Γράφει ο Γεώργιος Γενετζάκης, φιλόλογος στο Χαλάνδρι
Παρατηρείται συνήθως τις ημέρες των εορτών σε πολλούς χώρους συνάθροισης (μετρό, ηλεκτρικός, λεωφορεία, καφετέριες, εκκλησίες, φανάρια, πεζόδρομους, πλατείες) ένα μεγάλο κύμα επαιτείας.
Η επαιτεία, ιστορικό φαινόμενο που διατρέχει όλες τις εποχές, αποτυπώνει τη σοβαρή ανάγκη κάποιων ανθρώπων που βρίσκονται σε δεινή οικονομική θέση στερούμενοι τα προς το ζην. Στην κοινωνία μας παρουσιάζονται διάφοροι τύποι επαιτών: ανέστιοι, ανεπάγγελτοι, άνεργοι, σωματικά και ψυχικά ασθενείς, χρήστες ναρκωτικών, καθ’ έξιν επαίτες και κάποιοι μετανάστες.
Παράλληλα, τα τελευταία χρόνια έχει κάνει την εμφάνισή της και η επαγγελματική επαιτεία. Ομάδες ανθρώπων, -κυρίως Ρομά και τελευταία στρατολογημένοι αλλοδαποί- προσπαθούν να εκμεταλλευτούν τη διάθεση αλληλεγγύης και συμπόνιας (έντονα εμφανής στις γιορτινές ημέρες) αλλά και την αφέλεια κάποιων, προκειμένου να προσπορίζονται χρήματα. Το φαινόμενο αυτό, λόγω της ανωνυμίας που ενδημεί στις μεγάλες πόλεις, εξαπλώνεται με διάφορες μορφές. Οι συγκεκριμένοι «ζητιάνοι» μηχανεύονται οποιονδήποτε τρόπο -χρησιμοποιούν ακόμη και παιδιά, δικά τους ή νοικιασμένα-, για να εξαπατούν τους πολίτες. Το γεγονός αυτό προκαλεί σε μερίδα της κοινής γνώμης μία γενικευμένη αρνητική στάση σε όποιον ζητάει ελεημοσύνη, με αποτέλεσμα να θίγονται και οι πραγματικά έχοντες ανάγκη.
Συγχρόνως, η επαιτεία αποτυπώνει και την ευθύνη της κρατικής μηχανής να αντιμετωπίσει σε ικανοποιητικό βαθμό ένα πρόβλημα που λογχίζει τη συνείδησή μας. Αναμφισβήτητα, αναπάντεχες συνθήκες είναι λογικό να οδηγήσουν ένα άτομο στην ανέχεια. Πού θα πρέπει να απευθυνθεί τότε, για να επιλύσει το πρόβλημά του, αν όχι στο κράτος; Εδώ εστιάζονται οι υποχρεώσεις της Πολιτείας. Το κράτος επιβάλλεται να αντιμετωπίσει το πρόβλημα της επαιτείας, όχι για να μη διαταράσσεται ο εφησυχασμός της συνείδησής μας, αλλά για δύο πρωτίστως λόγους: πρώτον διότι η εικόνα αυτή θίγει τη δημοκρατία μας – δεν είναι λογικό κάποιοι να πετούν στα σκουπίδια τρόφιμα και κάποιοι να μην έχουν να φάνε- και δεύτερον διότι με αυτόν τον τρόπο θα ελεγχθεί η επαγγελματική επαιτεία. Οι πολιτισμένες κοινωνίες τείνουν να εξαλείψουν το συγκεκριμένο φαινόμενο.
Αναμφισβήτητα, η Ελληνική Δημοκρατία συγκριτικά με 100 χρόνια πριν έχει κάνει μεγάλες προόδους και στο θέμα της κρατικής μέριμνας και συνακόλουθα στην αντιμετώπιση της απόλυτης φτώχειας. Σήμερα υπάρχουν δομές φιλοξενίας είτε του κράτους είτε της Εκκλησίας είτε των Δήμων είτε ιδιωτών που φροντίζουν να εξασφαλίζουν το φαγητό αυτών των συνανθρώπων μας καθώς και τη στέγη τους –σε κάποιο βαθμό. Όμως το πρόβλημα της επαιτείας μετά και την είσοδο στη χώρα μας πολλών χιλιάδων μεταναστών έγινε πιο σύνθετο και δεν επιλύεται ριζικά, αν δεν ληφθούν πιο δραστικά μέτρα.
Κατά την κρίση μου αρχικά απαιτείται μέριμνα για την χαρτογράφηση της έκτασης του προβλήματος μέσω των Δήμων, της αστυνομίας αλλά και άλλων συναφών φορέων. Μία απόπειρα καταγραφής με τη βοήθεια και των Μ.Μ.Ε (κοινωνικές διαφημίσεις) όσο και αν είναι χρονοβόρα, θα δώσει τη δυνατότητα στην Πολιτεία να αποκτήσει μία πιο σαφή εικόνα των διαστάσεων του κοινωνικού αυτού προβλήματος, των γενεσιουργών αιτιών του και κατά συνέπεια να προτείνει λύσεις ουσιαστικές και εφικτές.
Τι θα κερδίσει το κράτος μακροπρόθεσμα; Καταρχάς θα αυξήσει την αξιοπιστία του στα μάτια των πολιτών -μέγα ζητούμενο στη συνείδηση του σύγχρονου Νεοέλληνα-, εφόσον θα συνειδητοποιήσουμε ότι η Πολιτεία ενδιαφέρεται σοβαρά και για τους αναξιοπαθούντες συμπολίτες μας. Επίσης, θα διευκολύνει και θα κατευθύνει σωστά εκείνους τους ζητιάνους που μπορούν να βρουν λύση στα προβλήματά τους μέσω καθοδήγησης από υπεύθυνους φορείς, επειδή η οικονομική δυσπραγία κάποιων επαιτών συνοδεύεται και από άγνοια των δυνατοτήτων της κρατικής μηχανής αλλά και εναλλακτικών λύσεων. Συγχρόνως, θα δημιουργηθεί ένα επιτελικά συντεταγμένο δίκτυο αλληλεγγύης μεταξύ κράτους, Δήμων, Εκκλησίας και ιδιωτών με καλύτερα αποτελέσματα, ενώ οι δωρεές των πολιτών θα μπορούν να κατευθύνονται σε αξιόπιστες δομές. Τέλος, θα αποθαρρυνθεί η επαγγελματική επαιτεία, αφού οι πολίτες θα γνωρίζουν ότι το κράτος μεριμνά για τους πραγματικά αναξιοπαθούντες.
Ο οβολός καθησυχάζει περιστασιακά τον ψυχισμό μας, δεν συμβάλλει όμως στην ουσιαστική επίλυση του προβλήματος των αναξιοπαθούντων.