Επιμέλεια: Χρήστος Φωτιάδης
Λόγω των συνεχόμενων εκλογικών αναμετρήσεων, αφήσαμε σκόπιμα ασχολίαστο το μνημειώδες άρθρο του Ρώσου υπουργού Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ, που δημοσιεύτηκε και στην Ελλάδα από την Εφημερίδα των Συντακτών. Κύριο θέμα της αποτελεί η «αναθεώρηση» της ιστορίας του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, από τις μεγάλες Δυτικές δυνάμεις, στο πλαίσιο και του νέου ψυχρού πολέμου που διατρέχει ξανά τις σχέσεις τους με τη Ρωσία. Μεταξύ άλλων, κατηγορούν τη Ρωσία για τις παρελάσεις προς τιμήν της «Μέρας της Νίκης», μια μέρα που στη Δύση υποβαθμίζεται όλο και περισσότερο!
Οι προετοιμασίες αρχίζουν για τον εορτασμό της 75ης επετείου της Νίκης το 2020, η οποία φυσικά θα διεξαχθεί σε ένα επίπεδο που αρμόζει στην κλίμακα των άθλων και του μεγαλείου του πνεύματος των ηρώων εκείνου του πολέμου. Κανείς δεν μπορεί να μην το αναλογιστεί: τι σημαίνει η 9η Μαΐου για τους λαούς που βρίσκονταν στα πρόθυρα του αφανισμού και γιατί ορισμένοι αποστρέφονται σήμερα αυτή τη γιορτή;
Ως μέλος της πρώτης μεταπολεμικής γενιάς, που μεγάλωσε με τις ιστορίες τις οποίες αφηγούνταν οι βετεράνοι του πολέμου και τις οικογενειακές ιστορίες για τον πόλεμο, πιστεύω ότι οι απαντήσεις σε αυτά τα ερωτήματα είναι προφανείς. Οι λαοί της Σοβιετικής Ένωσης και άλλων χωρών έγιναν αντικείμενο της απάνθρωπης ιδεολογίας του ναζισμού κι έπειτα θύματα της επιθετικότητας για λογαριασμό της πιο ισχυρής, οργανωμένης και αποφασισμένης πολεμικής μηχανής εκείνης της εποχής. Με τίμημα τρομακτικές θυσίες, η Σοβιετική Ενωση συνέβαλε καθοριστικά στην ήττα της ναζιστικής Γερμανίας και, από κοινού με τους Συμμάχους, απελευθέρωσε την Ευρώπη από τη φασιστική πανούκλα. Η νίκη έβαλε τα θεμέλια για τη μεταπολεμική παγκόσμια τάξη, με βάση τη συλλογική ασφάλεια και τη διακρατική συνεργασία, και άνοιξε τον δρόμο για τη δημιουργία του ΟΗΕ. Αυτά είναι τα γεγονότα.
Δυστυχώς όμως η μνήμη της Νίκης δεν είναι ιερή σε όλο τον κόσμο. Είναι λυπηρό το γεγονός ότι υπάρχουν άτομα στη Ρωσία που υιοθέτησαν τα μυθεύματα, τα οποία διέδωσαν εκείνοι που θέλουν να θάψουν αυτή τη μνήμη και που πιστεύουν ότι έχει έρθει η ώρα να σταματήσουν οι επίσημοι εορτασμοί της Ημέρας της Νίκης. Όσο μεγαλώνει άλλωστε ο αριθμός δίπλα στην επέτειο, τόσο περισσότερο ερχόμαστε αντιμέτωποι με την επιθυμία τους να ξεχάσουμε.
Αμφισβήτηση του ρόλου της ΕΣΣΔ
Οι επικριτές μας επιδιώκουν να μειώσουν τον ρόλο της Σοβιετικής Ένωσης στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και να την παρουσιάσουν, αν όχι ως τον κύριο υπαίτιο του πολέμου, τότε τουλάχιστον ως επιτιθέμενο, μαζί με τη ναζιστική Γερμανία, διαδίδοντας τις απόψεις περί «ίσης ευθύνης». Κυνικά εξισώνουν τη ναζιστική κατοχή, η οποία στοίχισε δεκάδες εκατομμύρια ζωές, και τα εγκλήματα που διέπραξαν δωσίλογοι συνεργάτες των κατακτητών με την απελευθερωτική αποστολή του Κόκκινου Στρατού. Μνημεία ανεγέρθηκαν προς τιμήν των μπράβων των ναζί. Ταυτόχρονα τα μνημεία των απελευθερωτών στρατιωτών και οι τάφοι πεσόντων στρατιωτών βεβηλώνονται και καταστρέφονται σε ορισμένες χώρες.
