Κάποτε ο μαρουσιώτης δήμαρχος Αθηναίων Κώστας Κοτζιάς (1934) είχε πραγματοποιήσει «Εβδομάδα Πρασίνου». Μία τέτοια ομοιότυπη τότε ιδέα είχε εμπνευστεί η πρώτη βασίλισσα της Ελλάδος τουλάχιστον για το Μαρούσι, Αμαλία. Αυτή ερχόταν με τον βασιλιά Όθωνα συχνά και διανυκτέρευε στο αρχοντικό του μπάρμπα Κώτσου Γεωργίου-Αλημαλά. Εκείνη έφερε στο Μαρούσι το δέντρο αΐλαντος (βρομοκαρυδιά το λένε οι μαρουσιώτες), ένα δέντρο που χάριζε πράσινο, σκιά και ήταν μεγάλης αντοχής. Πολλαπλασιαζόταν γρήγορα και δε χρειαζόταν φροντίδα. Δεν το πλησιάζουν τα ζώα – παλαιότερα υπήρχαν πολλές οικόσιτες κτηνοτροφικές μονάδες στο Μαρούσι. Το δέντρο έχει φύλλωμα με πικρή γεύση και απομακρύνει τα έντομα. Αργότερα ο βασιλιάς των Ελλήνων Γεώργιος Α΄ ως επισκέπτης στην έπαυλη Συγγρού έφερε στο σιδηροδρομικό σταθμό τις ροδοδάφνες.
Οπωσδήποτε επί Κώστα Κοτζιά το Μαρούσι και η Κηφισιά δεντροφυτεύτηκαν και ιδιαίτερα η λεωφόρος Κηφισιάς από ευκαλύπτους με υγιεινό άρωμα, που εξουδετέρωσαν τις βρομοκαρυδιές. Για τούτο, αν και τα δύο αυτά προάστια είχαν αντιπαλότητα –Μαρουσιώτες=κατσουλέργια, Κηφισιώτες=κουνέλια, όπως έλεγαν οι παλιοί όμοροι– εντούτοις συμφώνησαν να ψηφίσουν μονοκούκκι στις εκλογές Κοτζιά για Δήμαρχο Αθηναίων.
Η ιδέα του Κοτζιά να οριστεί «Εβδομάς Πρασίνου» άρεσε και καθιερώθηκε. Ο Κοτζιάς αγόρασε απ’ όλα τα αγροκήπια της Αττικής ό,τι δασικά φυτώρια καλλιεργούσαν και τα φύτεψε στις πλατείες και τις λεωφόρους της Αθήνας από το Φάληρο και πάνω σ’ όλα τα προάστια, ακόμη και το Μενίδι (Αχαρνές), που δεν ήταν «προάστιον» αλλά «περίχωρον» και δεν υπαγόταν στην αρμοδιότητά του, όπως μαρτυρεί και ο αξιόλογος ιστορικός συγγραφέας των Αχαρνών στα «Χρονικά» του, Ντίνος Παπασωτηρίου. Στις δεντροφυτεύσεις αυτές μετείχαν και οι πρόσκοποι. Πριν αρχίσουν τις δεντροφυτεύσεις, κάποιος υπεύθυνος μιλούσε με λίγα λόγια για το σκοπό και τον τόπο, που γίνεται η δεντροφύτευση. Αυτό πρέπει να γίνεται και σήμερα, για να γνωρίζουν οι μετέχοντες τι φυτώρια φυτεύουν, πού τα φυτεύουν και γιατί τα φυτεύουν. Αυτά θεωρούνται αυτονόητα, χιλιοειπωμένα μα αναγκαία να επαναλαμβάνονται.
Τα δέντρα είναι πολιτισμός του ανθρώπου, που προσδιορίζουν τα όριά του και τον διακρίνουν από τη βαρβαρότητα. Βάρβαροι χαρακτηρίζονται εκείνοι που καταστρέφουν τα δέντρα. Οι άνθρωποι κινούνται ανάμεσα στον πολιτισμό και τη βαρβαρότητα, ανάμεσα στην ευγένεια και την εξαθλίωση. Τα δεντρα ηρεμούν τους ανθρώπους.
Κάποτε ρώτησα μία συνάδελφό μου, πού θα περάσει το καλοκαίρι της.
– Στο σπίτι μου, είπε, είναι κοντά στο δάσος. Όταν βγαίνω στη βεράντα και βλέπω τις κορφές των πεύκων να κυματίζουν, θέλω άλλο καλύτερο; Νιώθω ελευθερωμένη, ήρεμη μέσα στην απόλυτη γαλήνη!
Πρώτη δουλειά των επιδρομέων, αρχαίων και νεότερων, είναι ν’ αποψιλώνουν τη γη, να καίνε τα δέντρα για να επιφέρουν στους ανθρώπους ασφυξία, να τους σπάσουν το ηθικό. Οι καταστροφείς του δάσους είναι κάτοχοι νοσηρών συμπλεγματικών ανισορροπιών. Αυτοί είναι εχθροί του λαού. Οι επιδιώκοντες τη διατήρηση του πράσινου, τη δεντροφύτευση, την αναδάσωση, τη φροντίδα των κηπαρίων και την ύπαρξη λουλουδιών στις βεράντες των σπιτιών τους εμφορούνται από όμορφα συναισθήματα αλληλεγγύης, αγάπης και προσέγγισης.
Όμορφο και πολιτισμένο θα ήταν να επιβραβεύονται με μέριμνα των οικείων συνοικιακών επιτροπών και των τοπικών εξωραϊστικών και εκπολιτιστικών συλλόγων και -με μέριμνα ακόμη του Δήμου- οι μετέχοντες στην ανάδειξη του πράσινου. Αυτό είναι πολιτισμός, όταν αυτόν υπόσχονται και σε ανύποπτο χρόνο αθλοθετούν αναμνηστικές διακρίσεις ενδιαφέροντος. Αυτό ενέπνευσε και ο Ελληνικός Ερυθρός Σταυρός Νεότητος στη μαθητιώσα νεολαία μας και με μεγάλη αποδοχή μάλιστα.