Γράφει ο Αλέξανδρος Καζαντζίδης – Από την έντυπη έκδοση της Καθημερινής Αμαρυσίας, φύλλο Χαλανδρίου – Αγίας Παρασκευής – Παπάγου – Χολαργού – 06/01/21
Περάσαμε στον καινούργιο χρόνο, μια ημερολογιακή μετάβαση, που έχει, όμως, ζωτικούς για όλους και όλες συμβολισμούς, ώστε να είναι ένα 2021 «ελεύθερο» από το κακό της πανδημίας. Τέτοιες μέρες, κατάλοιπο δημοσιογραφικών συνηθειών είναι να φωτίζονται άνθρωποι που με το παράδειγμά τους «ξεστραβώνουν» τους άλλους.
Σε μια εποχή που οι νέοι λοιδορήθηκαν ως υπαίτιοι της εξάπλωσης του κορωνοϊού λόγω «ανεμελιάς» και «απερισκεψίας», όπως λένε από τον τηλεοπτικό… άμβωνα αυτοί που ξέρουν τα πάντα, ένα εξαιρετικό δείγμα ανθρωπιάς και αλληλεγγύης έδωσε το «φρέσκο αίμα» του 1ου συστήματος προσκόπων Χολαργού. Με τις λίγες δυνάμεις του, έβαλε στόχο να αναλάβει τα έξοδα μιας ετήσιας συνδρομής για δύο κορίτσια στον ξενώνα κακοποιημένων γυναικών «Η Φοίβη», ενώ ξεκίνησε να συγκεντρώνει τρόφιμα και είδη υγιεινής για τις ανάγκες των γιορτών μιας ολόκληρης οικογένειας της πόλης.
Χωρίς τυμπανοκρουσίες και selfies (που κάποιοι επιστρατεύουν ακόμη και όταν απλώς εμβολιάζονται), η προσπάθεια μεταφέρθηκε από στόμα σε στόμα και μέσα από τον σύγχρονο αγγελιαφόρο των μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Έτσι, οι πρόσκοποι κατάφεραν να στολίσουν ένα «δέντρο αγάπης», όπως το ονόμασαν, που ήταν μεν ένα απλό έλατο, αλλά γεμάτο με στολίδια… δωρεών μελών του συστήματος και όσων συμπολιτών ευαισθητοποιήθηκαν. Νέοι και νέες που υποτίθεται ότι όλη την ώρα ασχολούνται μόνο με το… κινητό τους, στερήθηκαν χρόνο και χρήμα για να προσφέρουν από λίγο κάτι το οποίο για κάποιους ανθρώπους φαντάζουν πολυτέλεια!
Μάλιστα, μια ένδειξη ότι οι τυμβωρύχοι κάθε καλού στον πυρήνα της ψυχής των πιτσιρικάδων έχουν καταφέρει να περάσουν το θεωρητικό «δηλητήριο» διαπόμπευσής τους είναι η έκπληξη και ενός νέου ανθρώπου, αρχηγού της ίδιας ομάδας. Η Βάσια Χαραλαμπίδου, διαψεύδοντας στην πράξη τους «μαύρους κόρακες», περιέγραψε μια σκηνή κατά τη συγκέντρωση της βοήθειας:
«Τρία αγόρια 14-15 χρονών μάς ρώτησαν αν μπορούσαν να καθίσουν στο κιόσκι που έχουμε έξω από την εστία. Εμείς τους είπαμε «φυσικά και ναι». Μετά από κάποια ώρα φύγανε. Δεν δώσαμε σημασία, αφού είναι απόλυτα λογικό. Ύστερα από λίγο τα παιδιά ήρθαν ξανά, αυτή τη φορά κρατώντας από ένα σακουλάκι ο καθένας. Πήγαν μέχρι το σουπερμάρκετ της γειτονιάς και αντί να πάρουν ένα αναψυκτικό για τους ίδιους, αγόρασαν μακαρόνια και φακές ώστε να στηρίξουν την προσπάθειά μας. Δεν είχα λόγια».
Αν αυτό το παράδειγμα δεν πτοήσει τους σύγχρονους κυνηγούς… κεφαλών συνωστισμού σε δρόμους, πλατείες και παιδικές χαρές, ίσως αρκούσαν τα λόγια του διαχρονικού και σπουδαίου Οδυσσέα Ελύτη: «Νωρίς εβγήκανε καταμπροστά στον ήλιο, με πάνου ως κάτου απλωμένη την αφοβιά σαν σημαία, οι νέοι με τα πρησμένα πόδια που τους έλεγαν αλήτες…». Ευτυχώς, υπάρχουν ακόμη και σήμερα άνθρωποι για να ειπωθεί «Άξιον Εστί…»