Όπως πιθανόν θυμάστε, το δικαστήριο της Νυρεμβέργης, οι αποφάσεις του οποίου έγιναν αναπόσπαστο κομμάτι του Διεθνούς Δικαίου, αναγνώρισε σαφώς ποιος ήταν στο πλευρό του καλού και ποιος ήταν στο πλευρό του κακού. Στην πρώτη περίπτωση ήταν η Σοβιετική Ένωση, η οποία θυσίασε εκατομμύρια ζωές των γιων και των θυγατέρων της στον βωμό της Νίκης, καθώς και άλλα συμμαχικά έθνη. Στη δεύτερη περίπτωση ήταν το Τρίτο Ράιχ, οι χώρες του Άξονα και οι υποτακτικοί τους, συμπεριλαμβανομένων εκείνων στα κατεχόμενα εδάφη.
Ωστόσο, αναληθείς ερμηνείες της Ιστορίας εισάγονται στο δυτικό εκπαιδευτικό σύστημα, με παρανοήσεις και ψευδο – ιστορικές θεωρίες που έχουν σχεδιαστεί για να υποτιμήσουν τον άθλο των προγόνων μας. Λένε στους νέους ότι τα κύρια εύσημα για τη νίκη επί του ναζισμού και για την απελευθέρωση της Ευρώπης δεν ανήκουν στα σοβιετικά στρατεύματα, αλλά στη Δύση λόγω της απόβασης στη Νορμανδία, που έγινε λιγότερο από ένα χρόνο πριν ηττηθεί ο ναζισμός.
Θεωρούμε πολύτιμη τη συμβολή όλων των συμμάχων στην κοινή Νίκη σε εκείνον τον πόλεμο και πιστεύουμε ότι κάθε προσπάθεια να δημιουργηθεί μεταξύ μας διχασμός είναι ντροπιαστική. Ανεξάρτητα όμως από το πόσο σκληρά προσπαθούν οι παραποιητές της Ιστορίας, η φωτιά της αλήθειας δεν μπορεί να σβήσει. Ήταν οι λαοί της Σοβιετικής Ένωσης που τσάκισαν τη ραχοκοκαλιά του Τρίτου Ράιχ. Αυτό είναι γεγονός.
Οι επιθέσεις κατά της Ημέρας της Νίκης και των εορτασμών για το μεγάλο επίτευγμα εκείνων που κέρδισαν τον φρικτό πόλεμο είναι αποτρόπαιες. Περιβόητη για την πολιτική ορθότητά της, η Ευρώπη προσπαθεί να εξομαλύνει τις «αιχμηρές ιστορικές άκρες» και να αντικαταστήσει τις στρατιωτικές τιμητικές διακρίσεις για τους νικητές με «ουδέτερες» εκδηλώσεις συμφιλίωσης. Αναμφίβολα πρέπει να κοιτάξουμε προς τα εμπρός, αλλά δεν πρέπει να ξεχνάμε και τα διδάγματα της Ιστορίας.
