Έκθαμβοι μείναμε από τα πολλά στολίδια, τα ζωηρόχρωμα εναλλασσόμενα χορευτικά κοστούμια, που δεν υστερούσαν εκείνων του θεάτρου Μπολσόι της Μόσχας. Ένα συγκρότημα σαράντα δύο περίπου μελών πέρασε από τους παλιούς ρωσικούς παραδοσιακούς χορούς στους μοντέρνους κλασικίζοντες, πειθαρχημένο κάτω από το ρυθμό μιας θείας μουσικής. Διακρίναμε υπεροχή, αν μπορούμε με βεβαιότητα να γράψουμε την κίνηση, την έκφραση και την παρουσία γενικά της Λουντμίλας Κόρκινα.
Φάνταζε στη θεατρική σκηνή σαν ηρωίδα, αρχαία θεά, υψηλόκορμη, αλύγιστη λες και στηριζόταν σε κοθόρνους. Χαρισματική παρουσιάστηκε και η Αναστάζια Γκρίσινα. Απέδωσε στα ελληνικά το όμορφο τραγούδι του Μίκη Θεοδωράκη «Μαργαρίτα Μαγιοπούλα», γνωστό άλλωστε από τους στίχους του Ιάκωβου Καμπανέλλη. Ο τενόρος Βλαντισλάβ Τουμάνοφ με ύφος και κίνηση, που θα ζήλευαν πολλοί σύγχρονοί μας τραγουδιστές, απέδωσε στα ρωσικά την «Απέραντη στέπα». Ήταν ένα τραγούδι βιωματικό, λυρικής πνοής γεμάτο συναισθηματική προσέγγιση.
Το πλήθος των θεατών εντυπωσιάστηκε και συμμετείχε με κέφι στους ρυθμούς της μουσικής παρουσίας του μπαλέτου, που χόρεψε συρτάκι. Αυτό ήταν μια αποθέωση. Σπάνια έχω αντικρίσει θεατρικό κοινό να μη θέλει ν’ αποχωριστεί από την παρουσία μπαλέτου. Κατεπανάληψη ζήτησε να επανέλθει στη σκηνή.
Ήταν μία απαστράπτουσα θεατρική παράσταση μπαλέτου. Νόμιζες, πως περιείχε πολλούς καθρέφτες, τοποθετημένους έτσι, ώστε να δημιουργούνται συμμετρικά σχήματα με πλούσιες ποικιλόχρωμες πολλαπλές ανακλάσεις. Ήταν μια παράσταση χορευτικού καλειδοσκοπίου.
Το θερμό και παρατεταμένο χειροκρότημα στο τέλος δήλωνε πως το αθηναϊκό κοινό είχε ανάγκη μιας τέτοιας θεατρικής παρουσίας και το μπαλέτο Γκζελ πιστεύω πως αντιλήφθηκε τους κραδασμούς και τα σκιρτήματα της αγάπης προς αυτήν ειδικά τη χορευτική τέχνη. Και νομίζω πως έδωσε μήνυμα υποσχετικής απάντησης μιας ανανεωτικής επιστροφής στο χρονικό γίγνεσθαι της Αθήνας.