Ο Βριλησσιώτης συγγραφέας και απόστρατος της Ελληνικής Αστυνομίας Νίκος Καραδήμας στην συνέντευξη που παραχώρησε στην ΑΜΑΡΥΣΙΑ μας συστήνει το πρώτο μυθιστόρημά του με τίτλο «Ενδείξεις» ( κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Αγγελάκη») και εξηγεί ποια από τα γεγονότα που διαδραματίζονται στις σελίδες του είναι εμπνευσμένα από τα βιβλία συμβάντων τα οποία κατέγραφε κατά την διάρκεια της σταδιοδρομίας του στο Σώμα.
Παράλληλα, αναφέρεται στην έξαρση της εγκληματικότητας που βιώνουμε στην περίοδο μετά τον εγκλεισμό αλλά και στο πρόβλημα της έλλειψης νερού που αντιμετωπίζει η αγαπημένη του πόλη των Βριλησσίων εξαιτίας της έλλειψης γεννήτριας στο κεντρικό αντλιοστάσιο.
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ: ΤΑΣΟΣ ΜΕΡΓΙΑΝΝΗΣ
Μπορείτε να μας συστήσετε τους ήρωες του βιβλίου και να μας βάλετε κάπως στην πλοκή του;
Οι ήρωες των «Ενδείξεων» είναι άνθρωποι της καθημερινότητας που βιώνουν, αντιστέκονται, μάχονται και επιχειρούν να επιλύσουν τα καθημερινά υπαρξιακά, κοινωνικά, βιοποριστικά πραγματικά ή επίκτητα προβλήματά τους, χωρίς να είναι απολύτως υπεύθυνοι για την συμπόρευση μαζί τους. Η ακόμα κι αν αδυνατούν να επωμιστούν το βάρος, δείχνουν να συμβιβάζονται. Άλλοτε υπεύθυνα και άλλοτε κατ’ ανάγκη.
Οι βασικοί ήρωες είναι τέσσερις: Ο Νικηφόρος Καρράς, ο οποίος είναι και ο μοναδικός που έχει ονοματεπώνυμο. Πρόκειται για έναν ανιδιοτελή αστυνόμο που δεν αγάπησε το επάγγελμά του, αλλά το τίμησε. Πορεύτηκε με τις έγνοιες του αναπάντεχου, χωρίς συμβιβασμούς αναζητώντας την δικαίωση. Παραχωρούσε για χρόνια το έδαφος με την ελπίδα, η οποία όπως αποδεικνύεται, από την πλοκή δεν ήταν προσεγγίσιμη, τουλάχιστον στον χώρο του. Πάρα ταύτα η έκτη αίσθησή του, αναγνώριζε τον αντιλογισμό των συναισθημάτων και τον καθοδηγούσε ανατρεπτικά.
Η Λυδία, ο έρωτας που γεννήθηκε σε μια παροπλισμένη ντρεζίνα ενός μεθοριακού σταθμού στην πρώτη τους νιότη, απρόσμενα έσβησε, όταν εισήχθη στην Αρχιτεκτονική και ο Νικηφόρος εγκατέλειπε οριστικά την Φιλοσοφική για να βιοποριστεί στην σίγουρη θυρίδα του Δημοσίου. Ο ανεκπλήρωτος αυτός έρωτας, καιροφυλακτούσε στα τυφλά και έμελλε να συναντηθούν εκ νέου την περίοδο του εμφυλίου και αργότερα γενικευμένου πολέμου στη Σερβία.
Ο Νικηφόρος Καρράς είχε πάρει ήδη τις αποφάσεις του, καθόσον η Ερατώ, η σύζυγός του, τον εγκατέλειπε, προκειμένου να ζήσει οριστικά στη Βόρεια Θάλασσα με τον σωτήρα γιατρό της, που περιόρισε αρχικά και εξυγίανε εν τέλει το αυτοάνοσο νόσημα, από το οποίο έπασχε εκ γενετής και του το είχε αποκρύψει.
