Με αφορμή το μυθιστόρημα «Και με κλειστά μάτια θα βλέπω» του Παύλου Κάγιου, που παρουσιάσαμε προ ημερών, ζητήσαμε από τον συγγραφέα -και συνάδελφο- να έχουμε μια μικρή συζήτηση μαζί του, τόσο πάνω στους χαρακτήρες των ηρώων του, όσο και στο θέμα των ανθρωπίνων σχέσεων, οι οποίες σ’ αυτό το μυθιστόρημα στέκονται πέρα και πάνω από τις κοινωνικές, πολιτικές και οικονομικές εξελίξεις της χώρας μας.
Ένα μυθιστόρημα του οποίου οι δύο πρωταγωνιστές, φτωχοί, άσημοι, αδιάφοροι, «πλήθος», ζουν τον έρωτά τους, χωρίς να έχουν «λόγο», μέσα στη θύελλα μιας ζωής 80 χρόνων (μεσοπόλεμος, Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, Εμφύλιος, μεταπολεμικά πέτρινα χρόνια, δεκαετία του ΄60, Χούντα 21ης Απριλίου, μεταπολίτευση, σήμερα). Ουσιαστικά, ένα μυθιστόρημα για τον έρωτα δύο άσημων ανθρώπων της καθημερινότητας, ο οποίος στέκεται πάνω από τις αποφάσεις των μεγάλων της γης, «νικάει» την Ιστορία, τα κοινωνικοπολιτικά γεγονότα των ταραγμένων χρόνων της Ελλάδας.
Οι ήρωες
Κύριε Κάγιο, ποιοι είναι οι ήρωες του βιβλίου σας;
Οι αφανείς, το πλήθος, οι άσημοι που ποτέ καμία κυβέρνηση δεν τους «άκουσε» και δεν τους αφουγκράστηκε. Είναι οι κυνηγημένοι αλλά και «ευλογημένοι» αυτού του τόπου που μόνοι, πεινασμένοι και ξεριζωμένοι δεν ξέχασαν τα ιδανικά της ψυχής τους. Όλοι αυτοί που δημιούργησαν την Ελλάδα των αφανών, των άσημων, των φτωχών. Αυτοί ήθελα να είναι η «φωνή» του βιβλίο μου».
Η Βάσω, η ηρωίδα του βιβλίου, μεγαλώνει σε χωριό της Καλαμάτας στα χρόνια του μεσοπολέμου, ο Θοδωράκης σε χωριό της Βορείου Ηπείρου. Μεγαλώνουν σε μια Ελλάδα που δεν ξέρει πού πατά, πού βρίσκεται και πού πηγαίνει… Το 1948 οι ζωές των ηρώων συναντιούνται τυχαία στην Αθήνα. Ο έρωτάς τους νικάει τον εμφύλιο διχασμό. Παντρεύονται. Βουτάνε, παλεύουν μαζί στη ζωή και αυτή χαράζει το νόημά της στο κορμί και στη ψυχή τους …
Ποιοι είναι οι «εχθροί» του έρωτά τους;
Πρόκειται για ένα έρωτα 55 χρόνων, που φέρνει στον κόσμο τρία παιδιά, κυνηγιέται από τους ισχυρούς αυτού του τόπου, δοκιμάζεται μέσα στην εφήμερη μικρότητα του εγωισμού, την πείνα, τα μετεμφυλιακά πέτρινα χρόνια, την απιστία, τους τσακωμούς, τα λάθη, τη συγγνώμη, την ανέχεια, τα γλέντια, το γέλιο και τη μεταπολεμική αισιοδοξία πως θα ξημερώσουν «καλύτερες μέρες»… Η αγάπη τους στέκεται πάνω από την Ιστορία. Έτσι επιζούν και σημερινοί φτωχοδιάβολοι, αφανείς, κυνηγημένοι. Όλα έρχονται και παρέρχονται, αλλά η αγάπη των δύο ηρώων παραμένει άσβηστη. Οι απλοί άνθρωποι και ο έρωτάς τους στέκεται πάνω από αυτούς που αποφασίζουν και «μοιράζουν» την τύχη τους
Διαβάζοντάς το, διαπιστώνουμε ότι κάτι περισσότερο θέλετε να «βγαίνει» από το μυθιστόρημά σας;
Ναι. Να καταφέρουμε να δούμε την εικόνα μας, το χθες και το σήμερά μας, με τα μάτια της ψυχής μας, της προσωπικής αλήθειας μας. Βορειοηπειρώτης είναι ο ένας μόνο ήρωας. Η γυναίκα ηρωίδα, η Βάσω, είναι από την Καλαμάτα. Αυτή είναι που δεν θα διστάσει να αλλάξει την υπηκοότητά της και από ελληνική να πάρει αυτή του άντρα της, να την κάνει, δηλαδή, αλβανική στα τέλη του 1950! Γιατί; Για να μην τους χωρίσουν σε περίπτωση που απελάσουν τον άντρα της. Ο έρωτας πάνω από την Ιστορία. Η ζωή του ανώνυμου ανθρώπου πάνω από υπηκοότητα, ιθαγένεια, καταγωγές. Πάνω από τις πολιτικές εξελίξεις.
Τι σχέση έχουν οι ήρωές σας με τους σημερινούς μετανάστες; Είναι κι αυτοί «φτωχοδιάβολοι»;
Ναι. Πολλοί απ’ αυτούς τους φτωχοδιάβολους είναι το αλάτι της γης, της ζωής. Αυτό που έχει σημασία είναι η μέσα σου υπόληψη, ότι δεν ξεπουλήθηκες, ότι δεν κάρφωσες, ότι κι όταν έσκυψες το κεφάλι, δεν προσκύνησε η ψυχή σου, δεν ξέχασες τα όνειρά σου.