Από την έντυπη έκδοση IASIS που κυκλοφορεί
Γεώργιος Σπιθάκης, Γαστρεντερολόγος – Ηπατολόγος
H κολονοσκόπηση είναι η εξέταση εκλογής για τη διερεύνηση των παθήσεων του παχέος εντέρου και του τελικού ειλεού.
Πραγµατοποιείται µε το κολονοσκόπιο, έναν µακρύ ελαστικό σωλήνα διαµέτρου µερικών χιλιοστών, που εισέρχεται από τον πρωκτό και ελέγχει τον βλεννογόνο µέσω µιας κάµερας µε φως που διαθέτει στο άκρο του. Εκτός από την άµεση επισκόπηση του τοιχώµατος του εντέρου, η κολονοσκόπηση παρέχει τη δυνατότητα λήψης βιοψιών από πιθανές βλάβες καθώς και την πραγµατοποίηση θεραπευτικών χειρισµών (αιµόσταση, καυτηριασµό βλαβών, πολυπεκτοµές).
Το µεγάλο πλεονέκτηµα της εξέτασης αυτής, που την καθιστά υπερπολύτιµη και αναντικατάστατη, είναι η πρόληψη του καρκίνου του παχέος εντέρου. Η κακοήθεια στο παχύ έντερο είναι η δεύτερη συχνότερη αιτία θανάτου από καρκίνο στον κόσµο και η τρίτη συχνότερη κακοήθεια, µετά τον καρκίνο του µαστού και του πνεύµονα.
Στο µεγαλύτερο ποσοστό των περιπτώσεων, ξεκινά από έναν µικρό πολύποδα στο τοίχωµα του εντέρου που αναπτύσσεται τοπικά και στα αρχικά στάδια δεν προκαλεί κάποιο σύµπτωµα. Η εξέλιξη σε καρκίνο του παχέος εντέρου είναι συνήθως µια µακροχρόνια διαδικασία που κρατάει περισσότερο από 10 έτη. Η εµφάνιση συµπτωµάτων, όπως απόφραξη (ειλεός) ή αιµορραγία, πιθανότατα υποδηλώνει πως η κακοήθεια βρίσκεται σε προχωρηµένο στάδιο (τοπική επέκταση ή και αποµακρυσµένες µεταστάσεις) και απαιτεί χειρουργική ή και ογκολογική αντιµετώπιση. Η συντριπτική πλειοψηφία (91%) των ασθενών µε περιορισµένη νόσο επιβιώνουν πάνω από 5 χρόνια, 70% των ασθενών µε τοπικά προχωρηµένη νόσο ξεπερνούν τα 5 χρόνια ζωής ενώ µόλις 14% αυτών µε µεταστάσεις ζουν πάνω από 5 έτη. Με την κολονοσκόπηση µπορούµε να εντοπίσουµε και να αφαιρέσουµε ενδοσκοπικά τους πολύποδες αυτούς προτού προλάβουν να εξαλλαγούν ή να επεκταθούν. Αυτό έχει ως αποτέλεσµα τόσο την πρόληψη, όσο και την άµεση και οριστική θεραπεία, χωρίς ο ασθενής να χρειάζεται να υποβληθεί σε µεγάλα και επώδυνα χειρουργεία, εξαν-τλητικές χηµειοθεραπείες ή ακτινοβολίες.
∆ιαδικασία Κολονοσκόπησης
Πολλοί άνθρωποι αποφεύγουν τον προληπτικό έλεγχο, καθώς στο µυαλό τους η κολονοσκόπηση φαντάζει ως µια επώδυνη και επικίνδυνη διαδικασία ή απλά νιώθουν άβολα. Η αλήθεια είναι ότι πλέον η εξέταση αυτή είναι πολύ ασφαλής αλλά, όπως κάθε επεµβατική ιατρική πράξη, δεν παύει να έχει επιπλοκές. Οι σοβαρότερες από αυτές, η αιµορραγία και η διάτρηση, εµφανίζονται σπανιότατα και µπορούν να αντιµετωπιστούν και ενδοσκοπικά.
Η προετοιµασία για την εξέταση, που απαιτεί καλό καθαρισµό του εντέρου µε τη λήψη κάποιου καθαρτικού, αποτελεί άλλον έναν πιθανό ανασταλτικό παράγοντα. Τα νεότερα σκευάσµατα όµως είναι πιο εύγευστα, εύληπτα και έχουν εξίσου ή ακόµη και καλύτερα αποτελέσµατα χωρίς πολλή ταλαιπωρία. Η χορήγηση µέθης πριν και κατά τη διάρκεια της εξέτασης, σε συνδυασµό µε την παρουσία αναισθησιολόγου, καθιστούν τη διαδικασία εντελώς ανώδυνη καθώς ο ασθενής είναι κοιµισµένος και δεν αντιλαµβάνεται την παραµικρή ενόχληση.
Όπως γίνεται φανερό από όλα τα παραπάνω, η κολονοσκόπηση αποτελεί µια ασφαλή, ανώδυνη εξέταση ρουτίνας, που µπορεί να προλάβει εύκολα, άµεσα και αποτελεσµατικά, δυσάρεστες επιπτώσεις στην υγεία, και εν τέλει να σώσει ζωές.
Πότε πρέπει να κάνουµε την εξέταση
Στις περισσότερες χώρες του δυτικού κόσµου, σύµφωνα µε τις κατευθυντήριες οδηγίες, όλοι οι ενήλικες θα πρέπει να υποβάλλονται σε προσυµπτωµατικό έλεγχο µε κολονοσκόπηση στα 50 έτη της ηλικίας τους, καθώς 9 στα 10 περιστατικά κακοήθειας του εντέρου αφορούν ηλικίες άνω των 50 ετών.
Ανάλογα µε τα ευρήµατα της εξέτασης, θα πρέπει να την επαναλαµβάνουν µετά από µερικά χρόνια, σύµφωνα µε τις οδηγίες του γαστρεντερολόγου τους, µέχρι τουλάχιστον την ηλικία των 75 ετών. Άτοµα µε οικογενειακό ιστορικό (συγγενείς 1ου βαθµού) κακοήθειας του εντέρου συστήνεται να ξεκινούν τον έλεγχο ακόµη νωρίτερα.
Τα τελευταία χρόνια, παρατηρείται µείωση στο συνολικό ποσοστό του καρκίνου του παχέος εντέρου, γεγονός που καταδεικνύει και τη µεγάλη αξία της κολονοσκόπησης στην πρόληψή του. Ωστόσο, υπάρχει η τάση το όριο ηλικίας έναρξης του ελέγχου να µειωθεί στα 45 έτη καθώς σηµειώνεται αυξηµένη συχνότητα εµφάνισης κακοήθειας σε µικρότερες ηλικίες. Όταν παρουσιαστούν ύποπτα συµπτώµατα, όπως αίµα στα κόπρανα, κοιλιακό άλγος, πτώση του αιµατοκρίτη ή διαταραχή στη συχνότητα και τη σύσταση των κενώσεων, θα πρέπει να αναζητηθεί η συµβουλή γαστρεντερολόγου και πιθανόν να χρειαστεί ενδοσκοπικός έλεγχος άµεσα, και πριν από την ηλικία των 50 ετών.
Γεώργιος Σπιθάκης
Γαστρεντερολόγος – Ηπατολόγος
Επιστηµονικά Υπεύθυνος Ενδοσκοπικού Τµήµατος
Affidea Κηφισιάς
Λεωφ. Κηφισίας 190, Κηφισιά
E-mail: kifisia@affidea.com