Στη σμίξη του Σάββα με τον Δούναβη στην πόλη του Βελιγραδίου, Ο Νικηφόρος, αστυνομικός συντάκτης πλέον και ο ανεκπλήρωτος έρωτας του η Λυδία, όταν ξαναβρέθηκαν ήταν αργά. Οι ενδείξεις έτειναν πλέον να γίνουν σοβαρές αποδείξεις. Ο επιπόλαιος τραυματισμός του σε έναν από τους καθημερινούς βομβαρδισμούς, αλλά και το μετατραυματικό σοκ τους χώρισε για πάντα. Τόσο ο πόλεμος όσο και μια κρυμμένη επιστολή καθομολογούσε ένα απίστευτο στην περίοδο του εμφυλίου «αμάρτημα».
Η νεαρή βιολόγος Μιλένα αγνώστου πατρός, καρπός ενός καλοκαιρινού έρωτα, ξετυλίγοντας το κουβάρι των ερευνών μιας απίστευτης μεντελικής σχέσης έμπαινε στη ζωή του Νικηφόρου, αρχισυντάκτη πλέον μιας από τις μεγαλύτερες σε κυκλοφορία ημερήσιες εφημερίδες. Πόσο θα ευημερούσε μια τέτοια σχέση, όταν αποκαλύφθηκε αβίαστα από την ίδια ο ενεργός της ρόλος ως σύγχρονης κατασκόπου;
Αποστρατευτήκατε από την Ελληνική Αστυνομία το 2020. Στην θητεία σας, μεταξύ άλλων, υπηρετήσατε σε διευθύνσεις και υποδιευθύνσεις ασφαλείας στην Αττική ενώ ασκήσατε καθήκοντα Διοικητή σε κεντρικά τμήματα ασφαλείας. Πόσες από αυτές τις εμπειρίες μεταφέρατε στο χαρτί στην πρώτη σας συγγραφική απόπειρα;
Στα 37 χρόνια στο Σώμα, ως βαθμοφόρος έχω γράψει άπειρα βιβλία συμβάντων. Τα περισσότερα χρόνια και πριν εφαρμοστεί το ηλεκτρονικό σύστημα, η γραφή γίνονταν με το χέρι. Συνεπώς αρκετά από αυτά σου έμεναν, γιατί ένα αδίκημα το έγραφες τέσσερις φορές. ‘Ένορκη μαρτυρική κατάθεση-δικογραφία με όλες τις ανακριτικές εκθέσεις, εγγραφή στο βιβλίο συμβάντων, σηματική αναφορά προς τις προϊστάμενες υπηρεσίες και αντίγραφο για τον παθόντα.
Στο μυθιστόρημά μου με τίτλο «Ενδείξεις», όλα τα γεγονότα είναι αληθή, διανθισμένα με στοιχεία μυθοπλασίας. Για παράδειγμα, η αναφορά στα γεγονότα του εμφυλίου για τα οποία χεδόν όλοι μας και κυρίως όσοι μεγαλώσαμε στην επαρχία είχαμε ακούσματα από παλιότερους. Το αυτοάνοσο περιγραφόμενο νόσημα με το οποίο «επιβάρυνα» έναν ηρώα μου, περιήλθε σε γνώση μου, στα πρώτα χρόνια της καριέρας μου, όταν κλήθηκα να επιληφθώ σε αιφνίδιο θάνατο συγγενικού προσώπου του νοσούντα.
Τον έρωτα τον βιώνουν σχεδόν όλοι οι ζώντες οργανισμοί, αρκεί να μην αποδίδεται με εκχυδαϊστικό τρόπο. Για τα γεγονότα στον πόλεμο της Σερβίας είναι μια προσωπική βιωματική ιστορία. Είχα τις διαβεβαιώσεις από προϊσταμένους μου το 1999 ότι θα πήγαινα με μετάθεση στην Ελληνική πρεσβεία στο Βελιγράδι, αλλά εξ’ αιτίας του πολέμου ακυρώθηκε. Το ταξίδι πλέον για μένα στο Βελιγράδι ήταν στις προτεραιότητες μου, κάτι για το οποίο δεν μετάνιωσα ποτέ με την επίσκεψή μου. Όσα περιγράφονται είναι περπατημένα σπιθαμή προς σπιθαμή.
Για τον αγνώστου πατρός ηρώα μου είναι προσωπική ιστορία φιλικού μου προσώπου. Όλα τα επιμέρους περιστατικά που περιγράφονται είναι αληθινά εμπνευσμένα από την καθημερινότητα .
