Η μειοψηφία έχει δικαίωμα-υποχρέωση να ελέγχει
Στη συνέχεια με κατηγορεί για «εργατοπατέρα». Εδώ θα χρειαστεί να κάνω μία παρένθεση.
Ο ρόλος, αλλά και η υποχρέωση της μειοψηφίας, στο Δημοτικό Συμβούλιο είναι:
• Ο έλεγχος της διοίκησης για λογαριασμό των πολιτών.
• Η υποστήριξη των θετικών πρωτοβουλιών της διοίκησης για το καλό του τόπου.
• Η κατάθεση προτάσεων για καλύτερη αντιμετώπιση των προβλημάτων.
Από τη θέση μου, ως εκλεγμένου πολίτη αυτής της πόλης, νιώθω την υποχρέωση, από τη θέση της μειοψηφίας, να συμβάλλω ώστε οι πόροι των συμπολιτών μου -γιατί τα λεφτά δεν είναι ούτε δικά μου, ούτε του δημάρχου- να αξιοποιηθούν με τον καλύτερο τρόπο. Αυτός είναι ο κύριος λόγος για τον οποίο, μέχρι σήμερα, έχω στηρίξει τη διοίκηση σε ενέργειες που αποσκοπούσαν στην καλύτερη αξιοποίηση των δημοτικών πόρων (π.χ. αναχρηματοδότηση με ευνοϊκότερους όρους των δανειακών υποχρεώσεων του Δήμου) και βέβαια έχω σταθεί απέναντι σε κάθε ενέργεια της διοίκησης που οδηγεί σε σπατάλες και σε αλόγιστη χρήση των πόρων, τους οποίους οι δημότες τής εμπιστεύθηκαν να διαχειριστεί.
Σε αυτό το πλαίσιο είχα και έχω την υποχρέωση να ελέγχω και να καταγγέλλω τη διοίκηση Πατούλη για τη μέχρι σήμερα πολιτική της ΚΑΙ στα ζητήματα της διαχείρισης του προσωπικού του Δήμου Αμαρουσίου. Γιατί δεν είναι μόνο το θέμα αυτό των 105 εργαζομένων του Οργανισμού που κρίθηκαν υπεράριθμοι, αν και είναι το σημαντικότερο, γιατί οδηγεί σε απόγνωση αυτούς και τις οικογένειές τους σε δύσκολες εποχές. Είναι και η συνολικότερη αλλοπρόσαλλη και επικίνδυνη πολιτική που άσκησε μέχρι σήμερα στο θέμα.
Αφήνω στην κρίση των συμπολιτών μας να συμπεράνουν, αν αυτή η στάση μου δικαιολογεί τη διοίκηση Πατούλη να με χαρακτηρίζει «εργατοπατέρα». Αν πάλι έχει η διοίκηση κάτι πιο συγκεκριμένο, εκτός από χαρακτηρισμούς να μου απευθύνει, να το ακούσουμε. Δεν δικαιούται όμως να κρίνει «εξ ιδίων τα αλλότρια».
Επί προσωπικού…
Στο ρητορικό ερώτημα του κ. Πατούλη, που αφορά στο «στενό μου περιβάλλον» και τίθεται προς εντυπωσιασμό, δεδομένου ότι γνωρίζει την αλήθεια, θεωρώ υποχρέωσή μου να απαντήσω, όχι τόσο σε εκείνον, αλλά πρωτίστως στους πολίτες και χαίρομαι που μου δίνεται η αφορμή. Γιατί τα δημόσια πρόσωπα και οι οικογένειές τους έχουν υποχρέωση να είναι διαφανείς και να μην προκαλούν το δημόσιο αίσθημα με τις πράξεις τους. Ελπίζω και εκείνος, σε ανάλογες περιπτώσεις, να το πράξει.
Η σύζυγός μου εργάζεται από το 2003 σε ένα πρόγραμμα του υπουργείου Εσωτερικών, το οποίο υλοποιείται μέχρι σήμερα από τη ΔΕΑΔΑ και αφορά στους εργαζόμενους του υπουργείου. Η αμοιβή της καλυπτόταν πλήρως από τη χρηματοδότηση του υπουργείου. Δεν έχει επιβαρύνει ούτε ένα ευρώ τον Δήμο, αντίθετα η ΔΕΑΔΑ έχει έσοδα που πλησιάζουν τις 500.000 ευρώ μέχρι σήμερα.
Η σύζυγός μου, από τη στιγμή που νόμιμα είχε δικαίωμα να μεταφερθεί σε οργανισμό εκτός Δήμου, ζήτησε οικειοθελώς να αποχωρήσει και να μεταφερθεί στο υπουργείο, όπου είναι και η θέση εργασίας της, όπως και έγινε. Δεν εξαναγκάστηκε από κανέναν να αποχωρήσει, όπως συνέβη με τους άλλους 104 εργαζόμενους, αλλά και δεν ζήτησε τη διαμεσολάβηση της διοίκησης Πατούλη.
Από πού προκύπτει η «διγλωσσία» που μου αποδίδει η διοίκηση Πατούλη, αφού είναι γνωστό σ΄αυτήν ότι υποστηρίζω εδώ και ένα χρόνο, ότι μόνο όσοι οικειοθελώς επιθυμούν να φύγουν από τον Δήμο, πρέπει να τους επιτραπεί και να βοηθηθούν να φύγουν; Τι σχέση έχει η περίπτωση της συζύγου μου με την περίπτωση των εργαζομένων στους παιδικούς σταθμούς, τις οποίες, έκρινε η διοίκηση Πατούλη ως «πλεονάζον προσωπικό» και οι οποίες με δάκρυα στα μάτια παρακαλούσαν να μείνουν; Καμία βέβαια και το ξέρει πολύ καλά. Επιδιώκει όμως, με υπονοούμενα και λάσπη, να διαστρεβλώσει την αλήθεια και να με συκοφαντήσει.
Επιπλέον, ποτέ δεν ήμουν κατηγορηματικά αντίθετος με τη ρύθμιση που προβλέπει τη δυνατότητα μετακίνησης του εργαζόμενου σε φορείς του Δημοσίου εκτός Δήμου. Ήμουν και είμαι σαφής: εκτός από αυτό, να επιτρέπεται να παραμείνουν και στον Δήμο. Αυτό δεν ήθελε η διοίκηση Πατούλη και είναι γνωστό ότι προσπάθησε να το εμποδίσει, άλλο αν δεν το κατάφερε.