Λίγοι ανησύχησαν για το ότι στην Ουκρανία, η οποία στρέφεται υποτίθεται προς τις «ευρωπαϊκές αξίες», το καθεστώς του Ποροσένκο ανακήρυξε σε εθνική γιορτή την ημέρα της ίδρυσης του Ουκρανικού Επαναστατικού Στρατού – μιας εγκληματικής οργάνωσης που είναι υπεύθυνη για τον θάνατο δεκάδων χιλιάδων πολιτών Ουκρανών, Λευκορώσων, Ρώσων, Πολωνών και Εβραίων, (αν και στο Ισραήλ, ο λαός του οποίου επέζησε του Ολοκαυτώματος, η 9η Μαΐου είναι επίσημη αργία, Ημέρα της Νίκης). Άλλα εξόφθαλμα παραδείγματα από γειτονικές χώρες περιλαμβάνουν ναζιστικού τύπου πομπές με πυρσούς από νέους οπαδούς του Στέπαν Μπαντέρα στους κεντρικούς δρόμους της Ηρωίδας Πόλης του Κιέβου, καθώς και πορείες βετεράνων και υποστηρικτών των Waffen-SS στη Ρίγα και στο Ταλίν. Θα ήθελα να ρωτήσω εκείνους που δεν τους αρέσουν τα δάκρυα των βετεράνων μας κατά τη διάρκεια παρελάσεων και που επικρίνουν τις «μιλιταριστικές» εκδηλώσεις προς τιμήν της Νίκης: πώς σας φαίνεται αυτό το είδος της «αποστρατιωτικοποίησης» της συνείδησης με ευρωπαϊκό τρόπο;
Ουδείς θα το παραδεχτεί φυσικά, αλλά ιδού τα γεγονότα: οι Ηνωμένες Πολιτείες, το ΝΑΤΟ και η Ε.Ε. αφήνουν σε σημαντικό βαθμό ανενόχλητους τους νεοεισαχθέντες εταίρους τους, που χρησιμοποιούν κραυγαλέα ρωσοφοβία για να χτίσουν καριέρες. Αυτοί οι τύποι δεν υφίσταται συνέπειες για τίποτε, συμπεριλαμβανομένου του εκθειασμού των συνεργατών των ναζί και του σκληροπυρηνικού σοβινισμού απέναντι σε εθνοτικούς Ρώσους και άλλες μειονότητες, με μοναδικό σκοπό να τους χρησιμοποιήσουν για να διατηρήσουν τις δυτικές συμμαχίες σε αντιρωσικές θέσεις και να απορρίψουν έναν ρεαλιστικό διάλογο με τη Μόσχα επί ίσοις όροις.
Κατά καιρούς φαίνεται ότι ο σκοπός μιας τέτοιας συμπαιγνίας εκ μέρους της Δύσης είναι να απαλλάξει από την ευθύνη τους όσους, σε συνέργεια με τον Χίτλερ στο Μόναχο το 1938, προσπάθησαν να κατευθύνουν τη ναζιστική επιθετικότητα προς τα ανατολικά. Η επιθυμία πολλών στην Ευρώπη να ξαναγράψουν αυτό το επαίσχυντο κεφάλαιο της Ιστορίας μπορεί μάλλον να γίνει κατανοητή. Σε τελική ανάλυση, οι οικονομίες πολλών χωρών της ηπειρωτικής Ευρώπης άρχισαν να εργάζονται για το Τρίτο Ράιχ και οι κρατικές μηχανές σε πολλές από αυτές ενεπλάκησαν στη γενοκτονία των Ρώσων, των Εβραίων και άλλων εθνών, που ξεκίνησε από τους ναζί. Προφανώς δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι τα μέλη της Ε.Ε. και του ΝΑΤΟ αρνούνται συστηματικά να υποστηρίξουν το ψήφισμα της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών για το απαράδεκτο του εκθειασμού του ναζισμού, το οποίο προωθεί η Ρωσία.
Το «εναλλακτικό όραμα» για τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, που επικρατεί στους κόλπους των Δυτικών διπλωματών, σαφώς δεν προκύπτει από την έλλειψη ιστορικής γνώσης (αν και υπάρχουν προβλήματα και σε αυτό τον τομέα). Όπως πιθανόν θα θυμάστε, ακόμα και κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου δεν υπήρχε τέτοια βλασφημία, αν και θα περίμενε κανείς πως το σκηνικό της μετωπικής ιδεολογικής αντιπαράθεσης θα προσφερόταν για κάτι τέτοιο. Λίγοι τόλμησαν να αμφισβητήσουν τότε τον καθοριστικό ρόλο της Σοβιετικής Ένωσης στην κοινή Νίκη μας και την εκτίμηση που απολάμβανε η χώρα μας κατά τη μεταπολεμική περίοδο, την οποία οι Δυτικοί μας σύμμαχοι αναγνώρισαν χωρίς επιφυλάξεις.
