Επιμέλεια: Αλέξανδρος Καζαντζίδης
Με τη βεβαιότητα ότι «το δημογραφικό είναι ένα πρόβλημα που δεν αφορά μόνο το σήμερα και το αύριο…» ο πρώην υπουργός, βουλευτής της Α’ Αθήνας και μέλος της Πολιτικής Γραμματείας του ΣΥΡΙΖΑ, Νίκος Φίλης, μιλά αποκλειστικά στην ΑΜΑΡΥΣΙΑ για την πρόταση, που έκανε στις αρχές του περασμένου μήνα στη Βουλή, περί δημιουργίας Υπουργείου Οικογένειας, προκειμένου να προσεχθεί με ιδιαίτερη προσοχή το δημογραφικό πρόβλημα στη χώρα μας.
Και αυτό, γιατί ο κ. Φίλης πιστεύει ότι «… όποιες πολιτικές χαραχθούν, τα αποτελέσματά τους θα γίνουν αντιληπτά σε βάθος χρόνου. Με εφαρμογή συντονισμένων πολιτικών και «χτίσιμο» ενός ισχυρού κοινωνικού κράτους…». Πρόσθετα, μάλιστα, που ο κ. Φίλης θεωρεί ότι η δημιουργία ενός Υπουργείου Οικογένειας «θα ήταν ένα τολμηρό βήμα…», καθώς «… θα μπορούσε να αποτελέσει εμβληματική αλλαγή και να δώσει ώθηση, τόσο στις επιμέρους τομές που προωθούμε όσο και στην καλλιέργεια μιας διαφορετικής αντίληψης, της δικής μας αντίληψης, για το τι σημαίνει Οικογένεια στον 21ο αιώνα».
Εξάλλου, ο κ. Φίλης αναγνωρίζει ότι «… βασικός παράγοντας ανάσχεσης της ζοφερής προοπτικής στο δημογραφικό μας πρόβλημα είναι η Οικογένεια…» και γι’ αυτό τον λόγο «… απαιτούνται πολιτικές ισχυρής προστασίας των εργαζομένων, ισχυρό κοινωνικό κράτος… αναγνώριση του ρόλου και των δυο γονέων και ισότιμη εμπλοκή τους στο μεγάλωμα των παιδιών…», πιστεύοντας ότι «… η οικονομική κρίση και οι μακροπρόθεσμες συνέπειές της αποτελούν παράγοντες επιδείνωσης του Δημογραφικού…», αλλά, παρά την ορθότητα της διαπίστωσης, «… δεν αποδίδει όλες τις διαστάσεις του προβλήματος». Έτσι…
Η πρότασή σας για δημιουργία Υπουργείου Οικογένειας εντυπωσιακή. Θα μπορέσει, όμως, να «λύσει» την κακοδαιμονία του δημογραφικού μας προβλήματος και πώς;
Θα ήταν ένα τολμηρό βήμα κατά τη γνώμη μου. Υπάρχουν καλές πρακτικές από εμπειρίες άλλων ευρωπαϊκών χωρών, όπως, παραδείγματος χάριν, στη Γερμανία, όπου συνιστά βασικό πυλώνα κοινωνικής συνοχής. Θα μπορούσε να αποτελέσει εμβληματική αλλαγή και να δώσει ώθηση, τόσο στις επιμέρους τομές που προωθούμε όσο και στην καλλιέργεια μιας διαφορετικής αντίληψης, της δικής μας αντίληψης, για το τι σημαίνει Οικογένεια στον 21ο αιώνα.Να πάμε, δηλαδή, πέρα από προσεγγίσεις περί ενδιάμεσων δομών, όπως ορθότατα επιλέξαμε να κάνουμε με τη Μετανάστευση και το Περιβάλλον.
Πράγματι, το όλο θέμα φαντάζει ως «κακός δαίμονας» για το αύριο της χώρας. Αυτός θα «ξορκιστεί» με… νόμους ή χρειάζεται κάτι περισσότερο από τα όποια περιστασιακά επιδόματα θα μπορούσαν να δοθούν;
Βασικός παράγοντας ανάσχεσης της ζοφερής προοπτικής στο δημογραφικό μας πρόβλημα είναι η Οικογένεια. Δίπλα στην Οικογένεια και με βασικό άξονα την Οικογένεια, απαιτούνται πολιτικές ισχυρής προστασίας των εργαζομένων, ισχυρό κοινωνικό κράτος, φοροαπαλλαγές για τα παιδιά και όχι παιδιά – «φορολογικά τεκμήρια», αποτελεσματικές πολιτικές ισότητας των φύλων, με αναγνώριση του ρόλου και των δυο γονέων και ισότιμη εμπλοκή τους στο μεγάλωμα των παιδιών.
