Γράφει ο Δημήτρης Μασούρης: Επίτιμος σχολικός σύμβουλος φιλολόγων
Δεν θα ήταν άσκοπο να λεχθεί αρχικά πως το ανά χείρας βιβλίο απευθύνεται προς το ευρύ αναγνωστικό κοινό χωρίς να έχει σκοπό ν’ αντικαταστήσει το πλήθος των άλλων σχετικών βιβλίων της ελληνικής βυζαντινής αυτοκρατορίας ή της μεγάλης Ελληνικής Επανάστασης του 1821. Έχει τον δικό του τρόπο αφιερωματικής γραφής. Κύριο αντικείμενο του βιβλίου αυτού είναι η έρευνα της δημιουργίας του Βυζαντίου και ο τρόπος ανάρρησης – ενθρόνισης των αυτοκρατόρων καθώς και η επιθυμία των ηγετών κατά καιρούς αρχηγών των ληστρικών ομάδων στρατού, που καιροφυλακτούσαν αναζητώντας κάποια δικαιολογία επέμβασης στα ελληνικά βυζαντινά δρώμενα. Αλλά και η προσωπικότητα των αυτοκρατόρων, η συμμετοχή προσφοράς και ευθύνης τους στη διοίκηση του κράτους επί επιπέδου κρίσεως, αν ορισμένοι απ’ αυτούς, ογδόντα πέντε τον αριθμόν, ωφέλησαν ή έβλαψαν το λαό συζητείται συμπερασματοποιημένη σε απάντηση. Αλλά και η προδοσία του Νενέκου κατά την επανάσταση του 1821 τουλάχιστον σημειώνεται ονοματοποιημένη.
Για τον συγγραφέα, διδάσκοντα δια βίου τον ιστορικό και θεολογικό κλάδο, η έκδοση ενός σχετικού βιβλίου κυριαρχούσε ως επιθυμία – αίτημα και χρέος. Αυτό αποδεικνύεται από την ύπαρξη εν είδει παραγράφων, θεματικών ενοτήτων, κρίσεων, αξιολογήσεων, σχολίων, συμπερασμάτων κ.λπ. και εις την προσάρτηση ως δεύτερο μέρος της ιστορίας των τοπικών εξεγέρσεων των Ελλήνων κατά των Τούρκων μετά την άλωση ως την επανάσταση του 1821 (1453-1821) με σελίδες από 173-275.
Θα ήταν ευχής έργον να ερευνηθούν και άλλες γενικές συνθετικές απόψεις γεγονότων ή περιστατικών ως «επίρρωση των γεγενημένων». Οι διδάσκοντες θα μπορούσαν ν’ ανατρέξουν σ’ αυτές ως προπαρασκευαστικές κατά τη συζήτηση της διδασκαλίας της νέας διδακτικής ενότητας με τους μαθητές και ιδιαίτερα, όταν το μάθημα γίνεται κατόπιν προπαρασκευής. Έτσι πολλές ωφέλειες θα μπορούσαν να προκύψουν και το ενδιαφέρον θα ήταν άκρως εποικοδομητικόν. Και η επεξεργασία της ενότητας θα καταγραφόταν στην εστία της εγκεφαλικής συνείδησης έντονα, ανεξίτηλα, νικήτρια του χρόνου της μάθησης των παιδικών ή εφηβικών χρόνων.
Η επιστήμη της ιστορίας προχωρεί και τα επιτεύγματά της, που κάποτε εθεωρήθηκαν εποικοδομητικά, αποδεικνύονται ως εφαλτήρια δράσης ωφελημάτων άλλων κλάδων, όπως της πολιτικής Ιστορίας, της ιστορίας του Πολιτισμού, της ιστορικής Γεωγραφίας, της Ανθρωπογεωγραφίας, της πολιτικής Γεωγραφίας. Σημειώνουμε ακόμη ότι η επίδραση του φυσικού περιβάλλοντος είναι τόσο μεγάλη, αφού και οι μεταναστεύσεις ακόμη και όλες οι κινήσεις των ανθρώπων, που κατά καιρούς μετέβαλαν τις κοινωνίες, προήλθαν από κλιματολογικές συνθήκες (διαβίωσης κ.λπ.).