Ποιοι μιλούν για δήθεν «ρωσικό μιλιταρισμό»;
Με τον ίδιο ενθουσιασμό που δείχνουν και οι Ευρωπαίοι, οι Αμερικανοί καλλιεργούν την εικόνα μιας «μιλιταριστικής Ρωσίας». Ωστόσο, το μεγαλύτερο μέρος της δικής τους Ιστορίας είναι μια ακολουθία αδιάκοπων κατακτητικών πολέμων. Στα 243 χρόνια ύπαρξης του «αμερικανικού εξαιρετισμού» (της αντίληψης περί «μοναδικότητας» του αμερικανικού έθνους), ο παρεμβατισμός έχει γίνει αναπόσπαστο τμήμα της εξωτερικής πολιτικής της Ουάσινγκτον. Επιπλέον η αμερικανική πολιτική ελίτ σκέφτεται τη χρήση βίας ως ένα φυσικό στοιχείο της «διπλωματίας του εξαναγκασμού», σχεδιασμένης για την επίλυση ενός ευρέως φάσματος ζητημάτων, συμπεριλαμβανομένων και των εγχώριων.
Δεν γίνεται προεκλογική εκστρατεία στις Ηνωμένες Πολιτείες, χωρίς οι υποψήφιοι να δοκιμάσουν τον μανδύα του αρχιστράτηγου των ενόπλων δυνάμεων. Η ικανότητα προσφυγής στη χρήση βίας για οποιονδήποτε λόγο συνιστά απόδειξη του δυναμισμού ενός Αμερικανού πολιτικού. Υπάρχουν πολλά παραδείγματα της εφαρμογής τέτοιων στερεοτύπων υπό διάφορα «ευλογοφανή» προσχήματα: στη Γρενάδα το 1983, στον Παναμά το 1989, στη Γιουγκοσλαβία το 1999 και στο Ιράκ το 2003.
Ουσιαστικά μας κατηγορούν επειδή διατηρήσαμε ζωντανή τη μνήμη των πατέρων και των παππούδων μας, οι οποίοι θυσίασαν τη ζωή τους σε έναν ιερό απελευθερωτικό πόλεμο, αποδίδοντάς τους στρατιωτικές τιμές και γιορτάζοντας την Ημέρα της Νίκης ευρέως και με υπερηφάνεια. Ήταν η Ρωσία ή η Σοβιετική Ένωση που εξαπέλυσε δύο παγκόσμιους πολέμους; Είμαστε εμείς αυτοί που σήμερα λειτουργούν ένα εκτεταμένο δίκτυο στρατιωτικών βάσεων, οι οποίες δημιουργήθηκαν για να ελέγξουν ολόκληρο τον κόσμο;
Να διαφυλάξουμε την ειρήνη
Φέτος, καθώς συμμετείχαμε στους εορτασμούς της Ημέρας της Νίκης, επαναλάβαμε και πάλι σε όλους όσοι επιθυμούν να ακούσουν: «Ναι, ακριβώς όπως και οι πρόγονοί μας, είμαστε έτοιμοι να απωθήσουμε αποφασιστικά κάθε επιτιθέμενο. Όμως οι Ρώσοι δεν θέλουν πόλεμο και δεν θέλουν να βιώσουν ξανά τη φρίκη και τις κακουχίες». Η ιστορική αποστολή του έθνους μας είναι να διαφυλάξουμε την ειρήνη. Την ειρήνη που προσπαθούμε να διατηρήσουμε. Συνεπώς τείνουμε χείρα σε οποιονδήποτε θέλει να είναι καλός εταίρος για εμάς. Η μνήμη εκείνων που έπεσαν στη μάχη πολεμώντας τους εχθρούς της πατρίδας, τους εχθρούς του πολιτισμού, θα παραμείνει ζωντανή, όσο τιμούμε τη μεγάλη γιορτή των νικηφόρων εθνών, τη γιορτή της σωτηρίας και τη γιορτή της απελευθέρωσης. Και δεν υπάρχει λόγος να αισθάνεται κανείς αμηχανία για τη μεγαλειώδη κλίμακα αυτού του εορτασμού.