Γράφει ο Χρήστος Φωτιάδης
Το Μορφωτικό Ίδρυμα της Εθνικής Τράπεζας (ΜΙΕΤ), σε συνεργασία με το ΕΛΙΑ Θεσσαλονίκης, προχώρησε σε μια ακόμα έκδοση σχετικά άγνωστου υλικού, που όμως συνδέεται με την δύσκολη κατοχική και εμφυλιακή Θεσσαλονίκη. Πρόκειται για επτά ανέκδοτα ποιήματα του Κλείτου Κύρου, εμπνευσμένα από την τότε δύσκολη κατάσταση, αλλά και την «παρέα» των ποιητών της αντιστασιακής σχολής της κατεχόμενης συμπρωτεύουσας, με πιο γνωστό εκπρόσωπό της τον Μανώλη Αναγνωστάκη.
Μάλιστα, το ένα από τα ποιήματα -«Αντικατασκοπεία λιμένος»- είναι αφιερωμένο «Στην κοντέσσα της μελαγχολικής μας νιότης», δηλαδή την Καλλιόπη (Πιπίτσα) Φωτιάδου και είναι γραμμένο από κοινού με τον μετέπειτα σύζυγό της, πατέρα μου και μέλος της «παρέας», τον Θανάση Φωτιάδη! «Κληρονομικώ δικαίω» χρωστώ ένα μεγάλο ευχαριστώ στο ΜΙΕΤ και την κυρία Μαρίνα Κερατζάκη, που φρόντισε να μου βρει ένα από τα ελάχιστα αντίτυπα που απέμειναν στο αρχείο του ΜΙΕΤ! Οφείλω και μερικές διευκρινιστικές παρατηρήσεις, κυρίως σχετικά με την… περιρρέουσα ατμόσφαιρα της εποχής.
Πίκρα αλλά και χιούμορ
Γνώρισα εν ζωή αρκετά από τα μέλη της ποιητικής παρέας, που συνέχισαν να έχουν επικοινωνία με τους γονείς μου. Κυρίως τον Κλείτο Κύρου, με τον οποίο διατήρησα και τακτική αλληλογραφία μέχρι σχεδόν το θάνατό του, το 2006. Δυστυχώς δεν κράτησα αντίγραφα, αφού την παρέδωσα στην οικογένειά του… Πρόλαβα να μπω για τα καλά στο κλίμα αυτής της παρέας και της εποχής που την περιέβαλε. Κατοχή, Αντίσταση, διώξεις, δίκες, εκτελέσεις, αλλά και καθημερινή διασκέδαση, με τα πενιχρά μέσα που υπήρχαν! Πάνω απ’ όλα, εντονότατη πνευματική δραστηριότητα και πρωτοφανής αλληλεπίδραση στις σκέψεις και το έργο της παρέας! Και η… κορώνα της, το πηγαίο, πρωτότυπο, καυστικό χιούμορ, γλυκόπικρο, αλλά ζωογόνο!
Όπως προείπα, είχα τη μεγάλη τύχη να γνωρίσω αρκετά από τα μέλη της παρέας. Τον «βαρύ» Μανώλη Αναγνωστάκη με το ιδιότυπο χιούμορ του, τον Πάνο Θασίτη, τον Γιώργο Καφταντζή, την Τζέλυ Χαριτωνίδου, τον δάσκαλό τους στο πανεπιστήμιο, Γιώργο Τενεκίδη, τον Λεωνίδα Ζησιάδη. Όταν έσμιγαν, ξαναζωντάνευε το κλίμα της νιότης τους! Πειράγματα, αναμνήσεις και ατελείωτη πλάκα! Θυμάμαι ότι όταν πρωτοείδα την υπέροχη ιταλική ταινία «Οι εντιμότατοι φίλοι μου», αφενός εντόπισα τα κοινά σημεία και αφετέρου θεώρησα ότι η παρέα των Σαλονικιών υπερείχε σε φαντασία!
Περιβάλλον τρόμου
Το συγκεκριμένο ποίημα, αφιερωμένο στη μητέρα μου, δεν καταφέρνει να κρύψει την ατμόσφαιρα φόβου και διώξεων που επικρατούσε. Προφανώς αυτή ήταν και η αιτία που παρέμεινε ανέκδοτο επί δεκαετίες! Οι πρωταγωνιστές προσπαθούσαν να χτίσουν μια νέα ζωή, στο άνθος της ηλικίας τους, όντας όμως πολίτες δεύτερης κατηγορίας! Οι γονείς μου τόλμησαν το μεγάλο άλμα. «Δραπέτευσαν» στην Αθήνα, το μεγάλο χωνευτήρι, όπου και πράγματι κατάφεραν να επιβιώσουν και να οικοδομήσουν μια «φυσιολογική» ζωή…
Απ’ τον πρώτο στίχο προδίδονται όλα αυτά:
«Έλεγες “θα φύγω στην Αθήνα”
Έλεγες πως σε κρατεί θλίψη μεγάλη
Για τα σπασμένα ιδανικά
Που ορθώνονται τριγύρω σου σαν φράχτης
Κι εμείς θωρούσαμε τα’ αστέρια
Σφουγγίζοντας την απαντοχή που γιγάντευε στα κούτελά μας».
Τελικά, εκείνη η τόσο ταλαιπωρημένη γενιά, άντεξε! Και κατάφερε να κρατήσει ψηλά τα ιδανικά της και να τα μεταφέρει στις επόμενες γενιές! Κάποιοι από εμάς, μάλιστα, προσπαθούν να ακολουθήσουν τα δικά τους μονοπάτια, έστω κι αν οι συνθήκες είναι πολύ διαφορετικές…
Η έκδοση βρίσκεται και σε ψηφιακή μορφή, που ο καθένας μπορεί να απολαύσει στην ιστοσελίδα του ΜΙΕΤ. Αξίζει τον κόπο, αφού μαζί με τα ποιήματα υπάρχουν και πλούσιες προσωπικές σημειώσεις του Κλείτου, καθώς και ένα πολύ ενδιαφέρον Επίμετρο, του Γιώργου Κουμαρίδη – ΠΑΤΗΣΤΕ ΕΔΩ.
ΦΩΤΟ: Ο Θανάσης Φωτιάδης πρώτος από δεξιά. Ο Κλείτος Κύρου στη μέση. Η φωτογραφία τραβηγμένη το 1942 ή το 1943.