Η παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας ειδικά στον τομέα της αγροτικής ανάπτυξης πρέπει να στηρίζεται:
– Στην αξιοποίηση των συγκριτικών πλεονεκτημάτων κάθε Περιφέρειας, μέσω του περιφερειακού σχεδιασμού.
– Στην παραμονή της Κεντρικής Κυβέρνησης στον εποπτικό και ελεγκτικό ρόλο και όχι σε φορέα έγκρισης επενδύσεων.
– Στην δημιουργία των κατάλληλων δομών που θα υπηρετούν την νέα αυτή στρατηγική, με βασικό στόχο την εξαφάνιση των γραφειοκρατικών στρεβλώσεων και την πλήρη διαφάνεια.
– Στην επείγουσα και κατά προτεραιότητα ενίσχυση της επιχειρηματικότητας των νέων αγροτών.
Λαμβάνοντας υπόψη τη μέχρι σήμερα εμπειρία, τις αρμοδιότητες και το θεσμικό ρόλο των φορέων που εμπλέκονται στα θέματα αγροτικής ανάπτυξης (ΥΠΑΑΤ, Αποκεντρωμένες Διοικήσεις και Περιφέρειες), καθώς και κριτήρια που άπτονται της ορθολογικής διαχείρισης των συγχρηματοδοτούμενων προγραμμάτων και της αποτελεσματικότητας των παρεμβάσεων η κατάρτιση από τις Περιφέρειες 13 ΠΕΠ Αγροτικής Ανάπτυξης στη βάση ενός εθνικού πλαισίου που θα καταρτιστεί από το ΥΠΑΑΤ θεωρείται απολύτως αναγκαία για την αποφυγή επικαλύψεων και κατακερματισμού των αναπτυξιακών πρωτοβουλιών και την προώθηση ολοκληρωμένων πολυετών και πολυτομεακών αναπτυξιακών παρεμβάσεων.
Με τον τρόπο αυτό εξασφαλίζεται ο επιτελικός χαρακτήρας του ΥΠΑΑΤ αλλά και η ανάγκη εξειδίκευσης των παρεμβάσεων ανάλογα με τις ανάγκες κάθε Περιφέρειες. Οι Περιφέρειες θα καταρτίσουν τα ΠΕΠ Αγροτικής Ανάπτυξης στη βάση των αρμοδιοτήτων που απορρέουν από το Ν 3852/2010, ενώ το ΥΠΑΑΤ θα έχει τον αναγκαίο επιτελικό ρόλο, χαράσσοντας εθνικό στρατηγικό σχεδιασμό και τις γενικές κατευθύνσεις για την αγροτική ανάπτυξη της χώρας.
Προς την κατάρτιση 13 περιφερειακών προγραμμάτων συνηγορούν και οι προβλέψεις του νέου Κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τα προγράμματα που θα χρηματοδοτηθούν από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΓΤΑΑ). Σύμφωνα με αυτόν τα κράτη μέλη έχουν δύο επιλογές σχετικά με την αρχιτεκτονική των προγραμμάτων αγροτικής ανάπτυξης. Είτε να καταρτίσουν ένα ενιαίο πρόγραμμα για ολόκληρη την επικράτειά τους, είτε δέσμη περιφερειακών επιχειρησιακών προγραμμάτων αγροτικής ανάπτυξης. Για τα κράτη – μέλη που θα επιλέξουν να υποβάλλουν περιφερειακά προγράμματα, ο Κανονισμός δίνει τη δυνατότητα κατάρτισης και ενός εθνικού πλαισίου που θα περιλαμβάνει κοινά στοιχεία των περιφερειακών προγραμμάτων.
Στο πλαίσιο αυτό η ΕΝΠΕ προτείνει τα εξής:
– Σε ό,τι αφορά τον Σχεδιασμό των Προγραμμάτων:
• Αποτελεσματικότερος προγραμματισμός σε επίπεδο Περιφέρειας με στόχους, προτεραιότητες και κατανομή πόρων που δεν θα βασίζονται αποκλειστικά σε οριζόντιες πολιτικές αλλά θα αναδεικνύουν τις ιδιαιτερότητες της κάθε Περιφέρειας και θα αξιοποιούν τα συγκριτικά πλεονεκτήματά της. Η πραγματική γνώση των περιφερειακών και τοπικών αναγκών και συνθηκών αποτελεί προϋπόθεση για την έξυπνη εξειδίκευση των προγραμμάτων της επόμενης προγραμματικής περιόδου.
Συγκεκριμένες δράσεις εθνικής σημασίας ή εθνικής εμβέλειας θα μπορούν να προγραμματισθούν σε συνεργασία με το Υπουργείο που δύναται να ορισθεί Τελικός Δικαιούχος συγκεκριμένων δράσεων ή μέτρων των προγραμμάτων.
• Διασφάλιση του συντονισμού μεταξύ των επιμέρους πολιτικών και της συμπληρωματικότητας των παρεμβάσεων, καθώς και οι 13 Περιφέρειες θα διαχειριστούν και τις παρεμβάσεις του ΕΤΠΑ και
του ΕΚΤ. Επομένως θα συντονίσουν και θα διασφαλίσουν ευκολότερα τη συμπληρωματικότητα των παρεμβάσεων των Ταμείων.
• Αποτελεσματικότερος συντονισμός των προγραμμάτων Leader (που στην επόμενη προγραμματική περίοδο θα είναι πολυταμειακά) με τα Προγράμματα των Διαρθρωτικών Ταμείων σε περιφερειακό επίπεδο.