Η οικονομική κρίση και οι μακροπρόθεσμες συνέπειές της αποτελούν παράγοντες επιδείνωσης του Δημογραφικού. Αυτή η διαπίστωση είναι ορθή, δεν αποδίδει όμως όλες τις διαστάσεις του προβλήματος. Όχι απλώς και μόνο με τη λογική των επιδομάτων, η οποία αποδείχθηκε αναποτελεσματική, αφού τα επιδόματα ελάχιστα μειώνουν τον κίνδυνο της φτώχειας. Αλλά με μια πολυπαραγοντική προσέγγιση. Εναρμόνιση της οικογενειακής και επαγγελματικής ζωής, κοινωνική προστασία, βελτιωμένους όρους εργασίας, εμπλοκή και των δυο γονιών στο μεγάλωμα των παιδιών, εξασφαλισμένες θέσεις σε παιδικούς σταθμούς, πολιτικές για το Παιδί και τη στήριξη των οικογενειών, που εμείς για πρώτη φορά προωθήσαμε.
Βάζουμε, έτσι, τις βάσεις για μια συνολική παρέμβαση και για μεγάλες μεταρρυθμιστικές τομές στα θέματα της κοινωνικής προστασίας και του κοινωνικού κράτους. Οι στοχευμένες κοινωνικές ενισχύσεις, δεν είναι δαπάνες, όπως υποστηρίζει μια ορισμένη οικονομική ορθοδοξία με νεοφιλελεύθερο προσανατολισμό. Και το Δημογραφικό είναι πέρα από εθνικό και μείζον κοινωνικό θέμα.
Το πρόβλημα, ωστόσο, έχει επιστημονικά εντοπιστεί από παλιά. Γιατί δεν έγιναν μέχρι τώρα τολμηρά βήματα, εκτός από τις αρχικές επισημάνσεις;
Ας μην ξεχνάμε ότι η Ελλάδα, ακόμη και τις εποχές της ευμάρειας, ήταν τελευταία σε προνοιακές δαπάνες στην Ευρώπη. Μέχρι το 2012, η πολιτική ενίσχυσης του εισοδήματος για τα νοικοκυριά με παιδιά στη χώρα μας ήταν κατακερματισμένη. Διακόσια (200) επιδόματα καθολικού ύψους, δίνονταν, χωρίς έλεγχο εισοδήματος, από πολυάριθμους φορείς. Οι δε μειώσεις φόρων καταργήθηκαν, οριζόντια, για όλες τις οικογένειες με παιδιά, υπό το βάρος των μνημονιακών περικοπών στις κοινωνικές δαπάνες. Η δική μας κυβέρνηση, έβαλε τις βάσεις για μια συνολική παρέμβαση και για μεγάλες μεταρρυθμιστικές τομές στα θέματα της κοινωνικής προστασίας και του κοινωνικού κράτους. Διότι για εμάς οι στοχευμένες κοινωνικές ενισχύσεις, είναι στήριξη και επένδυση στο ανθρώπινο κεφάλαιο και στην ίδια τη ζήτηση της οικονομίας και
μάλιστα με πολλαπλασιαστικό δημοσιονομικό χαρακτήρα.
Εδώ, βρίσκεται μια πολύ συγκεκριμένη διαχωριστική γραμμή με τη συντηρητική νεοφιλελεύθερη αντίληψη και αυτή τη γραμμή πρέπει να την αντιληφθεί η μεγάλη πλειοψηφία του λαού μας. Δεν θα μιλήσω για το σύνολο των δαπανών του κοινωνικού κράτους και πόσο θα είχε συρρικνωθεί αν εφαρμόζονταν το Μεσοπρόθεσμο της κυβέρνησης Σαμαρά – Βενιζέλου. Μόνο στην Παιδεία θα είχαμε μείωση ένα δισ. ευρώ τον χρόνο. Θα περιοριστώ στις δαπάνες για την Πρόνοια και τις δράσεις κοινωνικής αλληλεγγύης, που συνδέονται άρρηκτα με το θέμα της συζήτησής μας. Το 2015 παραλάβαμε προϋπολογισμό για την Πρόνοια 790 εκατ. ευρώ και μέσα σε 4 δύσκολα χρόνια αυξήσαμε τον προϋπολογισμό αυτόν κατά 408%. Από 790 εκατ. σε 3 δισ. 225 εκατ. ευρώ!
