Μόλις πέντε μέρες μετά την υποστολή της κόκκινης σημαίας από το ψηλότερο σημείο του Κρεμλίνου και την αντικατάστασή της από την «τρικολόρε» της επιστροφής στο παρελθόν, ο Γιάννης Καψής αισθάνθηκε την ανάγκη να γράψει δυο λόγια για το ιστορικό αυτό γεγονός. Ήταν στο «Βήμα» της 5 Γενάρη 1992, τις μέρες που η συντριπτική πλειοψηφία των σχολιαστών πανηγύριζε για την… επιστροφή της «δημοκρατίας» στην πρώην ΕΣΣΔ.
Ο έμπειρος δημοσιογράφος δεν ήταν καθόλου ενθουσιασμένος. Ακριβώς λόγω της μεγάλης του πείρας, αλλά και των ιστορικών του γνώσεων, εξέφρασε έναν μεγάλο προβληματισμό για όσα τότε άρχιζαν. Ο προβληματισμός εκείνος, αποδείχθηκε απόλυτα δικαιολογημένος. Ο ενθουσιασμός των υπολοίπων, της μεγάλης ανώνυμης μάζας και των επωνύμων διαμορφωτών της «κοινής γνώμης», αποδείχθηκε αστήρικτος και -τελικά- επικίνδυνος.
Όλοι οι συγκεκριμένοι φόβοι που αναφέρονται στο άρθρο του Γιάννη Καψή αποδείχθηκαν σωστοί. Υλοποιήθηκαν κατά γράμμα και οδήγησαν στο σημερινό αδιέξοδο. Η μόνη σχετικά θετική εξέλιξη ήταν η αντικατάσταση του «καιροσκόπου» Γέλτσιν από τον πατριώτη Πούτιν και η σωτηρία της Ρωσίας (και του υπόλοιπου κόσμου) από την υποδούλωση στην τότε μοναδική αμερικανική υπερδύναμη.
Πέρασαν σχεδόν είκοσι χρόνια από εκείνες τις μέρες. Ο κόσμος ΔΕΝ έγινε καλύτερος. Στο «Βήμα» γράφει σήμερα ο Πρετεντέρης και το όνομα Καψής παραπέμπει σε δύο άλλα πρόσωπα της επώνυμης δημοσιογραφίας, που πασχίζουν να υπηρετήσουν την σημερινή άθλια εξουσία. Τα «φαντάσματα της συμφοράς» του Γιάννη Καψή δεν ήταν, δυστυχώς, μια άτυχη απαισιόδοξη πρόβλεψη, αλλά η εφιαλτική σημερινή αλήθεια!
Χ.Α.Φ.
«Βήμα» 5.1.92
Καινούργια φαντάσματα στα παλιά ερείπια…
Του Γιάννη Καψή
Όταν, την 1η Ιανουαρίου, η κόκκινη σημαία υπεστάλη από τα τείχη του Κρεμλίνου, ένα ακόμη κεφάλαιο της Ιστορίας του Ανθρώπου είχε συμπληρωθεί.
Θα επικριθεί, θα καλυφθεί από τις σκόνες της αδιαφορίας, τις αράχνες της καταφρόνιας, των συμπλεγμάτων ενοχής. Θα χρειασθεί να περάσουν πολλά χρόνια μέχρις ότου ο τόμος αυτός ανασυρθεί από την ανεπηρέαστη επιστημονική έρευνα, τη δίψα του Ανθρώπου για την αλήθεια. Και τότε –μόνον τότε- θα τοποθετηθεί δίπλα στους τόμους της Γαλλικής Επανάστασης, των πολέμων του Ναπολέοντα, των κατακτήσεων του Τσέγκινς Χαν, των σφαγών του Ταμερλάνου. Σπάνια σ’ ένα μόνον κεφάλαιο της ιστορίας έχει συμπυκνωθεί τόσο μεγαλείο και κατάπτωση μαζί, χαρά κι απόγνωση, ελπίδα κι απελπισία, δόξα και φρίκη.
Είναι ένα κεφάλαιο, αυτό που έκλεισε, του οποίου δεν έχει γραφεί ακόμη ο επίλογος. Κι ούτε ήταν δυνατόν, μια και θ’ αποτελεί ταυτόχρονα, τον πρόλογο του επόμενου τόμου – το κεφάλαιο της Μετά Κουμμουνισμόν Ιστορίας.
Είναι ένα καινούργιο κεφάλαιο του οποίου τα συμπεράσματα θα προσδιορίσει η ικανότητα –ή η ανικανότητα- των «μεγάλων» της εποχής μας να διευρύνουν τους πολιτικούς ορίζοντές τους πέραν του 2000. Ν’ αξιοποιήσουν τα οδυνηρά διδάγματα του αιώνα που φεύγει.
