Το αφιέρωμα συνεχίζεται με μια ταινία του δανού δημιουργού Καρλ Τέοντορ Ντράγερ, που έμεινε στην ιστορία του κινηματογράφου για το αυστηρό και υπερβατικό του ύφος, αλλά και για τους αισθητικούς του πειραματισμούς με επιδράσεις από το σοβιετικό μοντάζ, τον σουρεαλισμό και τον εξπρεσιονισμό. Ο ήδη καταξιωμένος δημιουργός, χάρη στα βωβά αριστουργήματά του μεταξύ των οποίων και «Το πάθος της Ζαν ντ’ Αρκ» (1928), θα γυρίσει το «στοιχειωμένο» φιλμ «Βαμπίρ», την πρώτη του ηχητική ταινία, η οποία θα γυριστεί το 1932 σε τρεις διαφορετικές γλώσσες, συνήθης πρακτική στα πρώτα χρόνια του ομιλούντος, και η οποία συνδυάζει με μοναδικό τρόπο τις επιδράσεις από τα σύγχρονα πρωτοποριακά κινήματα και την δανέζικη κινηματογραφική παράδοση της ταινίας τρόμου. Στο πλαίσιο της «Μικρής λέσχης» προβάλλεται η γερμανική βερσιόν.
Το 1933 ο Τζον Γκρίρσον θα συγκεντρώσει ταλαντούχους νέους σκηνοθέτες στην μονάδα του Γενικού Ταχυδρομείου του Κράτους. Στο αφιέρωμα, θα προβληθούν δύο από τις πιο χαρακτηριστικές ταινίες που γυρίστηκαν από αυτήν την ομάδα: το «Τραγούδι της Κεϋλάνης» σε σκηνοθεσία Μπάζιλ Ράιτ, γυρίστηκε το 1934 για λογαριασμό της εταιρίας προώθησης του τσαγιού της Κεϋλάνης, τον σημαντικότερο βιομηχανικό τομέα της βρετανικής αποικίας. Ωστόσο, το ντοκιμαντέρ ασχολείται λιγότερο με το εμπόριο του τσαγιού και περισσότερο με τις λαογραφικές παραδόσεις της Κεϋλάνης (σημερινής Σρι Λάνκα). Οι εντυπωσιακές εικόνες και η επιβλητική μουσική, υπαινίσσονται την παραβίαση του πολιτισμού αυτού από το σύγχρονο εμπόριο.
Η δεύτερη ταινία αυτής της σχολής, το «Νυχτερινό ταχυδρομείο», γυρισμένο το 1936 είναι κοινή δημιουργία μιας ομάδας σκηνοθετών της GPO Film Unit. Το καθημερινό νυχτερινό ταξίδι της αμαξοστοιχίας Λονδίνο-Γλασκώβη μετατρέπεται με την πειραματική χρήση του ήχου, το νευρώδες μοντάζ και τον ρυθμό σ’ ένα ντοκιμαντέρ με δραματική ένταση και ποιητική σύλληψη υπό το τέμπο της απαγγελίας των στίχων του γνωστού Βρετανού ποιητή Όντεν, αποτυπώνοντας μοναδικά το βρετανικό τοπίο.
Το φιλμ «Βασίλισσα Χριστίνα» παρουσιάζει τη ζωή της Βασίλισσας της Σουηδίας και θεωρείται μια από τις καλύτερες του Ρούμπεν Μαμούλιαν. Ο αρμενικής καταγωγής θεατρικός σκηνοθέτης, μαθητής του Στανισλάβσκι στο Θέατρο Τέχνης της Μόσχας γίνεται περιζήτητος στο Χόλιγουντ στην πρώτη περίοδο του ομιλούντος κινηματογράφου λόγω της θεατρικής του εμπειρίας στην καθοδήγηση των ηθοποιών. Η ταινία αποτελεί σπουδή πάνω στη σχέση γυναικείας ταυτότητας και εξουσίας, με υπαινιγμούς πάνω την αμφιλεγόμενη σεξουαλικότητα της πραγματικής ιστορικής προσωπικότητας, η οποία αναδεικνύεται παραδειγματικά από την ανδρόγυνη και αινιγματική φιγούρα της ντίβας Γκάρμπο και την αξεπέραστη ερμηνεία της.
Το αφιέρωμα συνεχίζεται με τον «Γαλάζιο άγγελο», την πρώτη από τις έξι ταινίες που η Ντήτριχ γύρισε σε συνεργασία με τον Γιόζεφ φον Στέρνμπεργκ και που την έκανε παγκοσμίως γνωστή. Στον Γαλάζιο Άγγελο, ένας αυστηρός και αξιοσέβαστος μεσήλικας καθηγητής οδηγείται στον εξευτελισμό, όταν ερωτεύεται την νεαρή τραγουδίστρια που δεν είναι άλλη από την «βαμπ» Ντήτριχ. Πρόκειται για μια γκροτέσκα και τραγική ιστορία που εκφράζει την παρακμή της γερμανικής κοινωνίας της δημοκρατίας της Βαϊμάρης, μέσα από την διαστρεβλωτική οπτική της εξπρεσιονιστικής αισθητικής, με την υπογραφή του στυλίστα Στέρνμπεργκ, στην πρώτη του ομιλούσα ταινία, ο οποίος γεμίζει ασφυκτικά το κάδρο με σκιές, καπνό, δίχτυα, πέπλα, φτερά, γούνες, καθρέφτες, και μια ελαφριά δόση διαστροφής και ερωτισμού.
Στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, το συντηρητικό Χόλιγουντ ανανεώνεται από τους εμιγκρέδες ευρωπαίους σκηνοθέτες, που μεταναστεύουν λόγω της ανόδου του ναζισμού στη Γερμανία, και δίνουν ένα πιο εκλεπτυσμένο, πνευματώδες, άλλα και σκοτεινό ύφος στα χολιγουντιανά είδη, όπως ο εβραϊκής καταγωγής Έρνστ Λιούμπιτς. «Η εύθυμη χήρα» του 1934 είναι μια πολυδάπανη παραγωγή, διασκευή της ομώνυμης οπερέτας με μια ερωτική ιστορία στη Βιέννη στα τέλη του 19ου αιώνα που στροβιλίζεται γοητευτικά στους ρυθμούς του φίνου βιεννέζικου βαλς, από έναν σκηνοθέτη που θα αφήσει εποχή με τις αστικές κωμωδίες ηθών και για το ξεχωριστό κομψό του ύφος, το οποίο συνδυάζει την διασκεδαστική ελαφρότητα, την βαθειά ψυχολογική παρατήρηση, αλλά και τη διάθεση ανατροπής της κυρίαρχης ερωτικής ηθικής.
Άλλος ένας γερμανικής καταγωγής σκηνοθέτης, που έμεινε στην ιστορία της χρυσής εποχής του Χόλυγουντ, είναι ο Ουίλιαμ Ουάιλερ, όχι μόνο ως ένας θρυλικός τελειομανής, αλλά και ως ένας από τους πιο επιτυχημένους εμπορικά σκηνοθέτες, υπογράφοντας μεγάλες εισπρακτικές επιτυχίες, όπως τα «Ανεμοδαρμένα ύψη», διασκευή του 1939 του πασίγνωστου μυθιστορήματος της Έμιλι Μπροντέ, με τον Λόρενς Ολίβιε στο ρόλο του Χήθκλιφ.
Ώρες πώλησης καρτών: Καθημερινά από 17:30 έως 22:00 στο ταμείο της Ταινιοθήκης.
ΑΓΓΕΛΟΣ ΠΟΛΥΔΩΡΟΣ