Γράφει ο Φοίβος Ιωσήφ
Η πόλη της Taipei είναι πρωτεύουσα του νησιωτικού κράτους της Taiwan. Νοτιοανατολικά της Κίνας και σχεδόν απέναντι από το κοσμοπολίτικο κράτος-πόλη του Hong-Kong. Διάλεξα το κεντρικό ξενοδοχείο Brother με την υπόδειξη του Ιρανού φίλου Metty Zahreparvar και κατέλυσα εκεί.
Το απογευματινό της Κυριακής ήταν πληκτικό και περίμενα το ξημέρωμα της Δευτέρας για να δοκιμάσω τις δυνάμεις μου σ’ αυτή την πολύβουη πόλη της Άπω Ανατολής που έβραζε σαν αυγό επάνω στη χύτρα. Τελικά ξημέρωσε και οι μηχανές ανέβασαν στροφές και λάδια. Σήκωσα το ακουστικό και σχημάτισα το νούμερο του Εμπορικού Eπιμελητηρίου της πόλης. Με υποδέχτηκε μiα ζεστή γυναικεία φωνή και μου πρότεινε κάθε βοήθεια που θα χρειαζόμουν. Της ζήτησα συνάντηση με τρεiς κατασκευαστές συγκεκριμένων βιομηχανικών ειδών. Μου ζήτησε χρόνο τριών ωρών για να προλάβει να τους ειδοποιήσει να έρθουν από την πόλη Taichung και πως στις 12 το μεσημέρι θα με παραλάμβανε αυτοκίνητο του Eπιμελητηρίου από το ξενοδοχείο μου. Έτσι και έγινε, στις 12 ακριβώς έφτανε στο ξενοδοχείο μια απαστράπτουσα Mercedes με τυπικά ντυμένον οδηγό με πηλήκιο. Κράτησε την πόρτα για να μπω στη λιμουζίνα και με προσεκτική οδήγηση με οδήγησε στο κτίριο του Επιμελητηρίου. Στην είσοδο με περίμεναν δύο καλοντυμένες Κινεζούλες και μου προσέφεραν μια πλούσια ανθοδέσμη από κόκκινα τριαντάφυλλα και τουλίπες. Βρισκόμασταν στο σωτήριο έτος 1983.
Ανεβήκαμε, θυμάμαι, στον 5ο όροφο και περάσαμε σε ένα ευρύχωρο δωμάτιο. Ήδη υπήρχαν επάνω στο γραφείο μια κανάτα με τσάι και μια με ζεστό καφέ. Τοποθέτησαν δίπλα μου μια τηλεφωνική συσκευή με την παραίνεση να την χρησιμοποιήσω για όση ώρα θα ήθελα, ώστε να είμαι σε επικοινωνία με την εταιρεία μου. Η γραμματέας δίπλα μου θα έμενε για όλη την ημέρα κοντά μου να με βοηθήσει στη συνεννόηση με τους εκπροσώπους των βιομηχανιών που ήδη είχαν φθάσει και περίμεναν τη σειρά τους για να με συναντήσουν.
Ένοιωθα σαν στο σπίτι μου.
Δεν πέρασαν πολλά λεπτά και άφησαν πάνω στο τραπέζι της συνεργασίας δύο γενναίες πιατέλες με ποικιλίες αλλαντικών, τυριών και φρούτων. Ενθουσιώδης φιλοξενία και ζεστή ατμόσφαιρα. Ήθελες δεν ήθελες θα ψώνιζες, θα τους τα ακούμπαγες.
Οι εκπρόσωποι των εργοστασίων είχαν ήδη ειδοποιηθεί ότι ο πελάτης από την Ελλάδα έπρεπε πάσει θυσία να ικανοποιηθεί από πλευράς τιμών για να επαναλάβει τις παραγγελίες του. Οι συναντήσεις κράτησαν μέχρι στις εξήμιση το απόγευμα. Χαιρετηθήκαμε και αποχώρησαν πρώτοι οι βιομήχανοι. Ύστερα ήρθε ο διευθυντής του Επιμελητηρίου και πριν την αναχώρησή μου, μου χάρισε ένα σετ κεντήματα ως ένδειξη φιλίας της απαρχής της συνεργασίας μας. Η πολυτελής Mercedes με περίμενε πάντα με τον πηληκιοφόρο οδηγό και με μετέφερε ξεκούραστα στο ξενοδοχείο.
Την ίδια εποχή είχε αναλάβει στην Πατρίδα μας ο ανίκανος και εχθρικός προς τους Έλληνες Ανδρέας. Διόρισε όλους τους άξιους νέους στη ΔΕΗ, στον ΟΤΕ, και στον ΟΣΕ με το γνωστό αποτέλεσμα της χρεωκοπίας. Καμία σύγκριση, εκείνοι ιδρωκοπούσαν να «χαϊδέψουν» τους πελάτες τους και εμείς να κοιμίσουμε τους Έλληνες στην αιωνιότητα. Εκείνοι ψάχναν τις εξαγωγές κι εμείς τους διορισμούς. Το σύστημα στήθηκε, δεν έτυχε.