Γράφει ο Αλέξανδρος Καζαντζίδης – Από την έντυπη έκδοση της Καθημερινής Αμαρυσίας, φύλλο Χαλανδρίου – Αγίας Παρασκευής – Παπάγου – Χολαργού – 21/10/20
Η περίοδος από τον περασμένο Μάρτιο είναι για όλους και όλες πρωτόγνωρη, με αντικειμενικές δυσκολίες και περιορισμούς για όλους μικρούς και μεγάλους. Σε σχολικούς όρους, ο πήχης αυτός ανέβηκε από τον Σεπτέμβριο, με δεδομένες τις νέες ανάγκες υγειονομικής προστασίας, μέσα στις συνθήκες χρόνιων ελλείψεων και λύσεων τελευταίας στιγμής.
Από τις πρώτες εβδομάδες εκφράστηκαν τα αιτήματα της μαθητικής κοινότητας για αίθουσες με αποστάσεις και 15 παιδιά ανά τμήμα, εργαζόμενους καθαριότητας άνω του… ενός ή στην καλύτερη περίπτωση δύο ανθρώπων για όλο το κτίριο, τεστ ανίχνευσης του ιού και κάλυψη των κενών σε εκπαιδευτικούς (το τελευταίο συμβαίνει χρόνια). Σε πολλά σχολεία και της ευρύτερης περιοχής οι αντιδράσεις πήραν τη μορφή καταλήψεων.
Η αρχική κριτική που δέχτηκαν οι μαθητές -μάλιστα στην Αγία Παρασκευή αυτό έγινε επισήμως διά στόματος υποδιευθυντή γενικού λυκείου- ήταν ότι είναι «ψεκασμένοι, αρνητές της μάσκας». Όταν αποδείχθηκε πως η κατηγορία δεν ευσταθούσε, η συζήτηση πήγε στα περί υποκινητών, που παρασύρουν τα παιδιά σε διαμαρτυρίες. Ωστόσο, η γνωστή αυτή «καραμέλα»… έλιωνε κάθε φορά που ακουγόταν ο αντίλογος των παιδιών, όπως του 1ου ΓΕΛ Χαλανδρίου, υπέρ ενός ανοιχτού σχολείου αλλά με όρους που να εξασφαλίζουν και μόρφωση – υγεία.
Σε κάποιες περιπτώσεις μονάδων δεν αρκούσε αυτή η θέση των μαθητών και επιστρατεύονταν άλλες προσεγγίσεις από πλευράς των διευθύνσεων, τύπου ξηλώματος της πόρτας εισόδου (!), όπως στο Λύκειο Παπάγου για να μη γίνει κατάληψη. Σε άλλο σχολείο της Αγίας Παρασκευής ο διευθυντής έκανε τον νυχτοφύλακα, ώστε να μη κλείσει το σχολείο, ενώ δεν έλειψαν οι μηνύσεις και οι καταγγελίες για τραμπουκισμούς από γονείς (λίγες μέρες μετά ήρθε η σύλληψη του 14χρονου μαθητή).
Το επόμενο επιχείρημα που πήρε σειρά κατά των μαθητικών αντιδράσεων ήταν «οι μειοψηφίες που αποφασίζουν για τις διαμαρτυρίες». Ωστόσο, ενδεικτικά και επισήμως από τη σελίδα του 1ου Γυμνασίου Χαλανδρίου, στις 9 Οκτωβρίου σημειωνόταν ότι υπέρ της έναρξης κατάληψης τάχθηκαν 106 μαθητές και 23 κατά, σε μία ψηφοφορία με συμμετοχή πάνω από το 50% του συνολικού αριθμού παιδιών.
Αλήθεια, πόσοι γονείς και με τι συχνότητα στα περισσότερα σχολεία ασχολούνται ενεργά με τα καθημερινά προβλήματα των μονάδων που φοιτούν τα τέκνα τους; Μήπως αυτοί πρωτίστως είναι ακόμη μεγαλύτερη μειοψηφία και μάλιστα διαρκείας, αφήνοντας την «καυτή πατάτα» στα χέρια μόνο των Διοικητικών Συμβουλίων στους Συλλόγους Κηδεμόνων;
Αυτή η συμπεριφορά των μεγαλυτέρων επιβεβαιώνεται ακόμη και σε περιπτώσεις παιδιών πολύ μικρών ηλικιών, όπως στους παιδικούς σταθμούς Αγίας Παρασκευής, όπου το απερχόμενο ΔΣ του Συλλόγου Γονέων αναγνώρισε ότι «δεν μπορέσαμε να συσπειρώσουμε το μεγαλύτερο κομμάτι των οικογενειών γύρω από τον φορέα μας, ώστε (η ουσία ίσως) περισσότεροι και από καλύτερες θέσεις να παλέψουμε για τα προβλήματα».
Μήπως, λοιπόν, πριν από το ανάθεμα στους πιτσιρικάδες, αρκετοί ενήλικες να καθάριζαν τον θολό καθρέφτη του σπιτιού τους και ίσως έβλεπαν μπροστά τους αιτήματα που πιθανόν να είχαν και αυτοί όταν ήταν παιδιά…