Το ερέθισμα για τη συγγραφή του παρόντος κειμένου ήταν η απόφαση -για άλλη μία φορά- των ηγετών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κατά την πρόσφατη συνεδρίαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, να καταπολεμήσουν τη φοροδιαφυγή, μέσω επιβολής περιορισμών στους φορολογικούς παραδείσους. Η τελευταία έννοια, οι φορολογικοί παράδεισοι ή τα φορολογικά καταφύγια ή οι επικράτειες εχεμύθειας, που φιλοξενούν τις διαβόητες «offshore εταιρίες», ήταν ένα από τα αντικείμενα με τα οποία ασχολήθηκα κατά τη διάρκεια του εργασιακού μου βίου ως Επιθεωρητής στην Τράπεζα της Ελλάδος. Η απασχόλησή μου με το συγκεκριμένο αντικείμενο, το οποίο είναι γεγονός ότι «αγάπησα» πολύ, με βοήθησε ώστε να δώσω απαντήσεις σε ανακύπτοντα -κατά τις θεωρητικές μου αναζητήσεις- σημαντικά ερωτήματα, σχετικά με τους βαθύτερους μηχανισμούς λειτουργίας του σύγχρονου καπιταλισμού. Οι φορολογικοί παράδεισοι με τις off shore εταιρίες τους αγγίζουν την ίδια την «καρδιά» του σύγχρονου καπιταλιστικού συστήματος και παραπέμπουν τον ερευνητή σε αναζητήσεις πολιτικές, κοινωνικές, οικονομικές, αλλά και φιλοσοφικο-ηθικές, όπως αυτές που εκτίθενται στο παρόν κείμενο.
Του Δημήτρη Σουλιώτη
Όταν αναφερόμαστε σε υπεράκτια κέντρα, εννοούμε κάποιους τόπους οι οποίοι με διάφορα μέσα παρακάμπτουν τα φορολογικά, ρυθμιστικά και νομικά συστήματα άλλων χωρών και έχουν ως κύρια χαρακτηριστικά τους την εχεμύθεια, τη χαμηλή ή μηδενική φορολογία και τον μεγάλο χρηματοπιστωτικό τομέα, σε σύγκριση με το μέγεθος της οικονομίας τους. Τα υπεράκτια κέντρα έχουν συμβάλει τα μέγιστα σε παγκόσμιο επίπεδο στην τεράστια αύξηση της φοροδιαφυγής και του «ξεπλύματος βρώμικου» χρήματος, ως και στη σύγχρονη μεγάλη οικονομική κρίση.
Στην τεράστια επέκταση των υπεράκτιων κέντρων συνέβαλε τα μέγιστα η προσπάθεια του Ηνωμένου Βασιλείου -μετά την κατάρρευση της αποικιοκρατίας- να διατηρήσει την κυρίαρχη θέση του στον παγκόσμιο καταμερισμό ισχύος, χρησιμοποιώντας ως στρατηγείο το Σίτι του Λονδίνου και ως μέσον πρώην αγγλικές κτήσεις, που μετατράπηκαν σε φορολογικούς παραδείσους για την εξυπηρέτηση, με αμοιβαίο όφελος, των πολυεθνικών επιχειρήσεων και του σταδιακά εξελισσόμενου σε κυρίαρχο -έναντι του παραγωγικού- χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου. Δημιουργήθηκε σταδιακά ο βρετανικός ιστός της αράχνης, η σημαντικότερη και επιθετικότερη συνιστώσα του παγκόσμιου υπεράκτιου συστήματος.
Σε ολόκληρο τον κόσμο υπάρχουν σήμερα περίπου εξήντα επικράτειες εχεμύθειας, χωρισμένες κατά προσέγγιση σε τέσσερις ομάδες. Η πρώτη ομάδα αποτελείται από τους ευρωπαϊκούς «παραδείσους» (Ελβετία, Λουξεμβούργο, Ολλανδία, Αυστρία, Λιχτενστάιν, Μονακό, Ανδόρα, Μαδέρα). Η δεύτερη ομάδα υπεράκτιων κέντρων, στην οποία αναλογούν σχεδόν οι μισές από τις επικράτειες εχεμύθειας όλου του κόσμου, που είναι και η πιο σημαντική, έχει ως κέντρο της το Σίτι του Λονδίνου. Ειδικότερα το υπεράκτιο δίκτυο του Σίτι περιλαμβάνει τα εξαρτημένα εδάφη του Βρετανικού Στέμματος (Τζέρσεϊ, Γκέρνσεϊ, Νήσος Μαν), δέκα τέσσερα υπερπόντια εδάφη της Βρετανίας (Νησιά Καϊμάν, Βερμούδα, Βρετανικές Παρθένοι Νήσοι, νησιά Τερκς και Κάικος, Γιβραλτάρ κ.ά.) και τρίτον ανεξάρτητες χώρες που έχουν στενούς δεσμούς με το Σίτι του Λονδίνου (Χονγκ Κονγκ, Σιγκαπούρη, Μπαχάμες, Ντουμπάι, Ιρλανδία, Κύπρος κ.ά.). Ο τρίτος πυλώνας του υπεράκτιου κόσμου πατάει στις Ηνωμένες Πολιτείες και λειτουργεί επίσης σε τρία επίπεδα. Σε ομοσπονδιακό επίπεδο (ευνοϊκοί νόμοι για την προσέλκυση ξένων κεφαλαίων), σε επίπεδο επιμέρους πολιτειών των ΗΠΑ (Φλόριντα, Γουαϊόμινγκ, Ντέλαγουερ, Νεβάδα) και τρίτον ένα δίκτυο δορυφόρων στο εξωτερικό (Νήσοι Μάρσαλ, Αμερικανικές Παρθένοι Νήσοι, Λιβερία, Παναμάς). Η τέταρτη και τελευταία ομάδα περιλαμβάνει ένα μικρό αριθμό από αταξινόμητες ιδιόρρυθμες περιπτώσεις περιορισμένης σημασίας, όπως είναι η Σομαλία και η Ουρουγουάη. Ενδεικτικά ας σημειώσουμε ότι από τις 881 υπεράκτιες θυγατρικές που είχε η Enron πριν τη χρεοκοπία της, οι 692 βρίσκονταν στα Νησιά Καϊμάν, οι 119 στα Τερκς και Κάικος, 43 στον Μαυρίκιο και 8 στη Βερμούδα: όλες στον βρετανικό ιστό της αράχνης.