Τα μειωμένα έσοδα από κρατικούς πόρους, τα ανείσπρακτα και οι οφειλές παρελθόντων οικονομικών ετών, σε περιβάλλον οικονομικής κρίσης, αποτελούν τις «λακκούβες» του προϋπολογισμού 2014 του Δήμου Κηφισιάς.
Ρεπορτάζ: Γιώργος Κανελλόπουλος
Όπως δήλωσε και ο δήμαρχος Κηφισιάς Νίκος Χιωτάκης στο Δημοτικό Συμβούλιο της Τετάρτης 20 Νοεμβρίου, όπου ο προϋπολογισμός εγκρίθηκε κατά πλειοψηφία, ο Δήμος παρ’ όλα αυτά ελπίζει και φέτος σε πρωτογενές πλεόνασμα 1 εκατ. ευρώ, δεν χρωστάει παραπάνω από 2 εκατ. ευρώ με βάση τα τελευταία στοιχεία της Ταμειακής Υπηρεσίας και μπορεί να διαθέσει το 25% των πραγματικών εσόδων του σε επενδύσεις, όπως αποτυπώνονται στο τεχνικό πρόγραμμα, ύψους 9,6 εκατ. ευρώ.
Κατά παραδοχή και της διοίκησης του Δήμου, βάσει των οικονομικών καταστάσεων και των αποδόσεων του 2013, αλλά και τις προηγούμενες χρονιές, ο προϋπολογισμός του ενιαίου Δήμου Κηφισιάς υλοποιείται εν μέρει. Στα πρότυπα της δημοσιονομικής εξυγίανσης, κατά το κοινώς λεγόμενο ή της περικοπής των κρατικών πόρων, κατά κυριολεξία, οι αισιόδοξες προβλέψεις για το 2014 αγγίζουν το ποσό των 73,7 εκατ. ευρώ. Οι πραγματικές προβλέψεις υλοποίησης, πάντως, ανέρχονται μόλις σε 46 εκατ. ευρώ. Τα υπόλοιπα αποτελούν απαιτήσεις από οφειλές παρελθόντων οικονομικών ετών (ΠΟΕ), ύψους 21,5 εκατ. ευρώ, αμφίβολο αν και πότε θα εισπραχθούν, ένα λογιστικό νούμερο που εγγράφεται κάθε χρόνο στο προϋπολογισμό του Δήμου, αλλά και ένα μικρότερο ποσό 6,6 εκατ. ευρώ που αφορά σε εισπράξεις υπέρ Δημοσίου και τρίτων.
Την ίδια στιγμή, και αυτά τα προϋπολογιζόμενα πραγματικά έσοδα, ενδέχεται να αποκλίνουν από τυχόν νέες περικοπές προς τους δήμους, αλλά και λόγω της αβεβαιότητας ως προς την είσπραξη του συνόλου των ανταποδοτικών τελών και δικαιωμάτων (μέσω των λογαριασμών της ΔΕΗ), που διογκώνουν χρόνο με το χρόνο τις οφειλές παρελθόντων οικονομικών ετών. Κάτι που θα σημάνει, φυσικά, και την αντίστοιχη καθοδική πορεία των δαπανών.
Ο προϋπολογισμός του Δήμου Κηφισιάς για το 2014 εγκρίθηκε κατά πλειοψηφία με τις αρνητικές ψήφους των δημοτικών συμβούλων Παναγιώτης Κανακάκης, Δημήτρη Ανδρεαδάκη, Νίκου Σφαντού, Γιώργου Σκορδίλη και με τους Γιώργο Τσούλο, Σπύρο Μούρκο και Χριστίνα Κοσμά να ψηφίζουν μόνο τις δαπάνες κοινωνικής πολιτικής. Ίδια εικόνα και για το τεχνικό πρόγραμμα, κατά την ψήφιση του οποίου νωρίτερα, εκτός των παραπάνω δημοτικών συμβούλων, είχε προσθέσει την αρνητική της ψήφο και η Αγγελική Συνοδινού.
Το Tεχνικό Πρόγραμμα
Ένα τεχνικό πρόγραμμα, το οποίο προβλέπει δαπάνες ύψους 4 εκατ. ευρώ για έργα, 406.160 ευρώ για μελέτες από ίδιους πόρους του Δήμου και δαπάνες ύψους 5,1 εκατ. ευρώ από χρηματοδότηση. Μεταξύ των έργων συμπεριλαμβάνονται η ανάπλαση διατηρητέου και προσθήκη αίθουσας στο 1ο Δημοτικό Σχολείο Κηφισιάς με χρηματοδότηση του ΟΣΚ (1,2 εκατ. ευρώ), το δευτερεύον αποχετευτικό δίκτυο Εκάλης (2,1 εκατ. ευρώ από πρόγραμμα ΑΤΤΙΚΗ και 490.854 ευρώ από τον Δήμο) και η κατασκευή Γ’ Βρεφονηπιακού Σταθμού στη Νέα Ερυθραία με χρηματοδότηση ΕΣΠΑ (778.167 ευρώ).
Ο δήμαρχος Νίκος Χιωτάκης χαρακτήρισε απολύτως ρεαλιστικό το τεχνικό πρόγραμμα για το 2014, αναφέρθηκε στο μεγαλύτερο αυτοχρηματοδοτούμενο αναπτυξιακό έργο που εξελίσσεται σήμερα στην Αττική, το υπόγειο πάρκινγκ της πλατείας Πλατάνου και προανήγγειλε την υπογραφή προγραμματικής σύμβασης με την Περιφέρεια Αττικής για την κατασκευή κολυμβητηρίου στο Τρίγωνο Φραγκοπούλου. Ωστόσο, μια σειρά άλλων κωδικών για ασφαλτοστρώσεις οδών και συντηρήσεις πεζοδρομίων, όπως και διάφορες άλλες επισκευές και συντηρήσεις, όπου δεν περιγράφονταν αναλυτικά τα έργα, όπως και το γεγονός ότι το ακριβές σχέδιο το έλαβαν λίγο πριν από τη συνεδρίαση, οδήγησαν τους δημοτικούς συμβούλους της μειοψηφίας να καταψηφίσουν το νέο τεχνικό πρόγραμμα.
Ο προϋπολογισμός του 2014 καταρτίστηκε «μέσα στο πλαίσιο της σημερινής δυσμενούς οικονομικής και κοινωνικής συγκυρίας, σε μια εποχή πολύπλευρης κρίσης που δοκιμάζονται οι αντοχές των κοινωνιών, αλλά και με τις δραματικές περικοπές που έχουν επιβάλλει οι κυβερνήσεις τα τελευταία χρόνια», ανέφερε στην εισηγητική του έκθεση ο δήμαρχος Νίκος Χιωτάκης, ο οποίος προσδιόρισε τον κυριότερο στόχο του Δήμου, που είναι η ενίσχυση του κοινωνικού δικτύου αλληλεγγύης και του τομέα της κοινωνικής προστασίας.