Θεωρείτε πως είναι μόνο ποσοτικό το πρόβλημα ή θα πρέπει να το δούμε ως καθαρά ποιοτικό; Με άλλα λόγια, γιατί οι Νεοέλληνες δεν κάνουν παιδιά, σε σημείο που σήμερα, στατιστικά, τα παιδιά δεν «καλύπτουν» τους γονείς;
Τα τελευταία χρόνια βρισκόμαστε σε οριακό σημείο που οι δημογράφοι αποκαλούν «ακραία χαμηλή γεννητικότητα», δηλαδή, έχουμε φτάσει στο 1,24 παιδιά ανά ζευγάρι. Η αντιμετώπιση του δημογραφικού προβλήματος, όμως, θέλει συντονισμένες πολιτικές και όχι αυτό που λέγαμε παλιά «κάντε περισσότερα παιδιά». Η λύση δεν είναι η συντηρητικοποίηση της κοινωνίας, να μένουν οι γυναίκες στο σπίτι και να μεγαλώνουν τα παιδιά, αλλά η χειραφέτηση των γυναικών και η έμφυλη ισότητα, που θα βοηθήσουν και θα δώσουν ασφάλεια στις γυναίκες να μπορούν και να τεκνοποιούν και, από την άλλη πλευρά, να έχουν εξασφαλισμένο τον εργασιακό τους βίο.
Πιστεύετε ότι είναι εύκολο από «χώρα… γερόντων» θα μπορέσει η Ελλάδα να καλύψει σε βάθος χρόνου την υπογεννητικότητά της;
Σύμφωνα με τις περισσότερες σοβαρές έρευνες ευρωπαϊκών και ελληνικών οργανισμών που διενεργήθηκαν την τελευταία διετία (Ινστιτούτο του Βερολίνου για τον Πληθυσμό και την Ανάπτυξη, Eurostat, ΕΚΚΕ, ΔιαΝΕΟσις), των οποίων τα συμπεράσματα συμπίπτουν, το 2080, ο πληθυσμός της χώρας μας θα βρίσκεται στα 7,2 εκατ. και θα είμαστε ο πιο γερασμένος λαός της Ευρώπης. Δεν λείπουν και ακόμα πιο απαισιόδοξες εκτιμήσεις, που μιλούν ακόμα και για μείωση στο μισό του ελληνικού πληθυσμού στα τέλη της δεκαετίας του 2060! Η γήρανση του πληθυσμού, μαζί με όλους τους άλλους παράγοντες που ο καθένας από μόνος
του θα αποτελούσε κοινωνική βόμβα, υπάρχουν και δρουν σωρευτικά. Και το πρόβλημα καθίσταται ακόμα περισσότερο εκρηκτικό, δεδομένου ότι ο προσδιορισμός του προσδόκιμου ζωής στη χώρα μας τις επόμενες δεκαετίες επηρεάζεται εκ των πραγμάτων από τις συνθήκες φτώχειας που δημιουργήθηκαν, ιδιαίτερα στα χρόνια της κρίσης, και που εμείς σήμερα προσπαθούμε να αναχαιτίσουμε. Διότι η μαζική φτώχεια συνεπάγεται μεγάλες δυσχέρειες στην πρόσβαση στην Υγεία και, ταυτόχρονα, αποτελεί πηγή εμφάνισης προβλημάτων υγείας. Το Δημογραφικό είναι ένα πρόβλημα που δεν αφορά μόνο το σήμερα και το αύριο. Όποιες πολιτικές χαραχθούν, τα αποτελέσματά τους θα γίνουν αντιληπτά σε βάθος χρόνου. Με εφαρμογή συντονισμένων πολιτικών και «χτίσιμο» ισχυρού κοινωνικού κράτους, όπως περιγράψαμε παραπάνω.
Κατά πόσο ενστερνίζεστε την άποψη που έχει τώρα τελευταία ειπωθεί ότι οι οικονομικοί μετανάστες θα «σώσουν» το δημογραφικό πρόβλημα της χώρας μας;
Η χώρα βρίσκεται σε δημογραφική κάμψη, η οποία ξεκίνησε από το 1980. Μετά το 2004 και πριν την κρίση, σημειώθηκε μια πολύ μικρή ανάπτυξη του πληθυσμού, που οφείλεται σε μεγάλο βαθμό και σε ένα κλίμα ευημερίας που υπήρχε τότε, αλλά κυρίως στο ότι ενσωματώθηκε ένα πολύ μεγάλο μέρος των παιδιών, κυρίως των μεταναστών. Όπως είπε και ο πρωθυπουργός στην ομιλία του για την αντιμετώπιση του Δημογραφικού στη Βουλή, η πολιτική ενσωμάτωσης των ανθρώπων που έρχονται από άλλες χώρες εδώ δεν αποτελεί απειλή, αλλά αποτελεί πλούτο και δίνει μια λύση στο πρόβλημα που αντιμετωπίζει η ελληνική κοινωνία.