Παρουσιάστηκε από τον δήμαρχο Αιγάλεω και πρόεδρο της ΤΕΔΚΝΑ Δημήτρη Καλογερόπουλο και τους επιστημονικούς συνεργάτες του, το όλο πρόγραμμα και ο σχεδιασμός της μεγαλύτερης αστικής βιοκλιματικής ανάπλασης υποβαθμισμένων αστικών περιοχών στην Ευρώπη.
Το έργο αφορά την ανάπλαση της Λεωφόρου Θηβών και της γύρω από αυτήν περιοχής από Πέτρου Ράλλη μέχρι Λεωφόρο Αθηνών.
Στο πρόγραμμα Bridge
Το έργο έχει ενταχθεί στα πλαίσια του προγράμματος BRIDGE της Ευρωπαϊκής Κοινότητας το οποίο συντονίζει το Ινστιτούτο Υπολογιστικών Μαθηματικών του Ιδρύματος Τεχνολογίας και Έρευνας (ITE), όπου μελετάται ο πράσινος επανασχεδιασμός πέντε σημαντικών αστικών περιοχών στην Ευρώπη.
Παρουσιάστηκαν οι μετρήσεις που πραγματοποιεί τον τελευταίο χρόνο το Πανεπιστήμιο Αθηνών (ομάδα Κτηριακού Περιβάλλοντος) στην περιοχή όπου διαπιστώθηκε εξαιρετικά μεγάλη αύξηση της θερμοκρασίας σχετικά με την υπόλοιπη Αθήνα, υψηλά επίπεδα ατμοσφαιρικής ρύπανσης, αξιοσημείωτη θερμική δυσφορία του πληθυσμού, με συνέπεια τη διόγκωση της ενεργειακής κατανάλωσης των κτηρίων.
Παρουσιάστηκε πρότυπος πράσινος αρχιτεκτονικός και περιβαλλοντικός σχεδιασμός, ο οποίος δημιουργεί μία ζώνη όασης στη Δυτική Αθήνα. Συγκεκριμένα επιτυγχάνεται μείωση της θερμοκρασίας του περιβάλλοντος έως και 2 βαθμών Κελσίου το καλοκαίρι στην περιοχή παρέμβασης, βελτίωση των επιπέδων της θερμικής άνεσης κατά 25% και μείωση των ενεργειακών αναγκών των κτιρίων κατά 15%.
Η χρηματοδότηση του έργου της ανάπλασης θα γίνει από αυτοδιοικητικούς και εθνικούς πόρους και η κατασκευή θα ξεκινήσει πολύ σύντομα.
Στην τοποθέτησή του για τη «Βιώσιμη Ανάπτυξη και τον Βιοκλιματικό Ανασχεδιασμό Θερμικά Υποβαθμισμένων Αστικών Περιοχών» ο πρόεδρος της ΤΕΔΚΝΑ και δήμαρχος Αιγάλεω, Δημήτρης καλογερόπουλος, ανέφερε:
Η παγκόσμια κλιματική αλλαγή, η ιδιαίτερα πυκνή δόμηση στο Λεκανοπέδιο των Αθηνών, παράλληλα με την μεταβολή των χρήσεων γης που έχουν συντελεστεί τα τελευταία 50 χρόνια, τις καταστροφικές πυρκαγιές μετά το 1970 και την ιδιαίτερα αυξημένη παραγωγή ανθρωπογενούς θερμότητας, έχουν συμβάλει σε μια δραματική αλλαγή του μικροκλίματος της Αθήνας και κυρίως των Δυτικών Προαστίων της.
Σαν συνέπεια, έχει αυξηθεί το ημερήσιο θερμοκρασιακό εύρος, έχει αυξηθεί ιδιαίτερα σημαντικά η θερμοκρασία στην πόλη, έχουν μεγαλώσει τα συνεχή διαστήματα με υψηλή θερμοκρασία ενώ η συχνότητα των θερμών περιόδων έχει μεγαλώσει σημαντικά.
Παράλληλα, η θερμοκρασία του αέρα στην πυκνά δομημένη αστική περιοχή της Δυτικής Αθήνας είναι υψηλότερη από αυτή της περιβάλλουσας περιοχής. Το φαινόμενο αυτό οφείλεται στο κλίμα, την τοπογραφία και η φυσική διάταξη της κάθε περιοχής. Οι βραχυπρόθεσμες κλιματικές συνθήκες παίζουν επίσης έναν σημαντικό ρόλο. Η μείωση του πράσινου και η αύξηση στης αστικοποίησης και βιομηχανοποίησης έχουν επιδεινώσει τις θερμικές συνθήκες που βιώνουν οι κάτοικοι του λεκανοπέδιου.
