Η ποίηση μιλάει παράλογα, όπως παράλογα μιλάει η ζωή. Η ποίηση μιλάει τη μόνη γλώσσα που χρειαζόμαστε για να επιβιώσουμε. Και τη μόνη γλώσσα που χρειαζόμαστε να ζήσουμε. Δεν μας εξοικειώνει μόνο με το παράλογο του θανάτου, αλλά λειτουργεί σαν αντίδοτο σχεδόν σ’ αυτόν, γιατί έχει τον «μηχανισμό» του έρωτα: το ιερό «μέμηνεν», την πύκνωση του χρόνου, την ενατένιση του τέλους όχι ως λήξη, αλλά ως κορύφωση. Τον Έρωτα οι αρχαίοι τον ονόμασαν ανάμεσα σε άλλα «αλγεσίδωρο»: αυτός που δωρίζει τον πόνο. Και η ποίηση έτσι είναι, γιατί έχει αίμα…
Η ποιητική συλλογή «Άριελ» της ποιήτριας Σύλβια Πλαθ αρχίζει με τη λέξη «αγάπη» και τελειώνει με τη λέξη «άνοιξη».
Άριελ ήταν το όνομα από ένα άλογο, που αγαπούσε η Σ. Πλαθ, είναι επίσης ένα από τα ονόματα της Ιερουσαλήμ. Άριελ είναι επίσης το όνομα του ξωτικού που κινεί τα νήματα στην «Τρικυμία» του Σαίξπηρ και κερδίζει την ελευθερία του από τον μάγο Πρόσπερο, τον οποίο υπηρετεί.
Κάθε στίχος της Σύλβια Πλαθ σοκάρει και ξαφνιάζει. Κάθε ποίημά της μας υπόσχεται μια ιστορία, μας δελεάζει με μια αποκάλυψη.
Με ακαριαία σκληρότητα κάποια ποιήματά της κομματιάζουν τους οικείους της -τον άντρα της, τη μητέρα της, τον πατέρα της ακόμη και γείτονες και γνωστούς της.
Η συλλογή αυτή είναι η εκπληκτική δουλειά και γενναία προσπάθεια της ποιήτριας να πολεμήσει την κατάθλιψη, που την καταδίωκε σε όλη της τη ζωή. Στα ποιήματά της χρησιμοποίησε κάθε συναισθηματική της εμπειρία, δεν σπατάλησε τίποτα από όσα είχε αισθανθεί κι όταν πήρε τον έλεγχο αυτών των θυελλωδών συναισθημάτων , μπόρεσε να συμπυκνώσει και να κατευθύνει το απίστευτο ποιητικό της ταλέντο σε ένα υπέροχο αποτέλεσμα. Και να το «Άριελ», το μεγαλειώδες επίτευγμά της.
Η Σύλβια Πλαθ δεν γράφει ένα αμιγές λυρικό ποίημα. Δεν αφηγείται ποιητικά ένα επεισόδιο. Η δύναμη και η πρωτοτυπία προκύπτουν από τη μείξη των δυο ειδών, από το γεγονός ότι κατάφερε να συγκεράσει τη δραματουργία και τη λυρική ποίηση με τον τρόπο που το έκανε.
Η ποιήτρια πονάει, φοβάται, αγαπά, εξοργίζεται, προδίνεται, δίνεται, πληγώνεται και πληγώνει. Η ευαισθησία και η σκληρότητα, η οργή και το έλεος, ο εγωισμός και η ανιδιοτέλεια είναι τα εναλλασσόμενα πρόσωπα της Σύλβια Πλαθ.
Το «Άριελ» είναι ποιήματα ενός αλλόκοσμου, απειλητικού τοπίου. Το φυσικό τοπίο εσωτερικεύεται και συγχωνεύεται με το ψυχικό – πνευματικό τοπίο. Η ποιήτρια συνδέει την απειλή του εξωτερικού κόσμου με αυτήν που έρχεται από μέσα μας.
Η Σίλβια Πλαθ δεν είναι μια ψυχή σε κατάσταση παραισθητική, αλλά ένας ενεργός καλλιτέχνης, που δοκιμάζει να κατασκευάσει με τόλμη και γενναιοδωρία μια σκάλα για τις πιο δυσπρόσιτες περιοχές της συνείδησης. Αυτό που ανακαλύπτει εκεί είναι ταυτόχρονα τρομερό και όμορφο.
Γιατί αυτή η αναστάτωση; Γιατί η ποίησή της μας ασκεί αυτή την έλξη; Μα γιατί μας χρειάζεται, απ’ ό,τι φαίνεται, για να θρηνήσουμε για τον εαυτό μας και μας χρειάζεται για να ρισκάρουμε: να παίξουμε με τη φωτιά, να πεθάνουμε, καθώς παρ’ όλα αυτά ζούμε.
Αυτό είναι το δώρο που μας προσφέρει η Σύλβια Πλαθ, αυτός ο θάνατος πίσω από το πέπλο που και η ίδια ποθεί στην ποίησή της ίσως γιατί ξέρει πως είναι προϋπόθεση για τη συνειδητή ζωή .
Μέσα στο βιβλίο της συνυπάρχει ο θρήνος, το χιούμορ και η νηφάλια αφήγηση, η χρήση αργκό και καθομιλουμένης και οι λυρικές εκφάνσεις των μεταφορών της.
«Άδεια, αντηχώ στο πιο ανεπαίσθητο βήμα.
Μουσείο δίχως αγάλματα, μεγαλοπρεπές με κίονες, στέγαστρα, ροτόντες.
Στο προαύλιό μου ένα σιντριβάνι αναπηδά και βυθίζεται ξανά στον εαυτό του,
μονάζει τυφλό στο κάλεσμα του κόσμου. Μαρμάρινοι κρίνοι
αναδίνουν το άρωμα της ωχρότητάς τους.
Με φαντάζομαι γεμάτη με επισκέπτες,
μητέρα μιας λευκής Νίκης
και αρκετών Απολλώνων με κενά μάτια
Αντ’ αυτού, οι φροντίδες των νεκρών
με πληγώνουν και τίποτα δεν μπορεί να συμβεί.
Η σελήνη ακουμπά το χέρι της στο μέτωπό μου,
ανέκφραστη και σιωπηλή νοσοκόμα».
———————-
Πενήντα χρόνια συμπληρώνονται φέτος από τον τραγικό θάνατο της Σίλβια Πλαθ. Η διάσημη αμερικανίδα ποιήτρια έδωσε τέλος στη ζωή της στις 11 Φεβρουαρίου 1963, βάζοντας το κεφάλι της στον φούρνο. Ήταν 30 χρονών. Η τραγωδία όμως δεν έληξε εκεί o σύζυγός της και επίσης διάσημος ποιητής Τεντ Χιουζ την είχε εγκαταλείψει για την Άσια Γουίβιλ, την οποία είχε αφήσει έγκυο. Πέντε χρόνια μετά την αυτοκτονία της Πλαθ, η Γουίβιλ έδωσε με τη σειρά της τέλος στη ζωή της, παίρνοντας όμως μαζί στο θάνατο και τη μικρή κόρη που είχαν κάνει με τον Χιουζ. Ακόμα και σήμερα γίνεται λόγος για την «κατάρα της Σίλβια Πλαθ»…
Άλλα έργα της είναι: «Ο γυάλινος κώδων», «Ο κυρ πανικός και η βίβλος των ονείρων και άλλες ιστορίες», «The Colossus», «Crossing the water» κ.ά. Για τις ποιητικές της συλλογές κέρδισε το βραβείο Πούλιτζερ.
Κώστας Τραχανάς