Η απεργιακή πορεία της περασμένης Τρίτης είχε προαναγγελθεί, από πολλές πλευρές, ως κομβική για να καταγραφεί η σθεναρή στάση της κοινωνίας απέναντι στην πρωτοφανή επίθεση που δέχονται κοινωνικές κατακτήσεις χρόνων στη χώρα μας.
Του Θάνου Σταθόπουλου
Φευ, το αποτέλεσμα απέχει παρασάγγας από το να θεωρηθεί ικανοποιητικό. Όσοι βρέθηκαν στην πορεία, μπορούσαν να διαπιστώσουν ότι αυτή ήταν και μικρή σε όγκο και υποτονική σε παλμό. Όσο για τα σχόλια που ακούγονται δεξιά κι αριστερά, ότι δήθεν ουδέποτε Ιούνιο μήνα είχε κατέβει τόσος κόσμος στους δρόμους, η στήλη θα τα χαρακτήριζε ως «άλλα λόγια ν’ αγαπιόμαστε».
Ίσως είναι χρησιμότερο να ψαχτούμε όλοι μας, πολιτικοί παράγοντες, συνδικαλιστές, δημοσιογράφοι, αλλά και πολίτες γιατί, εν μέσω τέτοιων ανατροπών στο κοινωνικό σύστημα της Ελλάδος, ο κόσμος προτίμησε να παραμείνει στο σπίτι ή στη δουλειά του. Είμαστε υποχρεωμένοι ν’ απαντήσουμε, και μάλιστα όσο το δυνατόν συντομότερα, γιατί οι πολίτες δεν δείχνουν -στην πλειονότητά τους- καμία διάθεση για αντίσταση και πάλη, ακόμη κι όταν ξεθεμελιώνεται η ίδια η ζωή τους και η ζωή των παιδιών τους.
Ίσως είναι εύστοχο το σχόλιο που άκουσε ο γράφων τη στήλη, στην πρόσφατη πορεία, από πολιτικό στέλεχος, το οποίο θεώρησε ότι η υποτονική συγκέντρωση οφείλεται στο γεγονός ότι ο κόσμος, πλέον, δεν έχει ελπίδα και όραμα. Με άλλα λόγια, δηλαδή, ο πολίτης δεν πιστεύει ότι μπορεί ν’ αλλάξει κάτι, γιατί δεν πιστεύει ότι υπάρχει κάποιος που μπορεί να ηγηθεί αυτής της προσπάθειας γι’ αλλαγή.
Και κάπου εδώ ξεκινούν οι ευθύνες για όλους μας. Πρώτοι που θα πρέπει να λάβουν το μήνυμα είναι οι ίδιοι οι πολιτικοί. Αναφερόμαστε, φυσικά, όχι σε όσους εξυπηρετούνται μια χαρά από την υφιστάμενη κατάσταση ύπνωσης των λαϊκών μαζών, αλλά σε αυτούς που πιστεύουν ότι πρεσβεύουν έναν διαφορετικό πολιτικό λόγο και μπορούν ν’ αποτελέσουν σημείο αναφοράς του νέου και σύγχρονου.
Όλοι αυτοί θα πρέπει, εκτός από το να διαπιστώνουν ότι οι σημερινοί κομματικοί μηχανισμοί (από την άκρα δεξιά έως την άκρα αριστερά) έχουν ολοκληρώσει τον κύκλο τους, να προτείνουν καινούργια οράματα και κυρίως να πείσουν τον κόσμο ότι αξίζει ν’ αγωνιστεί γι’ αυτά. Η πλήρης άρνηση, η στείρα αντιπαράθεση, η εσωστρέφεια και η ανατροπή για την ανατροπή, όχι μόνο δεν συγκινούν πλέον τους πολίτες, αλλά τους βυθίζουν σε ακόμη μεγαλύτερη απελπισία σχετικά με το αύριο που τους περιμένει…
Από την άλλη πλευρά, οι συνδικαλιστές δίκαια έχουν πλήρως απαξιωθεί στη συνείδηση του εργάτη – εργαζόμενου, αφού στην πλειονότητα των περιπτώσεων χρησιμοποιούν τον θεσμικό ρόλο τους για ν’ αναρριχηθούν σε πολιτικά πόστα, αφού πρώτα βέβαια έχουν εξασφαλίσει για τους ίδιους οικονομικά και άλλα οφέλη.Το ότι τα μεγάλα εργοδοτικά σωματεία απέτυχαν να κατεβάσουν μαζικά τον κόσμο στους δρόμους αποδεικνύει τη φάση παρακμής που διανύουν.
Αν, λοιπόν, δεν απομονωθούν όσοι ασκούν κατ’ επάγγελμα τον συνδικαλισμό, αν δεν πάψουν ορισμένοι να λογαριάζουν τα μέλη των συνδικάτων τους ως απλούς αριθμούς-όπλο για τις προσωπικές επιδιώξεις τους, θα συνειδητοποιήσουν σύντομα ότι ελέγχουν απλώς τους… εαυτούς τους.
Από κοντά έρχονται και οι δημοσιογράφοι. Όλοι εμείς που, είτε συνειδητά είτε ασυνείδητα, παίζουμε πολλές φορές το παιχνίδι της εξουσίας, λειτουργούμε ως «παπαγαλάκια» των διαφόρων κέντρων και το χειρότερο, συμβάλλουμε καθοριστικά στην αποκοίμιση της κοινωνίας. Αντί να διαμορφώνουμε ενεργούς -άρα έγκυρα πληροφορημένους πολίτες- «σπεκουλάρουμε» με τον τρόμο και τον πανικό, «περνάμε» πρότυπα έξω και πέρα από κάθε ηθικό φραγμό και, αντί ν’ αποτελούμε μοχλό επίλυσης των προβλημάτων, τελικώς καταντούμε μέρος τους.