Είναι, τέλος, ένα κεφάλαιο που θα καταγράψει την ικανότητα ή μη των παλαιών και νέων ηγετών, εντεύθεν κι εκείθεν του άλλοτε «σιδηρού» και νυν «παραπετάσματος της απελπισίας», να αποκαθάρουν τα παραποιημένα οράματα, να αξιολογήσουν σωστά επιτεύγματα και αποτυχίες και να αξιοποιήσουν τα μεγάλα πλεονεκτήματα του δημοκρατικού συστήματος πριν προσβληθούν από τις ασθένειές του. Τα κέρδη και τις δυνατότητες της οικονομίας της αγοράς, πριν από τα αρρωστημένα υποπροϊόντα της. Τα ναρκωτικά, η πορνεία, ο αλκοολισμός, το οργανωμένο έγκλημα δεν είναι αισιόδοξα σημάδια. Πολύ λιγότερο οι καλπάζουσες φιλοδοξίες και ο καιροσκοπισμός του νέου μεγάλου άνδρα της νέας υπο-ηπείρου, του Γέλτσιν.
Μια συνολική απόρριψη των οραμάτων εκείνων που, μέσα από το χάος του εμφυλίου πολέμου, δημιούργησαν την τρομερή Αυτοκρατορία, θα δημιουργούσε ένα επικίνδυνο κοινωνικό και ιδεολογικό κενό και θα μετέβαλλε τα 250 εκατομμύρια των τέως Σοβιετικών, σε μια στρατιά αδίστακτων και απελπισμένων καιροσκόπων και τυχοδιωκτών. Τα οράματα υπήρξαν και υπάρχουν. Αν διαστρεβλώθηκαν, παραποιήθηκαν ή και διαψεύσθηκαν, λύση δεν είναι η συνολική απόρριψη αλλά η αποκάθαρση και υποκατάστασή τους με καινούργια οράματα. Μια τέτοια αναζήτηση, άλλωστε, θα ήταν χρήσιμη και για την ερημωμένη από οράματα προηγμένη Δύση.
Ακόμη πιο επικίνδυνη θα ήταν μια μαζική απόρριψη των επιτευγμάτων του συστήματος που απέτυχε. Είναι αναπόφευκτο οι δραματικές ελλείψεις καταναλωτικών αγαθών, που προσεγγίζουν τα όρια του λιμού, να επισκιάζουν τις διαστημικές έρευνες του σοβιετικού κοσμοπλοίου. Κι όμως υπάρχει. Όπως υπάρχει και μια σειρά άλλων μεγάλων επιτευγμάτων: ένα τεράστιο σύστημα κοινωνικών παροχών, που κι αν προκαλούν την χλεύη των πλουσίων της πλουσίας Δύσης, δηλαδή του 15%, αποτελούν άπιαστο όραμα των φτωχών της (δηλ. του 1/3), που περιθωριοποιούνται με ταχύτατους ρυθμούς.
Μια τέτοια απόρριψη θα ήταν σφάλμα, που επικίνδυνη διάστασή του βρίσκεται στο μέτρο που τα επιτεύγματα του συστήματος που απέτυχε επεκτείνονται και στο σύστημα που επικράτησε. Γιατί τα ανθρωπιστικά στοιχεία της φιλελεύθερης αστικής δημοκρατίας οφείλονται περισσότερο στον φόβο του κομμουνισμού ή και τη σωστή εκτίμηση και αποδοχή των θετικών του συστατικών και λιγότερο στη διορατικότητα των προοδευτικών ηγετών της. Η άρνησή τους θα άφηνε τον άνθρωπο ανυπεράσπιστο στους ανελέητους νόμους της αγοράς.
Είναι, συνεπώς, σφάλμα να μιλάμε για προβλέψεις περί του μέλλοντος της τέως ΕΣΣΔ. Προβλέψεις για το μέλλον της Ανθρωπότητας θα ήταν ο σωστότερος ορισμός – της Ανθρωπότητας που η κατάρρευση του κομμουνισμού την συγκλονίζει πολύ περισσότερο απ’ όσο την συγκλόνισε η επικράτησή του. Κι εδώ δεν υπάρχει απάντηση, δεν είναι εύκολο να προβλεφθεί η λύση του προβλήματος.
Μόνον οι σταθεροί παράγοντές του είναι γνωστοί: η αχανής και ανεκμετάλλευτη χώρα, οι τεράστιες ανεκμετάλλευτες ή κακοχρησιμοποιημένες πλουτοπαραγωγικές πηγές της. Και 250 εκατομμύρια άνθρωποι που αναζητούν τροφή, στέγη και ελπίδα.
Το παλιό κατέρρευσε, η κυοφορία του καινούργιου καθυστερεί λόγω επιπλοκών. Είναι οι πιο σκοτεινές στιγμές της εξελίξεως, οι στιγμές εκείνες που προβάλλουν τα φαντάσματα της συμφοράς.