Το βιβλίο σας «Ενδείξεις» ήταν υποψήφιο στα «Βραβεία Public 2021» στην κατηγορία «Ελληνικό μυθιστόρημα». Ήταν κάτι που περιμένατε και τι σημαίνει αυτή η υποψηφιότητα για εσάς;
Ήταν κάτι που με ικανοποίησε ιδιαίτερα. Τηρουμένων των αναλογιών, ήταν δύσκολη η χρονιά που πέρασε με την covid 19 να μας έχει κλείσει στα σπίτια. Χωρίς καμία παρουσίαση βιβλίου είναι ιδιαίτερα δύσκολο να προωθηθεί ένα βιβλίο. Παρ’ όλα αυτά το βιβλίο μου βρίσκεται ήδη στην τρίτη έκδοση. Από την άλλη πλευρά, βέβαια και παίρνω παράδειγμα από τον εαυτό μου, λόγω του εγκλεισμού διαβάσαμε περισσότερο.
Τι περιλαμβάνουν τα επόμενα συγγραφικά σας σχέδια;
Για την χρονιά που έρχεται και ενδεχομένως και πριν την εκπνοή του χρόνου, έχω ετοιμάσει και έχω δώσει σε δέκα προ αναγνώστες να διαβάσουν το νέο μου μυθιστόρημα που είναι καθαρά αστυνομικό με ανατροπές. Έχω καταλήξει περίπου σε δύο τίτλους και θα δω ποιος τελικά θα επικρατήσει. «Άλλοθι» ή «Στις δυο λίμνες» ή ένας συνδυασμός αυτών. Το μυθιστόρημα διαδραματίζεται σε μια πανέμορφη τεχνητή λίμνη της πατρίδας μας, εξελίσσεται και ολοκληρώνεται σχεδόν στη λίμνη Κόμο, στην Ιταλία με μια πρόσκαιρη επιστροφή στον αρχικό τόπο για να συνδεθεί η πλοκή και αναφέρεται στην μακρά ποινική εγκληματική περίοδο, από την Μεταπολίτευση έως σήμερα.
Φυσικά, ο έρωτας παίζει πρωταρχικό ρόλο ακόμα και αν δεν είναι αναμενόμενος. Μια ανέλπιστη δωρεά οργάνων ανατρέπει τα γεγονότα ενοχής, που τελικά δεν είναι αναπόφευκτη, με την καθ’ ομολογία ποινική διάσταση του δράστη, που έως τότε φέρονταν ως εραστής στην κυριολεξία, αλλά και της πολιτικής.
Στη συνέχεια έχω κατά νου και ήδη διαμορφώνω την δράση στην αντίπερα όχθη του Ατλαντικού που σκέφτομαι να μπω στα βαθιά με την «Νέγρα του Biloxi» με καθαρό αστυνομικό ύφος με αντιρατσιστικά στοιχεία. Δυστυχώς ακόμα και σήμερα ο ρατσισμός επικρατεί σε ορισμένες πολιτείες στις οποίες αναφέρομαι, ενώ κάνω και μια αναφορά στην μουσική τζαζ που αγαπώ.
«Έχω πέσει στην παγίδα να αγοράσω ‘’εμπορικό’’ μυθιστόρημα»
Η γνωστή Βρετανή συγγραφέας και πρώην αστυνόμος Clare Mackintosh είχε δηλώσει ότι σταμάτησε να διαβάζει αγγλική αστυνομική λογοτεχνία, επειδή την θύμωνε το γεγονός ότι έβρισκε λάθη στον τρόπο που περιγράφονταν οι ντετέκτιβ και η αστυνομική έρευνα. Είναι κάτι που σας έχει συμβεί και πως κρίνετε το επίπεδο της αστυνομικής λογοτεχνίας στην Ελλάδα;
Συμμερίζομαι την άποψή της. Αυτό βέβαια δεν συμβαίνει στην περιγραφή του εγκλήματος μόνο στην Βρετανία, αλλά είναι ένα παγκόσμιο φαινόμενο, το οποίο έχει παρατηρηθεί και στην χώρα μας.
