Τα κριτήρια για τις συνενώσεις του «Καλλικράτη» βασίζονται σε μια σειρά από αυστηρές παραμέτρους που εφαρμόζονται ενιαία για όλη τη χώρα. Τα κριτήρια χωροθέτησης, άλλωστε, βασίζονται όπως έχουμε ξαναπεί, σε όσα είχε υιοθετήσει η Κεντρική Ένωση Δήμων και Κοινοτήτων Ελλάδας στο Συνέδριο της Κυλλήνης το 2007.
Πρέπει να σημειωθεί εξ αρχής ότι ως πληθυσμιακό μέτρο για την εφαρμογή των κριτηρίων, χρησιμοποιείται ο μόνιμος πληθυσμός της απογραφής του 2001, που απεικονίζει πιστότερα και κατά τον πλέον επίσημο τρόπο την πραγματική κατάσταση των Δήμων και των Δημοτικών Διαμερισμάτων.
Η εφαρμογή των παραπάνω κριτηρίων συμπληρώνεται με ειδικά κριτήρια. Συγκεκριμένα:
Εισάγεται ελάχιστο πληθυσμιακό μέγεθος οι 10.000 μόνιμοι κάτοικοι προκειμένου ένας Δήμος που προκύπτει από συνένωση, να μπορέσει να ασκήσει επαρκώς τις αρμοδιότητές του, εξασφαλίζοντας λειτουργική, διοικητική και οικονομική επάρκεια. Κανένας Δήμος δηλαδή δεν μπορεί κάτω από αυτό το όριο, με μόνη εξαίρεση πάντοτε τους νησιωτικούς και τους ορεινούς Δήμους κατά τη γνώμη μας να σταθεί στο νέο περιβάλλον.
Το παραπάνω όριο των 10.000 κατοίκων αυξάνεται κατά 20% προκειμένου ένας Δήμος να μπορεί να διατηρηθεί στα σημερινά του διοικητικά όρια, ως ένας αυτοτελής Δήμος.
Όπως είναι φυσικό και αναντίλεκτο, για τις μητροπολιτικές περιοχές των πολεοδομικών συγκροτημάτων Αθηνών και Θεσσαλονίκης, το παραπάνω όριο προσδιορίζεται στους 25.000 κατοίκους. Οι λόγοι εδώ είναι προφανείς: οικιστική πυκνότητα, αλλά και η μητροπολιτική τους οργάνωση οδηγεί υποχρεωτικά σε μεγαλύτερες ενότητες. Προφανές είναι επίσης ότι το όριο αυτό δεν αποκλείει – και το τονίζουμε αυτό – τη δυνατότητα κάποιου Δήμου, κάποιων Δήμων να συνενωθούν εφόσον οι ίδιοι το επιθυμούν συνεκτιμώντας ότι μπορούν έτσι καλύτερα να ανταποκριθούν στην ευθύνη και στην αποστολή τους απέναντι στους δημότες τους. Ακόμη βέβαια και σε αυτή την περίπτωση, αν κανείς υπερβαίνει το όριο που μόλις προαναφέρθηκε, για μας αυτό είναι μια κρίσιμη προϋπόθεση η οποία σαφώς και μπορεί να γίνει αποδεκτή.
Δεν διασπώνται, δεν μπορούν να διασπαστούν τα όρια των Δήμων, των Νομών αλλά και των Περιφερειών. Οι συνενώσεις αφορούν το σύνολο της σημερινής εδαφικής ακεραιότητας και Περιφέρειας των ΟΤΑ. Ταυτόχρονα εισάγεται διαδικασία για τη δυνατότητα μεταφοράς σημερινών τοπικών Διαμερισμάτων σε άλλους όμορους Δήμους στο άμεσο μέλλον, με συγκεκριμένη διάταξη που έχει περιληφθεί στο σχέδιο νόμου.
Δεν είναι, όπως είναι προφανές, δυνατό να συνενωθούν Δήμοι χωρίς εδαφική συνέχεια για προφανείς συγκοινωνιακούς αλλά και όχι μόνο λόγους.
Ιδιαίτερη πρόνοια υπάρχει για τα νησιά σύμφωνα με τη σχετική συνταγματική επιταγή. Στα νησιά εφαρμόζεται η αρχή ένας Δήμος σε κάθε νησί, ανεξαρτήτως πληθυσμού. Μόνο τα μικρά νησιά τα οποία εξυπηρετούνται από άλλοτε νησιωτικούς Δήμους και διαθέτουν απρόσκοπτη τακτική επικοινωνία με την έδρα τους, συνενώνονται με αυτόν. Είναι απόλυτα επιβεβαιωμένο ότι η πολυδιάσπαση μιας περίκλειστης εδαφικής ενότητας όπως είναι ένα νησί, δημιουργεί πολύ σοβαρές διοικητικές δυσλειτουργίες και απώλειες πόρων. Είναι γνωστά σε όλους μας τα παραδείγματα βασικών έργων υποδομής που δεν ολοκληρώνονται μέσα στα νησιά, επειδή ένας τυχαίνει από τους Δήμους του οποιουδήποτε νησιού να μην ανταποκρίνεται ή ένας να αρνείται, παραδείγματος χάριν, τη χωροθέτηση ενός χώρου υγειονομικής ταφής σε ένα νησί. Εκεί, που άλλη λύση όμως δεν υπάρχει όπως στην ηπειρωτική Ελλάδα.
7. Αντίστοιχη πρόνοια υπάρχει και για το άλλο μεγάλο και ιδιαίτερο κομμάτι της χώρας, το ορεινό ανάγλυφο της Ελλάδας. Οφείλει να είναι σεβαστό και να λαμβάνεται υπόψη κατά τη χωροθέτηση σύμφωνα με τη συνταγματική επιταγή. Ο χαρακτηρισμός ενός νέου δήμου ως ορεινού βασίζεται στο χαρακτηρισμό των δημοτικών διαμερισμάτων αυτού από την Ελληνική Στατιστική Αρχή, όχι από το Υπουργείο Εσωτερικών, όχι από την Επιστημονική Επιτροπή. Έτσι και μόνο έτσι μπορεί ο νέος συνενωμένος δήμος να εξαιρεθεί από το εθνικό πληθυσμιακό κατώφλι που ισχύει για τους μη ορεινούς Δήμους, εφόσον δηλαδή χαρακτηρίζεται με συνυπολογισμό όλων των δημοτικών του διαμερισμάτων, των δημοτικών του κοινοτήτων πλέον, τελικά ως ορεινός με ποσοστό άνω του 50%. Ειδικά για τους ορεινούς Δήμους εφαρμόζεται διακριτό πληθυσμιακό κατώφλι που προσδιορίζεται στους 2.000 κατοίκους.
8. Για τις περιπτώσεις των μεγάλων αστικών κέντρων της Περιφέρειας, πρέπει να τονίσω ότι σε αυτά συνενώνονται υποχρεωτικά όμοροι Δήμοι με τους οποίους συναποτελούν στην πραγματικότητα τέτοιες περιπτώσεις Δήμων λειτουργική ενότητα ανεξαρτήτως πληθυσμιακού ορίου. Έχουν κοινή αστική συγκοινωνία, έχουν κοινά φανάρια σε πολλές περιπτώσεις, Δήμων οι οποίοι συνήθως συμπίπτει να είναι και έδρες, να είναι και πρωτεύουσες νομών.