Γράφει η Πέγκη Φαράντου: Διδάκτωρ Ψυχολογίας Πανεπιστημίου Αθηνών – Συγγραφέας – Ζωγράφος.
www.pegifarandos.gr
Το καλοκαίρι είχε φτάσει στο τέλος του. Παρότι η ζέστη στη διάρκεια της ημέρας ήταν αισθητή, τα βράδια έφερναν μαζί τους δροσιά, που άλλαζε όλη την ατμόσφαιρα. Ο καιρός είχε αλλάξει. Είχε έρθει ο Σεπτέμβρης. Οι διακοπές είχαν τελειώσει. Τα σχολεία άνοιγαν σε λίγες μέρες και οι μαθητές ετοιμάζονταν για τη νέα σχολική χρονιά. Μια νέα αρχή, όχι μόνο για τους μαθητές, φοιτητές και σπουδαστές, αλλά για όλους. Νέα αρχή και για την Εκκλησία, όπου την πρώτη του Σεπτέμβρη εορτάζεται η Εκκλησιαστική Πρωτοχρονιά. Η αρχή της Ινδίκτου.
Για την Αθηνά ο μήνας ξεκινούσε όμορφα, με την προετοιμασία μιας οικογενειακής συνάντησης. Κάθε χρόνο, την πρώτη του Σεπτέμβρη, την ημέρα της γιορτής της, έκανε το τραπέζι σε όλη την οικογένεια. Μετά από ένα ολόκληρο καλοκαίρι θα συναντιόντουσαν όλοι στο σπίτι της, τα εγγόνια, τα παιδιά και κάποιοι φίλοι. Η Αθηνά είχε ξεκινήσει από το βράδυ τις ετοιμασίες, ενώ ξύπνησε από νωρίς για να ετοιμάσει ό,τι πιο εκλεκτό για τους καλεσμένους της. Αρνάκι στο φούρνο με πατάτες, παστίτσιο, τυρόπιτα με σπιτικό φύλλο, σαλάτες και γαλακτομπούρεκο για το τέλος. Η Αθηνά καθάρισε πατάτες, έκοψε τομάτες, κρεμμύδια, αγγούρια, πιπεριές, άνοιξε φύλλο. Έστρωσε στο τραπέζι του σαλονιού το καλό λευκό τραπεζομάντηλο και άναψε όλα τα φώτα. Δεν σταμάτησε καθόλου να ετοιμάζει, μόνο κάποιες κλεφτές ματιές στην τηλεόραση, που είχε ανοίξει από το πρωί, αποσπούσαν για λίγο την προσοχή της.
Όταν όλα είχαν ολοκληρωθεί, χτύπησε το κουδούνι και πρώτη μπήκε στο σπίτι η Έλενα, κόρη της Αθηνάς. «Χρόνια πολλά μαμά, τι κάνεις;» και πριν προλάβει να απαντήσει η μητέρα της συνέχισε: «Εγώ δεν είμαι καθόλου καλά, πονάνε τα πόδια μου, η μέση μου, είμαι πολύ κουρασμένη. Με τον άλλον δεν τα πάμε καθόλου καλά, σκέφτομαι να χωρίσω, δεν θα χαραμίσω εγώ τη ζωή μου έτσι. Όταν πήγαμε διακοπές ήταν συνέχεια κουρασμένος. Το σκέφτομαι καιρό, δεν θα γεράσω πριν την ώρα μου. Έκλεισα ραντεβού και για μια μεσοθεραπεία στο πρόσωπο, λες να μην αρκεί για να μου φύγει η κούραση;».
Πριν προλάβει να απαντήσει, στο σπίτι είχε μπει ο Αντώνης, ο γιος της, με τη γυναίκα του και τα τρία παιδιά τους. Ενώ πριν κλείσει η πόρτα είχαν έρθει και δύο φίλοι. Αφού αντάλλαξαν αγκαλιές και φιλιά, κάθισαν στην τραπεζαρία. Ενώ τα τρία παιδιά, χωρίς να μιλήσουν, χώθηκαν στον καναπέ και αφοσιώθηκαν στα κινητά τους τηλέφωνα.
Η Αθηνά άρχισε να σερβίρει το αρνάκι με τις πατάτες, που μόλις είχε βγει από τον φούρνο. Όταν έφτασε η σειρά του Αντώνη, η γυναίκα του ενημέρωσε την πεθερά της πως έχουν ασπασθεί τον βιγκανισμό και δεν τρώνε τίποτα ζωικό, ούτε καν μέλι. Η Έλενα με τη σειρά της, είπε στη μητέρα της ότι δεν θα φάει κάτι, γιατί έκανε κετογονική δίαιτα. Τα τρία παιδιά, χωρίς να σηκώσουν το βλέμμα τους από τα κινητά τηλέφωνα, απάντησαν ταυτοχρόνως με αρνητικό νεύμα για το φαγητό. Τότε η Αθηνά, έβαλε τις πιατέλες με τα φαγητά στο τραπέζι για να πάρει ο κάθε ένας ό,τι θέλει.
Στο μεταξύ, οι φίλοι είχαν ανοίξει κουβέντα για ιατρικές εξετάσεις. Για τη χοληστερίνη, τα τριγλυκερίδια και τα χάπια που λάμβανε ο κάθε ένας. Η Έλενα μιλούσε χαμηλόφωνα με τη γυναίκα του Αντώνη, για τον επερχόμενο χωρισμό της. Ο Αντώνης κοιτούσε τα μηνύματά του στο τηλέφωνο και τα παιδιά παρέμεναν ακούνητα στο καναπέ με τα δικά τους τηλέφωνα. Η Αθηνά που καθόταν στην κεφαλή του τραπέζιού, τους κοιτούσε όλους χωρίς να μιλά.
Η ώρα περνούσε και ένας ένας έφυγε από το σπίτι. Όταν έφυγε και ο τελευταίος καλεσμένος, η Αθηνά κάθισε στο τραπέζι, που ήταν ακόμη γεμάτο με φαγητά. Σκεφτόταν τη συνάντηση, τα παιδιά της, τους φίλους της, τα εγγόνια της, τον εαυτό της. Σκεφτόταν την ίδια τη ζωή και τις αλλαγές της. Αλλαγές που μοιάζουν με ανοιχτές πόρτες που οδηγούν σε άγνωστα δωμάτια.
Σεπτέμβρης, ο πρώτος μήνας μιας νέας χρονιάς, μιας χρονιάς διαφορετικής όμως για τον κάθε έναν…