Η Κοινωνική Οικονομία συνιστά λοιπόν μια πραγματικότητα θεσμικά αναγνωρισμένη, με υπολογίσιμη έκταση και σοβαρά μεγέθη στην οικονομία. Αποτελεί όμως πράγματι τον άλλον κόσμο που είναι εφικτός και είναι ήδη εδώ; Τον κόσμο που αναπτύσσεται αντιθετικά με το καπιταλιστικό σύστημα στις ρωγμές που προκαλούν οι αντιφάσεις του ή μήπως αποτελεί απλώς την συγκολλητική ύλη που γεμίζει αυτές τις ρωγμές και τελικά δίνει συνοχή και αντοχή στο όλο οικοδόμημα;
Δεν μπορούμε να απαντήσουμε μ’ ένα ναι ή μ’ ένα όχι, να πούμε χωρίς αμφιλογίες ότι είναι το ένα ή το άλλο. Θα πρέπει, ωστόσο, να ξεκινήσουμε από αυτήν την Κοινωνική Οικονομία, την Κοινωνική Οικονομία «όπως είναι», να δούμε τις αντιφάσεις της, τις καταγωγικές της γραμμές, τις προοπτικές της. Είναι πιο δόκιμο να ασκήσουμε κριτική στην υφιστάμενη Κοινωνική Οικονομία, να την δούμε σαν μια πολλαπλότητα αντιφατικών και συγκρουόμενων πρακτικών μέσα στην οποία ανοίγονται αντιθετικές δυνατότητες, από το να φλυαρούμε για ιδανικά προς τα οποία «πρέπει να προσαρμοστεί η πραγματικότητα» και να περιορίσουμε τις αναφορές μας μόνο στα σχετικά λίγα (στην Ευρώπη τουλάχιστον) παραδείγματα τα οποία κινούνται ρητά και με και πρακτική συνέπεια σε μια αντισυστημική κατεύθυνση (χωρίς βέβαια να υποτιμήσουμε καθόλου την πολύ μεγάλη σημασία των τελευταίων).
*******
Η Κοινωνική Οικονομία γεννήθηκε στις αρχές του 19ου αιώνα από την προσπάθεια της νεαρής εργατικής τάξης να αντιμετωπίσει τις καταστροφικές οικονομικές, κοινωνικές και πολιτισμικές συνέπειες της Βιομηχανικής Επανάστασης και της αυτορρυθμιζόμενης αγοράς. Οι απόκληροι, οι άνεργοι και οι εργάτες επιχείρησαν να παράγουν οι ίδιοι (χωρίς τους εργοδότες) τα αναγκαία για την επιβίωση τους και να εξασφαλίζουν τους όρους για την κοινωνική τους αξιοπρέπεια.
Οι συνεταιρισμοί, τα συνδικάτα και τα εργατικά κόμματα (και οι Αναρχικές Ομοσπονδίες) ήταν θεσμοί που αναδείχθηκαν από το εργατικό κίνημα’ αντιστοιχούν σε πεδία εργατικής κινηματικής δράσης που βρίσκονται σε στενή σχέση μεταξύ τους.
Η τύχη τους παρακολούθησε τις τύχες του ευρύτερου κινήματος του οποίου ήταν μέρη. Ωστόσο, η ιστορία τους είναι κατεξοχήν μη γραμμική και δεν μπορεί να κριθεί απλοϊκά εκ του αποτελέσματος, ενός αποτελέσματος που κρίθηκε και ξανακρίθηκε πολλές φορές στα όρια, σε όλη τη διάρκεια του προηγούμενου αιώνα.
Πράγματι, γραφειοκρατικά συνδικάτα ποδηγετούν εδώ και πολλές δεκαετίες τους εργατικούς αγώνες, σήμερα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα εφαρμόζουν τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές, ανάλογα η Κοινωνική Οικονομία σε πολλά σημεία δύσκολα διακρίνεται από την οικονομία της αγοράς και ιδίως μάλιστα εκεί που καλείται σήμερα να αναλάβει με αγοραίους όρους τις λειτουργίες του παλαιού κράτους πρόνοιας το οποίο αποσυντίθεται.
Όμως και σήμερα που χρησιμοποιούμε σπανιότερα τον όρο εργατική τάξη και συχνότερα τους όρους «πλήθος» και «οι από κάτω» χρειαζόμαστε επίσης (όπως οι εργάτες της βικτωριανής εποχής) οργανώσεις στους τόπους δουλειάς, διαδικασίες πολιτικής συζήτησης, παρέμβασης στο δημόσιο χώρο ή καλύτερα δημιουργίας δημόσιου χώρου (όπως ήταν οι εργατικές λέσχες, η Κομμούνα ή τα Συμβούλια) και τέλος πρωτοβουλίες για την παραγωγή αγαθών αλλά και της ίδιας της κοινωνικής ζωής έξω από την αγορά αλλά και έξω από τις σχέσεις της μισθωτής εργασίας (τέτοιες πρωτοβουλίες ήταν κάποτε οι συνεταιρισμοί).
