Ακόμη και άγνωστοι μπαίνανε από μέσα, για να πούνε τις ευχές τους. Οι πόρτες του σμυρναίικου σπιτιού, ούλη μέρα της Πρωτοχρονιάς έμεναν ανοιχτές, για όλο τον κόσμο. Μόνοι οι γιατροί,/ σαν γιατροί/ πηγαίνανε/ τη χρονιάρα μέρα/ στα σπίτια. Και ανάγκη να ήτανε αποφεύγανε να τους καλέσουνε. Όλοι οι επισκέπτες ήπρεπε να σερβιριστούν από το μεγάλο τραπέζι της σάλας/ που ήταν ανοιγμένο πέρα για πέρα. Στρωμένο με το άσπρο λινό τραπεζομάντηλο/ από τα προυκιά της νοικοκυράς/ με κεντημένα στη μέση τα ψημιά της. Όλα τα καλά του Θεού βρισκόντουσαν, για το καλό της χρονιάς, απάνω σε εκείνο το τραπέζι. Βαλμένα με τάξη στα καλά σερβίτσια, που φύλαγαν για τις χρονιάρες μέρες.
Μεσ’ τη μέση η μεγάλη φρουτιέρα με το «Χριστό». Έτσι λέγανε τη μέρα εκείνη τα λογιών – λογιών ξερά φρούτα. Σωστό φρουτατζίδικο ήταν ο λεγόμενος «Χριστός». Τίποτα δεν έλειπε. Και τι δεν είχε σε κεινη την πελώρια κρυστάλινη φρουτιέρα. Ο,τι ήθελες και τραβούσε η όρεξή σου. Δαμάσκηνα, φουντούκια, τζίτζιφα, κουκουνάρια, σουλτανιές σταφίδες, μύγδαλα, καρύδια, ως και κουντουρούδια. Μα ποτέ δεν ήλιπε το μάνα τ’ ουρανού. Ούλα αυτά στολισμένα με πρασινάδες και ου, δείχνανε πραγματικά την ευλογία του Χριστού. Άσε πια εκείνα που είχανε φτιάξει τα άξια χέρια της νοικοκυράς.
Μια στοίβα σεκέρ λουκούμια/ πασπαλισμένα με άχνη/ μοιάζανε με χιονισμένο βουνό. Δίπλα τα φοινίκια ποτισμένα στο μέλι. Βασιλοπιτάκια λογιών λογιών. Αστρουλάκια καρδίτσες, αετουδάκια, ολα με το καρεφυλάκι στη μέση που μοσκομυρίζανε και θρούσανε μόλις τάβαζες στο στόμα. Μα στην πρώτη γραμμή, απ’ ολα τα κατασκευάσματα ερχούντανε η Βασιλόπιττα. Κάθε Σμυρνιά νοικοκυρά, ήβαζε ουλα τση τα δυνατά να στολίσει καλύτερα απο τσ’ άλλης την πίτα του σπιτικού της. Στη μέση έπρεπε να μπει / απαραίτητα/ ο δικέφαλος αετός και γύρω – γύρω μικρότερα αετουδάκια και λογιών – λογιών πλουμιά. Άστρα, πουλουδάκια και ό,τι άλλο κατέβαζε το γούστο της για να γίνει πιο όμορφη.
