Ένας επινοητικός τρόπος μετάδοσης της γνώσης, λέει ο Μπουκάι, είναι μέσω παραμυθιών, παραβολών και μύθων.
Μια φορά κι έναν καιρό, σ’ ένα βασίλειο μακρινό, ζούσε ένας πολύ ισχυρός βασιλιάς.
Ο μόνος εχθρός που τρόμαζε τον πανίσχυρο βασιλιά ήταν ο μάγος του. Ένας γέρος κουρελής και σοφός, που συνάρπαζε τα πλήθη με τον λόγο του, που είχε την ικανότητα να διαβάζει το μέλλον και ήταν πολύ αγαπητός και δημοφιλής στον λαό.
Γεμάτος ζήλεια και μίσος ο βασιλιάς έστησε μια πλεκτάνη με σκοπό να ξεφορτωθεί τον μάγο του:
Θα οργάνωνε μια γιορτή και θα προσκαλούσε το μάγο να τον ρωτήσει ενώπιον όλων, αν ήταν αλήθεια πως ήξερε να διαβάζει το μέλλον…
Εάν ο μάγος απαντούσε «όχι», θα φαινόταν πως δεν ήταν τόσο ισχυρός.
Εάν έλεγε «ναι», θα τον προκαλούσε να πει μπροστά στον κόσμο, πότε ακριβώς θα πέθαινε.
Οποιαδήποτε ημερομηνία και να έλεγε, ο βασιλιάς θα έβγαζε το σπαθί του και θα τον σκότωνε…
Ο μάγος ήταν καταδικασμένος να αποτύχει ή να πεθάνει…
Έτσι, κανείς πια δεν θα αμφισβητούσε πως ο ισχυρότερος άνδρας του βασιλείου ήταν ο ίδιος ο βασιλιάς.
Η απάντηση όμως του μάγου ήταν τέτοια, που έκανε τον βασιλιά να αναθεωρήσει ολόκληρη τη ζωή και τη βασιλική του αντίληψη…
Μια ιστορία ,που μας λέει πως:
πρέπει να υπολογίζουμε την γνώμη των άλλων,
να μην απορρίπτουμε τους άλλους για κάποια πράγματα που είναι ανάξια,
να είμαστε δίκαιοι με τους άλλους,
να είμαστε ταπεινόφρονες. Η μεγάλη ταπείνωση είναι να δει κανείς το κακό μέσα του και να το παραδεχτεί,
να μετανοούμε και να συγχωρούμε,
καθένας να κοιτάζει τη δική του σκιά, να μην κρίνει τη σκιά των άλλων, μόνο να προβληματίζεται και να νουθετείται από αυτές,
να μην είμαστε ματαιόδοξοι,
να μην τιμωρούμε ένα αθώο,
τα παθήματα να μας γίνονται μαθήματα,
να ακούμε τις συμβουλές των άλλων και κυρίως των ηλικιωμένων,
να μιλάμε λίγο και να ακούμε πολύ,
να μην φοβόμαστε,
αιτία όλων των πραγμάτων είναι ο φόβος,
ο φόβος δημιουργεί τα αποτυπώματα, τα φαντάσματα,
να μη φοβόμαστε τον θάνατο και να θυμόμαστε τον ποιητή που λέει για τους αρχαίους πως: «… κάναν οίστρο της ζωής/ τον φόβο του θανάτου»,