Αγοράζεις κάποιο βιβλίο με φτιασιδωτό οπισθόφυλλο με το αίμα να ρέει άφθονο και στο εσωτερικό του διαβάζεις για τους έρωτες της Μυκόνου και του Κολωνακίου όπου φιλονικούν οι εραστές και στο τέλος πάνω στην ερωτική πράξη, έχουμε έναν θάνατο…Το αποτέλεσμα δε, χιλιάδες πωλήσεις. Προσωπικά αυτού του είδους τα μυθιστορήματα, θα τα ονόμαζα «εμπορικά». Και εγώ έχω πέσει σε αυτή την παγίδα. Δεν κρύβω, ότι έχω αγοράσει τέτοιου είδους βιβλία χωρίς ποτέ να ολοκληρώσω την ανάγνωσή τους.
Βέβαια, στην χώρα μας έχουν γραφεί καθαρά αστυνομικά μυθιστορήματα πολλά χρόνια πριν με κυριότερο εκφραστή της αστυνομικής λογοτεχνίας τον Γιάννη Μαρή. Ακόμα και ο Παύλος Νιρβάνας με το «Έγκλημα στο Ψυχικό» θεωρείται μυθιστοριογράφος της αστυνομικής λογοτεχνίας καθώς και ο Πέτρος Μάρκαρης. Από τους νεότερους, προσωπικά θαυμάζω την Ευτυχία Γιαννάκη, παρά το ιδιόρρυθμο της γραφής της.
Ποια είναι τα αγαπημένα σας αναγνώσματα και ποιο βιβλίο διαβάζετε αυτήν την περίοδο;
Από Έλληνες συγγραφείς ο αγαπημένος μου είναι ο Γιάννης Καλπούζος του οποίου το «Ιμαρέτ» έχω διαβάσει τρείς φορές, όπως την «Σέρα» και τον «Σοφό της λίμνης» και η Λιλή Ζωγράφου. Την συγκεκριμένη περίοδο έχω αναλωθεί στον John Grisham που θεωρώ τον μεγαλύτερο εν ζωή συγγραφέα αστυνομικής λογοτεχνίας και διαβάζω όλα του τα βιβλία. Τώρα διαβάζω την «Ετυμηγορία». Τους Σκανδιναβούς δεν τους πολύδιαβάζω. Δεν με συγκινούν ιδιαίτερα.
«Τον Χειμώνα ζεσταίναμε το χιόνι για να έχουμε νερό»
Κατοικείτε στα Βριλήσσια. Τι σας αρέσει στο προάστιο σας και τι θα αλλάζατε εάν είχατε την ευκαιρία;
Τα Βριλήσσια στην σκιά της Πεντέλης σαν σχετικά νέος Δήμος έχουν καταφέρει να είναι μακριά από το κέντρο και να διατηρούν τα στοιχεία και την αυτονομία μιας επαρχιακής πόλης με τα καλά και τα κακά της που πιστεύω είναι λιγότερα. Διαθέτουν πολύ πράσινο, πάρκα και ήσυχες πλατείες με χαμηλά ποσοστά εγκληματικότητας, παρά την έλλειψη αστυνομικής δύναμης. Στα πολύ κακά της είναι η συγκοινωνίες ,όταν μάλιστα ο προαστιακός και το μετρό είναι πολύ κοντά, αλλά όχι εύκολα προσεγγίσιμα. Για την δημοτική Αρχή θα έλεγα ότι υστερεί παρά το ότι ο Δήμος είναι μικρός και εύκολα διαχειρίσιμος. Η ύδρευση είναι ένα ακόμη μεγάλο θέμα. Με την δεξαμενή οι πολίτες υποφέρουν ακόμα και με την διακοπή του ηλεκτρικού ρεύματος, όπως έγινε τον περασμένο χειμώνα που ζεσταίναμε το χιόνι για να έχουμε νερό.
«Ανεπιτυχείς και σχεδιασμένες στο πόδι όλες οι αναδιαρθώσεις της Αστυνομίας»
Με την πρότερή ιδιότητά σας θα ήθελα να σας ρωτήσω εάν η όψιμη αύξηση της παραβατικότητας που παρατηρείται τον τελευταίο χρόνο είναι το απότοκο του εγκλεισμού που έφεραν τα απανωτά lockdown που βιώσαμε τους τελευταίους μήνες ή πρόκειται απλώς για μια κακή συγκυρία;
Δυστυχώς η εγκληματικότητα αυξάνεται συνεχώς και πολλές φορές βρίσκεται μπροστά και από την τεχνολογία, όταν για παράδειγμα σήμερα μαθαίνεις από το διαδίκτυο πως ανοίγει ένα αυτοκίνητο.
