Καθηλωμένος πεντακόσια χρόνια ένας λαός κάτω από την πιο βάρβαρη κατοχή της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, δεν του δόθηκε η ευκαιρία να τραγουδήσει το βίο του ν’ ανανεώσει το πνευματικό του οπλοστάσιο και να προχωρήσει στα πεπρωμένα της φυλής του. Ο αλβανικός λαός πέρασε, όπως φαίνεται μέσα από το δημοτικό του τραγούδι, ένα χρονικό διάστημα στενόχωρο, περιορισμένο. Ο Ρήγας Βελενστινλής έκανε την πρόσκληση στους ηγέτες της Βαλκανικής. «Έλα να γίνεις στύλος δικής σου της φυλής». Αλλά τίποτε. Η πνευματική ανέλιξη του αλβανικού λαού περιορίστηκε από πολύ αντίξοες περιστάσεις. Η επικοινωνία με συνανθρώπους ήταν καθηλωτικά απομονωτική.
Ετυμολογώντας το εθνόσημο Αλβανός – Σιπετάρ καταλήγεις να θεωρείς το λαό κυνηγημένο ή άγριο πάνω σ’απρόσιτες βουνοκορφές, αφού μεταφραζόμενος ο όρος Σ(κ)ιπερία (=Αλβανία) δηλώνει τη χώρα των αετών ή τους γιους των αετών, αν και η εθνωνυμική γλωσσική έρευνα βεβαίωσε πως το Σ(κ)ιπερία, Σ(κ)ιπετάριοι προέρχεται από την ιταλική λέξη scippeto, που δηλώνει τουφέκι. Έτσι η Σκιπερία αναφέρεται στη χώρα των τυφεκιοφόρων – σκιπετάριων οπλοφορούντων. Αναλογίες διαπιστώνουμε και στους αρχαίους Έλληνες – Αιτωλούς (Θουκυδίδης Α6) και Πολυβίου Ιστορίαι VI, 377).
Έπειτα ο λαός αυτός κατεξοχήν μεταναστευτικός κατέληξε στην περιοχή της Ιλλυρίας, ερχόμενος από την Καυκάσια χώρα, όπου άρχισε και την ιστορία του τον 2ο μ.Χ. αιώνα. Το αλβανικό κράτος έλαβε υπόσταση το 1912, για να ακολουθήσει περαιτέρω το ιστορικό πεπρωμένο του στη Βαλκανική. Άπλωσε και αυτό τα χέρια του στην αναμμένη ελληνική θαλπωρή της εστίας μας για να θερμανθεί και να αποκτήσει υπόβαθρο ιστορικό, λογοτεχνικό κλπ, στον δικέφαλο αετό της βυζαντινής αυτοκρατορίας και στον ατίθασο ηγέτη Γεώργιο Καστριώτη (=Σκεντέρμπεη). Μήπως το ίδιο άπλωμα δεν έκαναν και τα Σκόπια (=Βαρντάσκα), που αρνήθηκαν το εθνικό τους όνομα έναντι του δελεαστικού δικού μας Μακεδονία;). Μήπως και οι Βούλγαροι έχουν έπος; Φίλε μου αναγνώστη, είναι απαράδεκτο στους εξώστες της ιστορικής μας λαμπρής τρισμέγιστης πολυκατοικίας με τα κατάφορτά της από ποικιλώνυμους αλλοεθνείς, που μας περιβάλλουν ρετιρέ, πούσι αργυρού χιονιά συσκότισε την όρασή του παρελθόντος του λαού μας και αφαίρεσε αυθαίρετα, ενώ εμείς υπνώττουμε μακαρίως, μέρος της ιστορίας μας και της λογοτεχνίας μας. Και να ‘ναι μόνο αυτό; Θα μπορούσα ακόμη να θεωρήσω πως πολλά στοιχεία του αλβανικού δημοτικού τραγουδιού -γιατί αυτό υπαινισσόμαστε- έχουν την αφετηρία τους στο ελληνικό δημοτικό τραγούδι, που άνθισε στη χώρα μας στα τετρακόσια χρόνια της οθωμανικής σκλαβιάς.
Καταπληκτική ομοιότητα έχουν τα δημοτικά αλβανικά τραγούδια της αγάπης, του γάμου, της ξενιτιάς, τα κλέφτικα, τα ιστορικά ακόμη και τα τραγούδια των νιζάμηδων με τα τραγούδια των ελλήνων της κάτω Ιταλίας. Βλέπετε η φλόγα του Ελληνισμού δεν έσβησε και ακοίμητη καίει στις περιοχές της Χειμάρρας, του Αργυροκάστρου, του Αυλώνα, της Μοσχόπολης, του Δυρραχίου και της επικράτειας των Τόσκηδων πέρα από τον ποταμό Θύαμη της εκείθεν Αρμπερίας, των Τσάμηδων.
Βέβαια η άστατη παιδεία στη χώρα, που λειτούργησε με κατευθυνόμενα από την προπαγάνδα ιταλικά, αυστριακά, τουρκικά ή και καθόλου σχολεία, δε δημιούργησε κατάλληλες συνθήκες για την ανάπτυξη της λογοτεχνικής παραγωγής. Ακόμη και η ποικιλία του αλφαβήτου η δύσκολη ορθογραφία της γλώσσας, οι διαρκείς αγώνες, η απασχόληση του λαού με τα πολεμικά γεγονότα, οι πολλαπλές μεταναστεύσεις για αναζήτηση καλλίτερης διαβίωσης υπήρξαν κύριες αφορμές στις οποίες οφείλεται η ασήμαντη λογοτεχνική παραγωγή της χώρας. Και εάν επιμείνουμε στην αναζήτηση μικρών εστιών πνευματικής παραγωγής, πρώτα στοιχεία κάποιας προόδου μπορούμε να έχουμε από Αλβανούς, που διαβιούν στην Ιταλία ή το εξωτερικό γενικά πχ. ο Ισμαήλ Κανταρέ διαβιώνει στο Παρίσι, από Έλληνες δασκάλους και μαθητές της Νέας Ακαδημίας της Μοσχόπολης, της δημιουργίας παραρτημάτων του Αρσακείου και του Τοσιτσείου εκπαιδευτικών ιδρυμάτων τώρα και γενικά του νέου προοδευτικού πνεύματος, που χαράζει η αρχιεπισκοπή Αλβανίας με αφετηρία τα Τίρανα κλπ.