********
Ο καπιταλισμός αντλεί δύναμη αφομοιώνοντας διαρκώς τις προσπάθειες των «από κάτω». Έτσι μετατοπίζει διαρκώς τις γραμμές σύγκρουσης αλλά και πολλαπλασιάζει τα πεδία αντιπαράθεσης. Μερικές φορές ότι εμείς ονομάζουμε «αφομοίωση» είναι ένα δούναι και λαβείν που έχει περισσότερες από μια αναγνώσεις. Ο καπιταλισμός φέρνει διαρκώς τον εχθρό μέσα στο σπίτι του, εκτίθεται σε χτυπήματα μέσα σε δικό του έδαφος, το έδαφος που έχει μόλις κατακτήσει.
Η υφιστάμενη Κοινωνική Οικονομία (όπως ο συνδικαλισμός, αλλά και πολλές λαϊκές οργανώσεις) διαπερνάται από τη σύγκρουση ανάμεσα στις συστημικές και τις αντισυστημικές δυνάμεις, άλλωστε, όπως είπαμε, δεν είναι παρά το δημιούργημα της θεσμίζουσας δραστηριότητας τωρινών και προηγούμενων κινημάτων, την οποία υποκίνησαν ανάγκες εξίσου παρούσες και σ’εμάς σήμερα. Χρειάζεται να έχουμε μια δυναμική αντίληψη της κατάστασης στο σύνολο και στην αντιφατικότητά της. Κατ’ αρχάς να γνωρίζουμε την ιστορία αυτών των προσπαθειών. Όχι μόνο για να αντλήσουμε διδάγματα από το πώς αφομοιώθηκαν (αν αφομοιώθηκαν), αλλά επίσης για να αντιληφθούμε το ιστορικό βάθος των διαφορετικών πεδίων της κοινωνικής πάλης.
***********
Η Κοινωνική Οικονομία δεν προέκυψε για πρώτη φορά στα κινήματα της δεκαετίας του 1960, όπως νομίζουν οι αγράμματοι που επικαλούνται την τριτοδιεθνιστική παράδοση ή ισχυρίζονται διάφοροι στον οικολογικό χώρο, ούτε μας ήρθε από τη Λατινική Αμερική. Γεννήθηκε μαζί με το εργατικό κίνημα, είναι τόσο παλιά όσο η εργατική τάξη και η αντίσταση της κοινωνίας στην οικονομία της αγοράς.
Στην Αγγλία τις πρώτες δεκαετίες του 19ου αιώνα, μεσούσης της Βιομηχανικής Επανάστασης κι ενώ με δραστικές κρατικές παρεμβάσεις (1834, μεταρρύθμιση της κοινωνικής πρόνοιας κ.ά.) εγκαθίστατο η αυτορρυθμιζόμενη αγορά, εμφανίστηκαν μερικά από τα μεγαλύτερα κοινωνικά κινήματα της σύγχρονης ιστορίας, τα οποία περιελάμβαναν εκατοντάδες χιλιάδες τεχνίτες, εργάτες και εργαζόμενους.
Πρώτη εθνική οργάνωση παραγωγών με συνδικαλιστικούς στόχους ήταν η Ένωση Οικοδόμων που είχε κυκλοφορήσει δικό της νόμισμα και προωθούσε την ιδέα της «μεγάλης ένωσης για τη χειραφέτησης των παραγωγικών τάξεων». Από την Ένωση ή Συντεχνία των Οικοδόμων και το «Κοινοβούλιο» της προήλθαν τα βραχύβια Ενωμένα Εργατικά Συνδικάτα, που για ένα μικρό χρονικό διάστημα περιελάμβαναν περίπου 1 εκατομμύριο εργάτες και τεχνίτες σε μία χαλαρή συνομοσπονδία συνδικάτων και συνεταιριστικών ενώσεων. Από την Ένωση Οικοδόμων κατάγονται οι συνεταιρισμοί των βιομηχανικών παραγωγών του 19ου αιώνα.
Η αυγή του εργατικού κινήματος στην Αγγλία έφερε στο φως μια εκπληκτική ποικιλομορφία δράσεων και θεσμών. Τα «Ενωσιακά Καταστήματα» ιδρύθηκαν από συνδικαλιστές, αποτελούσαν περισσότερο συνεταιρισμούς παραγωγών στους οποίους άνεργοι εργάτες μπορούσαν να βρουν απασχόληση ή απεργοί να κερδίσουν λίγα χρήματα.
Τα ανταλλακτικά παζάρια στηρίζονταν στην αλληλοεπικάλυψη των τεχνών: ικανοποιώντας ο ένας τις ανάγκες του άλλου οι τεχνίτες θα απαλλάσσονταν από τις διακυμάνσεις της αγοράς. Γινόταν χρήση γραμματίων εργασίας τα οποία είχαν ευρεία κυκλοφορία. Ιδρύθηκαν συνεταιριστικές εταιρείες που απασχολούνταν κυρίως με την πώληση προϊόντων στα μέλη τους. Τα κέρδη κατευθύνονταν στην ίδρυση Συνεταιριστικών Χωριών (στα σχέδια του Owen για τη δημιουργία Συνεταιριστικών Χωριών βρίσκεται για τον Πολάνυι η καταγωγή των αγροτικών συνεταιρισμών εργατών γης) (21).