Ειλικρινά δεν γνώριζα ότι είχα τόσους φίλους και γνωστούς. Το διαπίστωσα αυτές τις ημέρες εν όψει εκλογών. Με θυμήθηκαν όλοι! Ακόμα κι αυτοί που εγώ τους είχα ξεχάσει. Συμμαθητές από το σχολείο, συμφοιτητές από το Πανεπιστήμιο, συνεργάτες από το γραφείο, συμπατριώτες, γείτονες και άνθρωποι που ποτέ δεν είχα κάποιες σχέσεις μαζί τους.
Κι όμως –ω! του θαύματος– τώρα όλοι αυτοί είχαν να μου πουν και να μου γράψουν έναν καλό λόγο. Και τα προγράμματα, τα ψηφοδέλτια, τα ενημερωτικά φυλλάδια, οι κάρτες, οι αφίσες και τα εργοβιογραφικά των υποψηφίων όλων των χρωμάτων, Νομαρχών, Δημάρχων και Δημοτικών Συμβούλων, έφθασαν στο σπίτι μου με το τσουβάλι.
Με ευχαρίστηση συγκέντρωσα όλα αυτά «τα δώρα» των κυρίων «θα και θα και θα», για να τα διαβάζω όταν μελαγχολώ και να ψυχαγωγούμαι λίγο.
Και ξέρετε γιατί; Γιατί δεν πιστεύω πλέον τίποτα από τα λεγόμενά τους, που χρόνια τώρα τα ακούω, τα ίδια και τα ίδια, ή τα ίδια από άλλους που πρεσβεύουν τα ίδια με τους προηγούμενους και έχω πλέον πεισθεί ότι όλοι, ή σχεδόν όλοι, κοροϊδεύουν χοντρά, υποτιμώντας τη νοημοσύνη των ψηφοφόρων. Και αυτοί οι ελάχιστοι που ξεκινούν την πολιτική τους καριέρα με ιδανικά, ευσεβείς πόθους και όνειρα, στο δρόμο και στο χρόνο, χάνουν τα ιδανικά, την ευσέβεια και τους πόθους και τους μένουν τα ανεκπλήρωτα όνειρα.
Έτσι προτιμώ σήμερα, αντί να συνεχίσω να γράφω στο χαρτί παγερές φράσεις και διαπιστώσεις αγανάκτησης, να γράψω ευτράπελα, γκάφες, αστεία και ανέκδοτα, που άκουσα ή διάβασα εδώ κι εκεί, λίγες ημέρες πριν απ’ τις εκλογές.
Άκουσα λοιπόν ότι κάποιος υποψήφιος δημοτικός σύμβουλος αφού γύρισε όλα τα χωριά ενός μεγάλου Καποδιστριακού Δήμου, έριξε, λέει, ψηφοδέλτια με τ’ όνομά του, ακόμα και στους στάβλους -γιατί; μήπως τον ψηφίσουν και τα ζώα;- και στο τέλος, επισκέφτηκε κι όλα τα νοσοκομεία της περιοχής κι άφησε τ’ ονοματάκι του στο κομοδίνο, δίπλα στο κρεβάτι του πόνου, χωρίς να σκεφτεί ότι οι άρρωστοι άνθρωποι εκεί κάνουν σκληρό αγώνα με την αρρώστεια και το χάρο και ότι οι εκλογές σίγουρα είναι το τελευταίο πράγμα που τους ενδιαφέρει.