Αυτά ήταν αντέτια που τα κρατούσανε, ανάλογα, ολα τα σπιτικά της Σμύρνης, πλούσια και φτωχά. Οι νοικοκυρές δεχόντουσαν τα βίζιτα στολισμένες με ούλα τα καλά τους/ για να τιμήσουν τους άντρες τους/ και να φανεί η αγάπη που τους έχουν. Μεγάλη τιμή για τη νοικοκυρά ήταν/ τα βίζιτα να πάρουν απ’ ούλα τα καλούδια που είχε φτιάξει και να τα παινέψουν. Το σμυρναίικο σπίτι ήταν φιλόξενο και οι Σμυρνιές τόχανε καμάρι να ρετσιβάρουν τους μουσαφιραίους. Τα φαγιά τους ήταν μιλημένα. Ο χριστουγεννιάτικος διανος ήθελε ολόκληρη επιστήμη για να γίνει όπως πρέπει. Παραγεμισμένος με καβουρντισμένο κυγμά με ψιλό – ψιλό κρεμμυδάκι, και ξεροψημένα κάστανα στη χόβολη του μαγκαλιού. Μπόλκο μαύρο πιπέρι και κουκουναράκια. Ροδοκοκκινισμένος και γαρνιρισμένος με ολόκληρες πατετούλες, άνοιγε σ’ όλους την όρεξη. Όλα τα φαγιά που ψήνανε οι Σμυρνιές νοικοκυράδες ήταν σωστός πειρασμός. Όποιος έτυχε να φάει το στιφάδο τους, ποτέ δεν το ξεχνά. Με μπόλικα ολόκληρα κρεμμυδάκια και ολων των λογιών τα μπαχαρικά μέσα. Το κρέας, όμως, ήπρεπε νάναι γουρουνίσιο, με το συμπαθειο, ή αγριογούρουνο, άμα ήταν η εποχή του. Αμ οι γιαπρακιένιες ντολμάδες με κιμά η γιαλαντσί, τι σου λένε! ‘Η το ατζέμ πιλάφι πούμενε κουκι – κουκί, ακόμη και την άλλη μέρα. Άσε πια τα σουτζουκάκια! με το σκορδάκι και το μπολικο κίμινο, που μύριζαν δυο μαχαλάδες πέρα. Στα γλυκίσματα και τα ρετσέλια πια, δεν τις έφτανε κανείς. Σαν έτρωγες απ’ αυτά, ηταν να γλύφεις και τα δάχτυλά σου, που λέει ο λόγος… Οι γυναίκες στη Σμύρνη, δεχοντουσαν μόνο ανήμερα της Πρωτοχρονιάς και κανανε τα βίζιτά τους την άλλη μέρα ή την παραπάνω. Σκέτο «γυναικείο» όταν το λέγανε. Στα βιζιτα αυτά πια, γινούτανε και το «μορστράρισμα» των μποναμάδων. Ο,τι ήθελε να τους δωρίσουν την Πρωτοχρονιά, ήπρεπε να το φορέσουν στο βιζιτο εκεινο. Προ πάντων οι παντρεμένες και αρραβωνιασμένες. Ο,τι χρυσαφικό παίρνανε από τσι άντρες τους και αρραβωνιαστικούς, για καμάρι το βάζανε κι ας είχαν άλλα τόσα. Κι ήβλεπες μάτια μου χρυσαφικά/ σαν να βρισκόσουνα στα κουγιουμτζίδικα του καπαλι τσαρσιού. Κορδόνια, μακριά και κοντά και Κωσταντινάτα. Μαλαματένια βραχιόλια, λογιών – λογιών. Στριφτά, μάπες ή βέργες. Σκουλαρίκια καφασωτά που λαμποκοπούσανε. Δαχτυλίδια μονόπετρα με διαμάντια σα ρεβύθι. Στα καρέ τους φιγουράρανε ρέστες – ρέστες τα μαργαριτάρια. Πολλές φορές ανακατωμένες με αληθινά κοράλια. Καταστόλιστες ξεκινούσαν για τα βίζιτα οι Σμυρνιές της καλής τάξης όπως τις λεγανε, με τα πιο καλά τους λούσα και στολίδια. Μπουάδες, μανσόν και παπούτσι λουστρίνι καϊκάκι να τρίζει. Απαραίτητο όμως ήταν το καπέλο με φτερό. Κορδωμένες στα αστραφτερά «λαντώ», κάνανε πιο πρωτοχρονιάτικο αντέτι στα συγγενικά και φιλικά σπίτια.
Αγαπημένοι φίλοι και συμπατριώτες, δεν ξέρω κατά πόσο τα κατάφερα να σας μεταφέρω νοερά, για λίγο στην αγαπημένη μας Σμύρνη, στις γιορτινές μέρες Χριστουγέννων και Πρωτοχρονιάς. Αλλά προσπάθησα. Η μνήμη όσο πάει και θολώνει με τα χρόνια, γι’ αυτό, όπως είπαμε, είναι ανάγκη να γίνονται συχνά τέτοιες προσπάθειες αναδρομής/ για να μη σβήσει ποτέ.
Ας μη κόψουμε τα αόρατα νήματα που μας δένουν με τις σκλαβωμένες μας πατρίδες και που δεν είναι άλλα από τις μνήμες έστω και θολωμένες…
Ο Σύλλογος Μικρασιατών Πεύκης – Λυκόβρυσης «ΙΩΝΙΑ» σας εύχεται να έχετε Καλές Γιορτές και μια Όμορφη και Χαρούμενη Νέα Χρονιά!
Πληροφορίες – Επικοινωνία με το Σύλλογο Μικρασιατών Πεύκης Λυκόβρυσης «ΙΩΝΙΑ»
Γαζεπίδης Γιώργος (6973805584)
Σμαρώ Ηλιοπούλου (6947428586)
Ελισάβετ Παπάζογλου (6976786726)
Δημήτρης Ιακωβίδης (6972305921)