Όταν από τις πολιτικές βραδιές που καλό θα ήταν να ξεχάσουμε σύντομα. Η δήθεν μονομαχία του πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά με τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης Αλέξη Τσίπρα, με αφορμή την πρόταση μομφής που υπέβαλε το κόμμα του δεύτερου, εξελίχθηκε σε κακοπαιγμένη ταινία «γουέστερν». Η δε παρέμβαση του έτερου συνεταίρου της κυβέρνησης Ευάγγελου Βενιζέλου, σε ρόλο προφανώς «σερίφη», ήρθε να ολοκληρώσει το σκηνικό θεάτρου που στήθηκε εντός του κορυφαίου δημοκρατικού θεσμού της χώρας.
Γράφει ο Θάνος Σταθόπουλος
Η εικόνα που πρόβαλαν προς τα έξω, το βράδυ της περασμένης Κυριακής, ο «τιμονιέρης» της χώρας και ο εν δυνάμει νέος πρωθυπουργός της είναι δηλωτική του τραγικού εθνικού αδιεξόδου μας. Και δεν είναι μόνο οι εξυπνακισμοί και οι προσβλητικοί διάλογοι που αντήλλαξαν οι δύο κορυφαίοι θεσμικοί παράγοντες εντός του Κοινοβουλίου, αλλά και η χαμηλή ποιότητα των ε-
πιχειρημάτων τους, που απογοήτευσαν και προβλημάτισαν μεγάλη μερίδα πολιτών.
Από τη μία, ο Έλληνας πρωθυπουργός, αγγίζοντας αρκετές φορές (αν δεν τα ξεπέρασε κι όλας) τα όρια της αλαζονείας, προσπάθησε να πείσει ότι η Ελλάδα βρίσκεται μόλις ένα βήμα πριν την έξοδο από τη βαθιά ύφεση. Και τα έλεγε αυτά, την ώρα που η ανεργία κτυπά «κόκκινο» (ενδεικτικό το αρνητικό ισοζύγιο προσλήψεων-απολύσεων τον μήνα Οκτώβριο), τα ληξιπρόθεσμα χρέη προς την Εφορία αυξάνουν, οι κατασχέσεις μισθών και καταθέσεων βρίσκονται στην ημερήσια διάταξη και οι πρώτοι πλειστηριασμοί ακινήτων είναι προ των πυλών. Κι όλα αυτά, πριν εφαρμοστούν οι νέοι φόροι στα ακίνητα, στα αυτοκίνητα και σε ό,τι άλλο σκεφθεί ο εγκέφαλος των διεθνών πιστωτών και των εγχωρίων εφαρμοστών της αδιέξοδης μνημονιακής πολιτικής.
Μόνο για την ανάπτυξη δεν βρήκε να πει κουβέντα ο πρωθυπουργός μας. Όπως δεν ψέλλισε ούτε μία δικαιολογία για το γεγονός ότι, πέρα από οριζόντια, επώδυνα μέτρα, δεν έχει γίνει καμία ουσιαστική κίνηση στο πεδίο της αναθέρμανσης της οικονομίας. Αντιθέτως, μεγάλες επιχειρήσεις μετακομίζουν στο εξωτερικό, μικρότερες εταιρείες βάζουν οριστικό λουκέτο, εκατοντάδες χιλιάδες υπολειτουργούν και στρατιές εργαζομένων ζουν καθημερινά με το άγχος της απόλυσης.
Την ίδια ώρα, η «διεφθαρμένη και σπάταλη» ΕΡΤ έκλεισε οριστικά (ας είναι καλά η επέμβαση των ΜΑΤ, «χάραμα, με το πρώτο λεωφορείο»), αλλά η νέα τηλεόραση δεν λέει να βγει στον αέρα, οι νέοι διορισμοί διοικητών στα νοσοκομεία δείχνουν ότι το πελατειακό κράτος καλά κρατεί, οι περισσότεροι κυβερνητικοί βουλευτές είναι στα… κάγκελα, αλλά δεν τολμούν να πηδήσουν εκτός του «μαντριού» και η ζωή συνεχίζεται…
Μα και στην άλλη πλευρά, τα πράγματα δεν είναι καλύτερα. Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης προτίμησε είτε τα λογοπαίγνια τύπου «μονομαχίας στο Τέξας», είτε τον παλαιάς κοπής λαϊκισμό, για να πείσει ότι είναι η εναλλακτική πρόταση στην παρούσα διακυβέρνηση. Μόνο που η φρασεολογία που χρησιμοποίησε και το αβαθές των επιχειρημάτων του μάλλον απευθύνονταν περισσότερο στο ακόμη ομιχλώδες εσωτερικό του κόμματός του, παρά στα εκατομμύρια των Ελλήνων που όντως περιμένουν διακαώς να ακούσουν το καινούργιο, να πιστέψουν το διαφορετικό και να το φέρουν στην εξουσία.
Για εμάς, τους κάπως παλαιότερους, ο διάλογος των δύο πολιτικών ανδρών θύμιζε κάτι από τις καταπληκτικές δουλειές του Χάρρυ Κλυν, τότε που διακωμωδούσε, εν είδει μονομαχίας, την πολιτική κόντρα Κωνσταντίνου Καραμανλή και Ανδρέα Παπανδρέου. Για τους νεότερους, όσους δηλαδή από αυτούς μπήκαν στον κόπο να παρακολουθήσουν την κόντρα των δύο αρχηγών, μάλλον αισθήματα αποστροφής και παραίτησης θα τους δημιούργησαν.
Κι αυτή είναι η κυριότερη ζημιά που έκανε το είδος της πολιτικής αντιπαράθεσης που έχουν επιλέξει οι κ.κ. Αντώνης Σαμαράς και Αλέξης Τσίπρας. Σε μία περίοδο που η χώρα έχει ανάγκη την ενότητα, τη συμμετοχή όλων -και κυρίως των νέων ανθρώπων- το ξεπέρασμα καταστροφικών συνδρόμων του παρελθόντος, αυτοί επιμένουν στο παλαιό, το ξεπερασμένο, αναγκάζοντάς μας να ζούμε, μαζί με την οικονομική εξαθλίωση, και τον εθνικό εξευτελισμό μας.
Άραγε, θα καταφέρουν να βάλουν φρένο στον πολιτικό κατήφορό τους, που αποτελεί φρένο και στην εθνική προσπάθεια ανάκαμψης; Θα μπορέσουν να αναγνωρίσουν εμπράκτως τις μεγάλες θυσίες του ελληνικού λαού και να μην τις απαξιώνουν με τόσο κυνικό τρόπο; Δύσκολο να το πει κάποιος.
Δυστυχώς, στην Ελλάδα το πολιτικό σύστημα εξακολουθεί να λειτουργεί ακόμη με την τακτική του εκκρεμούς. Και όσο καθυστερεί η επίτευξη του σημείου της ισορροπίας, τόσο θα λιγοστεύουν οι ελπίδες να βγούμε από την παρούσα δυσμενή συγκυρία εθνικά αλώβητοι. Και τότε, η Ιστορία ας αποδώσει «τα του Καίσαρος τω Καίσαρι…».