχείριση καταθέσεων κάτω από τα ασφαλισµένα όρια και θα παρέχουν ένα περιορισµένο εύρος πιστωτικών προϊ-όντων.
– Οι ρυθµιστικές Αρχές και οι κανονισµοί πρέπει επίσης να προσαρµοσθούν σε αυτή τη νοοτροπία και προσέγγιση, προκειµένου να αντιµετωπίσουν το συνεχώς και έντονα µεταβαλλόµενο τραπεζικό τοπίο.
Ο Ανδρέας Ριρής, εταίρος της PwC επισηµαίνει µεταξύ άλλων ότι «ενώ το status quo στο τραπεζικό σύστηµα φαίνεται να αλλάζει, η ανάγκη για τραπεζικές υπηρεσίες παραµένει. Οι παραδοσιακές τράπεζες εξακολουθούν να έχουν το πλεονέκτηµα, καθώς οι εναλλακτικοί πάροχοι τραπεζικών υπηρεσιών αντιµετωπίζονται ακόµα επιφυλακτικά λόγω έλλειψης εµπιστοσύνης. Για να µπορέσει µια τράπεζα όµως να συµµετέχει στο χρηµατοπιστωτικό σύστηµα του µέλλοντος, θα πρέπει να προβεί σε σηµαντικές επενδύσεις σε τεχνολογία, να επαναξιολογήσει και να επαναπροσδιορίσει τον κύριο ρόλο της στην οικονοµία και κοινωνία αλλά και να διασφαλίσει τη συνεχή υποστήριξη των υπεύθυνων για τη χάραξη πολιτικής».