Αύξηση ζήτησης ενέργειας
Οι υψηλές αστικές θερμοκρασίες επιδρούν σημαντικά στη ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας που απαιτείται για τον κλιματισμό των κτηρίων, ενώ αυξάνουν την εκπομπή ρυπαντών.
Παράλληλα, επιδεινώνονται οι συνθήκες θερμικής άνεσης στην πόλη, αυξάνεται η θερμική δυσφορία ιδιαίτερα στον ευπαθή πληθυσμό με άμεσο κίνδυνο για θανάτους πολιτών χαμηλού εισοδήματος που κατοικούν σε μη προστατευμένα κτίρια
H υπερθέρμανση στην Δυτική Αθήνα αυξάνει δραματικά την απαραίτητη ενέργεια για τον κλιματισμό των κτιρίων στην περιοχή και υποχρεώνει την ΔΕΗ να κατασκευάζει συνεχώς νέους σταθμούς ώστε να καλυφτεί η συνεχώς αυξανομένη ζήτηση.
Χαρακτηριστικά αναφέρεται ότι η απαραίτητη ενεργεία για τον κλιματισμό των κτηρίων στην Δυτική Αθήνα είναι σχεδόν διπλάσια από την αντίστοιχη στην περιοχή των προαστίων με υψηλή πυκνότητα πράσινου.
Η σημερινή κατάσταση υποχρεώνει τους πολίτες να βιώνουν σε ένα περιβάλλον μη επαρκούς περιβαλλοντικής ποιότητας, να καταναλώνουν συνεχώς αυξανόμενα ποσά ενέργειας για άνεση και κλιματισμό και να αυξάνεται συνεχώς το κόστος της ηλεκτρικής κιλοβατώρας λόγω της συνεχούς αύξησης του ηλεκτρικού φορτίου αιχμής.
Οι ελεύθεροι χώροι στην περιοχή μειώνονται συνεχώς λόγω της τεράστιας ζήτησης χώρων για εμπορικούς και οικιστικούς λόγους. Η αύξηση των σκληρών επιφανειών και των κτιρίων στο αστικό περιβάλλον επιτείνει τα κλιματικά προβλήματα και συντελεί σε περαιτέρω αύξηση της αστικής θερμοκρασίας.
Οι επιπτώσεις της φτώχειας
Οι υψηλές θερμοκρασίες καθιστούν τους πολίτες της Δυτικής Αθήνας πιο ευπαθείς και ιδιαίτερα τον πληθυσμό χαμηλού εισοδήματος.
Όλες οι μελέτες έχουν δείξει ότι η μεγαλύτερη συχνότητα θανάτων καταγράφεται στον πληθυσμό χαμηλού εισοδήματος που κατοικεί σε ακατάλληλα κτήρια χωρίς θερμική προστασία και αερισμό. Οι πολίτες χαμηλού εισοδήματος στη Δυτική Αθήνα κατοικούν σε ακατάλληλα κτήρια και είναι ευπαθείς στα ακραία κλιματικά φαινόμενα και τις υψηλές θερμοκρασίες.
Όπως δείχνουν τα πραγματικά στατιστικά στοιχεία τα θύματα της αλλαγής του κλίματος στη χώρα μας αναμένεται να είναι αρκετά! Περίπου το 20 % των Ελλήνων ζει σήμερα κάτω από τα όρια της φτώχειας.
Εννιά στα δέκα σπίτια πολιτών με χαμηλά εισοδήματα δεν έχουν στοιχειώδη μόνωση. Σχεδόν ένα στα πέντε ελληνικά νοικοκυριά αδυνατεί να πληρώσει το κόστος που απαιτείται για ικανοποιητική θέρμανση και κλιματισμό.
Την ίδια ώρα, οι κατοικίες που έχουν χτιστεί από το 1919 ως και το 1970 και συνήθως δεν διαθέτουν στοιχειώδεις υποδομές κλιματικής προστασίας- ξεπερνούν το 1,3 εκατ. σε όλη τη χώρα, ενώ μόνο στην Αττική υπολογίζονται σε τουλάχιστον 237.000.
Δεδομένης της αύξησης της εμφάνισης των καυσώνων, καθώς και εξ αιτίας της αύξησης της θερμοκρασίας, ο πληθυσμός χαμηλού εισοδήματος αποτελεί το πρώτο θύμα των κλιματικών μεταβολών στην πόλη και οφείλουμε να τον προστατέψουμε.
Παράλληλα η αύξηση των επιπέδων της ατμοσφαιρικής ρύπανσης και οι υψηλές εκπομπές των οχημάτων συντελούν στην αύξηση της συγκέντρωσης ρυπαντών στο αστικό περιβάλλον με ιδιαίτερα σημαντικές συνέπειες τόσο στην υγεία όσο και την παραγωγικότητα των πολιτών