Η περίοδος εγκλεισμού δεν θα έλεγα ότι ήταν περίοδος με αυξημένη εγκληματικότητα με εξαίρεση μόνο τα αδικήματα της ενδοοικογενειακής βίας. Γενικά είναι πολλοί οι παράγοντες που αυξάνουν την εγκληματικότητα και η επίλυση των προβλημάτων απαιτεί συλλογική προσπάθεια.
Επειδή έχω ζήσει στο χώρο αρκετές αναδιαρθρώσεις, μπορώ να πω οτι ήταν όλες ανεπιτυχείς γιατί ήταν σχεδιασμένες στο πόδι. Ακόμα και με την ενοποίηση των Σωμάτων («Αστυνομία Πόλεων» και «Χωροφυλακής» στο μακρινό 1984) αντί σήμερα να έχουμε μία Αστυνομία έχουμε τέσσερις.
Ο σχεδιασμός τότε διατήρησε τα κακά των δύο Σωμάτων και εξανεμίσθηκαν τα καλά. Ένα Σώμα με καθαρό στρατιωτικό κώδικα δεν μπορούσε να συνυπάρξει με την Αστυνομία Πόλεων που υπάγονταν στον δημοσιοϋπαλληλικό κώδικα. Από τότε υπήρξε η ανομοιογένεια και τα δεινά πολλαπλασιάστηκαν. Μέχρι να ευθυγραμμιστούν σε μια κοινή συνισταμένη άρχισαν άλλες αναδιαρθρώσεις, με τα λεγόμενα πολυδύναμα τμήματα που είχαν τον τίτλο για λίγο καιρό και μετά ήρθαν τα πρότυπα. Επανασυστάθηκαν υπηρεσίες που είχαν καταργηθεί και ο νέος σχεδιασμός δημιούργησε ακόμη πιο επιτελικές υπηρεσίες που οι μάχιμοι αστυνομικοί είχαν εξαφανισθεί στελεχώνοντάς τες.
Από την εμπειρία σας ποιος είναι ο καλύτερος τρόπος για να αντιμετωπιστεί το θλιβερό αυτό φαινόμενο;
Η αστυνομία δυστυχώς ακόμη είναι επιφορτισμένη με ξένα καθήκοντα, όπως η εκτέλεση δικογράφων οι μεταγωγές αφού υπάρχει σωφρονιστική αστυνομία. Έχει γίνει ένας επικίνδυνος διαχωρισμός του προσωπικού σε αστυνομικούς, ειδικούς φρουρούς, συνοριακούς φύλακες και τώρα ετοιμάζεται η Πανεπιστημιακή Αστυνομία. Γενικότερα, η αναδιάρθρωση του κρατικού μηχανισμού είναι κακώς σχεδιασμένη.
Για παράδειγμα η πόλη της Νέας Υόρκης έχει τέσσερις Δήμους (Μανχάταν, Μπρούκλιν, Κουίνσι και Μπρόνξ) με αντίστοιχα αστυνομικά τμήματα πλήρως εξοπλισμένα και εδώ υπάρχουν στην περιοχή τρία αστυνομικά τμήματα( Πεντέλης, Βριλησσίων, Χαλανδρίου) και στην πραγματικότητα η αστυνομική δύναμη υπολείπεται της οργανικής ενός μόνο τμήματος.
Κατά την άποψή μου, απαιτούνται λιγότερες αστυνομικές υπηρεσίες με την προβλεπόμενη δύναμη. Δεν μπορεί ας πούμε ένα περιπολικό της Άμεσης Δράσης να καλύπτει τέσσερις και πέντε περιοχές. Ο μεγαλύτερος δε βραχνάς είναι οι διαθέσεις στα υψηλά λεγόμενα πρόσωπα και ο μεγάλος αριθμός αξιωματικών στα ύπατα αξιώματα.