Οπωσδήποτε ο συγγραφέας προσπάθησε να δώσει στο έργο μια έμπνευση μεταλαμπάδευσης και δημιουργικού θαυμασμού για κάθε ελληνική αξία, που αγωνίστηκε ο Ελληνισμός στη μακραίωνη ιστορία του. Στην επεξεργασία της συγγραφής η μελέτη του πάνω στο διαπραγματευόμενο θέμα γίνεται ερμηνευτική και προοικονομεί τη δημιουργία επιπτώσεως. Η ιστορία είναι μια συνεχής μεταβολή, υπόθεση που παρακινεί τον άνθρωπο σε διαρκείς νεωτερισμούς των γεγονότων με προσωπικές ή ομαδικές επεμβάσεις.
Για τούτο μόνο οι απομονωμένοι λαοί δεν έχουν ιστορία και η ζωή τους κινείται μέσα στον ίδιο πάντα ρυθμό αμετάβλητη. Έπειτα η ιστορία δεν είναι πείραμα, όπως προσπάθησαν (ή και προσπαθούν) να την εντάξουν μερικοί σ’ αυτόν τον τομέα «μερικοί πρωτοπόροι ή ανεγκέφαλοι», ανεμοπαρμένοι, από προσωρινές επηρεασμένες εμπνεύσεις. Στηρίζεται στο γραπτό ή προφορικό λόγο, όπως είναι τα μνημεία τέχνης, οι επιγραφές, τα επίσημα έγγραφα, οι αφηγήσεις αυτοπτών καθώς και οι λαϊκές παραδόσεις. Η ιστορία είναι κατ’ εξοχήν ερμηνευτική και κριτική επιστήμη. Ιστορικά έγγραφα παραμένουν στα ράφια βιβλιοθηκών, όπως της Δημητσάνας και της Ανδρίτσαινας κ.ά., χοτζέτια, και φιρμάνια.
Κανείς ποτέ δεν τα έχει αγγίξει. Γιατί σήμερα δεν υπάρχουν ή σπανίζουν επιστήμονες αιγυπτιολόγοι, τουρκολόγοι κ.λπ., που να γνωρίζουν την προκεμαλική γραφή. Κι έτσι όχι μόνο τα έγγραφα αλλά ακόμη και οι μαρμάρινες τούρκικες επιγραφές στις κρήνες μας στους δρόμους της χώρας μας μένουν ανερμήνευτες. Αλλά και οι βιβλιοθήκες των μακρινών νησιών μας που κάποτε φιλοξενούσαν τα έρημα σήμερα μοναστήρια των Στροφάδων π.χ. από μοναχούς μένουν αδιάβαστα, χαρά των ποντικιών, του σκόρου και της μούχλας.
Ο άξονας που πρέπει να κινηθεί ο σύγχρονος επιστήμονας είναι οι ιστορικές κειμενικές πηγές. Είναι φυσικό λοιπόν αδύνατο να κινηθεί ο σύγχρονος ερευνητής και να συγχρωτιστεί με τα κείμενα αυτά, γιατί οι σύγχρονες συνθήκες, όσο και να φαίνονται εύκολες, στην πραγματικότητα είναι δύσκολες. Έτσι οι σύγχρονοι επιστήμονες κινούμενοι από φλογερή έμπνευση αναμόχλευσης γεγονότων επιστρέφουν στα ίδια γινόμενοι Ζαρατούστρες. Όμως και έτσι αξίζει τον κόπο να ασχολείται κανείς, αναζητώντας το νέο και διασταυρώνοντάς το, που άλλοι παρείδαν, και αυτό το φέρει στο φως.
Αλλά και αξίζει τον κόπο να διαβάσει ο αναγνώστης το ιστορικό αυτό βιβλίο. Αυτό παρέχει πολλές ωφέλειες, που χαρίζει η αναδίφηση πολλών ιστορικών εκδόσεων με αξιόπιστες συγκρίσεις και που ο ερευνητής συγγραφέας με επιμέλεια και ιστορικό σεβασμό καταγράφει, γνωμοδοτώντας με τον τρόπον του, αναζητώντας την ιστορική αλήθεια.