Είναι γνωστό ότι, σύμφωνα με τους επίσημους δείκτες ατυχημάτων των 15 χωρών της Ευρωπαϊκής Ενωσης, η Ελλάδα βρίσκεται στην τελευταία θέση από άποψη Οδικής Ασφάλειας, χωρίς να δείχνει ανάλογες τάσεις βελτίωσης.
Η κατάσταση αυτή είναι αναμενόμενη, αφού είμαστε η μόνη χώρα της Ε.Ε., η οποία, ενώ διαθέτει ένα πρόσφατο Στρατηγικό Σχέδιο Οδικής Ασφάλειας και ένα εκλεκτό δυναμικό συγκοινωνιολόγων που γνωρίζουν και επαναλαμβάνουν επί σειρά ετών τι και πώς πρέπει να γίνει, ελάχιστα έχει υλοποιήσει από όσα προτείνονται.
Έχουν περάσει 21 χρόνια από την επιστημονική διημερίδα του Συλλόγου Ελλήνων Συγκοινωνιολόγων (ΣΕΣ) «Μεταφορές και Ατυχήματα» όπου έγιναν ολοκληρωμένες προτάσεις για βελτίωση της Οδικής Ασφάλειας.
Ακολούθησαν πολλές ανάλογες εκδηλώσεις και ενέργειες όπως π.χ. το 1ο (Θεσσαλονίκη, 1994) και 2ο (Βόλος, 1998) Πανελλήνια Συνέδρια Οδικής Ασφάλειας και το Πόρισμα (1996) της Διακομματικής Κοινοβουλευτικής Επιτροπής για την Οδική Ασφάλεια στην Ελλάδα (1).
Πρόσφατα άρχισε και πάλι, με πρωτοβουλία του Υπουργείου Μεταφορών και Επικοινωνιών, μια νέα προσπάθεια βασισμένη σε μια σειρά προτάσεων για άμεσες και μεσοπρόθεσμες δράσεις που προκύπτουν από το Στρατηγικό Σχέδιο Οδικής Ασφάλειας (2) η οποία όμως ακόμα δεν έχει αποδώσει τα αναμενόμενα αποτελέσματα.
Μεμονωμένες ενέργειες όπως π.χ. η ένταση της αστυνόμευσης σε ορισμένες περιοχές και για ορισμένες κρίσιμες παραβάσεις (ζώνες ασφαλείας, κράνη, αλκοόλ, ταχύτητα) είχαν τοπικά αποτελέσματα, στα οποία πιθανόν να οφείλεται και η παρουσιαζόμενη κατά τα τελευταία έτη μείωση του αριθμού των ατυχημάτων στη χώρα μας.
Τι πρέπει και μπορεί να γίνει άμεσα
Δεν θα επαναληφθούν εδώ όλες οι πολύ γνωστές ενέργειες που αφορούν τους τρεις βασικούς παράγοντες οδικής ασφάλειας: χρήστη, οδικό περιβάλλον και όχημα, οι οποίες αναπτύσσονται στο Στρατηγικό Σχέδιο Οδικής Ασφάλειας. Θα τονισθούν μόνο δύο u963 σημαντικοί τομείς ενεργειών όπου μπορούν να ληφθούν άμεσα και αποτελεσματικά μέτρα που αφορούν τον χρήστη το πρώτο και την οδό το δεύτερο:
1. Η συστηματική αστυνόμευση και επιβολή ποινών.
2. Η επισήμανση και βελτίωση των επικίνδυνων σημείων.
3. Η συστηματική αστυνόμευση και επιβολή ποινών.
Είναι γνωστό ότι, σε ένα μεγάλο ποσοστό των τροχαίων ατυχημάτων, προηγείται μία ή περισσότερες παραβάσεις του Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας.
Συνολικά, οι παραβάσεις του ΚΟΚ αποτελούν ένα από τους κύριους αν όχι τον κυριότερο παράγοντα πρόκλησης τροχαίων ατυχημάτων. Επομένως, μία σημαντική μείωση του αριθμού και της σοβαρότητας των τροχαίων ατυχημάτων θα μπορούσε να προκύψει από μία ουσιαστική μείωση των παραβάσεων του ΚΟΚ. Υπάρχουν διάφορες σχετικές εκτιμήσεις που διαφέρουν μεταξύ τους, φαίνεται όμως λογικό να θεωρήσει κανείς ότι η πιθανή μείωση θα είναι της τάξης του 50%(1).
Η σημασία της μείωσης των παραβάσεων του ΚΟΚ αυξάνει γιατί μπορεί να επιτευχθεί άμεσα με συστηματική αστυνόμευση και παράλληλα κατάλληλη ενημέρωση των χρηστών. Η κατάλληλη και συστηματική αστυνόμευση αποτελεί επομένως το πιο άμεσο αποτελεσματικό μέσο ουσιαστικής μείωσης των ατυχημάτων στο οποίο θα πρέπει να δοθεί προτεραιότητα.
Τη σημασία της αστυνόμευσης των παραβατών έχει τονίσει και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Ασφάλειας Μεταφορών (ETSC – European Transport Safety Council) (3) το οποίο έχει εκδώσει μία σχετική έκθεση όπου αναλύονται οι κυριότερες παραβάσεις: 1. Υπερβολική Ταχύτητα, 2. Οινόπνευμα, 3. Φάρμακα και Κούραση, 4. Χρήση Ζωνών Ασφαλείας, 5. Προτεραιότητα. Εδώ θα πρέπει να προστεθεί και το κράνος για τις χώρες με μεγάλο αριθμό μοτοσικλετών. Εξετάζονται οι τάσεις για το μέλλον και διατυπώνονται προτάσεις για την αποτελεσματική αστυνόμευση της εφαρμογής του ΚΟΚ στις χώρες της Ε.Ε.