Γράφει ο Γιάννης Μπεθάνης – Από την έντυπη έκδοση της εβδομαδιαίας Αμαρυσίας – 06/12/2025
Tετάρτη 3 Δεκεμβρίου, ώρα (περίπου) 18:30.
Οδηγώ το αμάξι μου στην οδό Αγίου Κωνσταντίνου στο Μαρούσι στην κατεύθυνση προς την διασταύρωσή της με τη Λεωφόρο Κηφισιάς.
Η ροή στον συνήθως «μπουκωμένο» δρόμο τη συγκεκριμένη ώρα δείχνει αρκετά φυσιολογική και βοηθάει έτσι ώστε με εξίσου φυσιολογική ταχύτητα να προσεγγίσω μαζί με τους άλλους οδηγούς τα φανάρια της διασταύρωσης, δίχως την καθημερινή ταλαιπωρία που όλοι όσοι διασχίζουν το σημείο βιώνουν στο πετσί τους.
Προσεγγίζοντας τα φανάρια, βλέπω με… τρόμο ότι δεν λειτουργούν! «Άντε να δούμε με ποιον θαυματουργό τρόπο θα περάσω απέναντι για να φύγω προς Μελίσσια», σκέφτομαι. Εκείνη τη στιγμή τα αμάξια της λωρίδας μας φαίνεται να περνούν απέναντι και φυσικά κατευθύνομαι με τη ροή μήπως και καταφέρω και περάσω κι εγώ γλιτώνοντας την καθυστέρηση.
Και ξάφνου στα 15 μέτρα, στο ύψος των φαναριών, βλέπω μια γνώριμη φιγούρα να πετάγεται και να σηκώνει τα χέρια απαιτώντας να σταματήσουμε. Επιλογή φυσικά δεν υπάρχει και σταματάμε άμεσα και ευτυχώς σε απόσταση ασφαλείας από τον άνθρωπο. Ο οποίος διαπιστώνω ότι αποτελεί μια γνώριμη φιγούρα των φαναριών που ζητάει χρήματα από τους διερχόμενους οδηγούς.
Αυτή όμως ήταν η απλή διαπίστωση. Διότι στη συνέχεια αυτό που διαπιστώνω με αφήνει άφωνο και με ένα νευρικό γέλιο – μίξη έκπληξης αλλά και (εν τέλει) θαυμασμού…
Ο άνθρωπος αυτός, μαζί με ένα άλλο παιδί από 20 έως 25 ετών (μέσα στο βράδι δεν ήταν και εύκολο να διακρίνω περισσότερα) το οποίο βρισκόταν ανάμεσα στις δύο νησίδες της Λεωφόρου Κηφισιάς στη διασταύρωση, είχαν αναλάβει… χρέη τροχονόμων! Όπως ακριβώς το ακούτε φίλοι αναγνώστες!
Οι δύο τους, με συντονισμένες κινήσεις μάλιστα (!) είχαν αναλάβει να σταματούν (με κίνδυνο της σωματικής τους ακεραιότητας βεβαίως) και να εκκινούν τα αυτοκίνητα από κάθε λωρίδα. Κι επειδή προφανώς είχαν άριστη γνώση του σημείου, η προτεραιότητα δινόταν με τη χρονική φορά των φαναριών! Μάλιστα, ο νεαρός επέπληξε έντονα έναν οδηγό που παραβίασε τη σειρά και πέρασε στην κάθοδο προς Αθήνα, στέλνοντας κατηγορηματικό μήνυμα προς τους εν δυνάμει… παραβάτες της κυκλοφοριακής «ρέγουλας».
Και το πιο εκπληκτικό της υπόθεσης: Τα πάντα κυλούσαν… νεράκι! Κανένα μποτιλιάρισμα, κανένα μπέρδεμα. Μεθοδικά και οργανωμένα, με άριστη συνεννόηση μεταξύ τους, ένας «φτωχοδιάβολος» των φαναριών κι ένας άγνωστος μεταξύ αγνώστων νεαρός, φρόντισαν (κυριολεκτικά βάζοντας τα στήθη τους μπροστά) να διατηρήσουν την κυκλοφοριακή ροή σε ένα από τα πιο κομβικά φανάρια του βόρειου κομματιού της Αθήνας!
Σημαντική λεπτομέρεια: Όση ώρα περιμέναμε στο σημείο, ουδείς από την Τροχαία ή την Αστυνομία είχε εμφανιστεί. Δεν γνωρίζω τι συνέβη αργότερα (και ομολογώ έχω μεγάλη περιέργεια για την αντίδραση των τροχονόμων που λογικά θα κατέφταναν κάποια στιγμή), καθώς οι συνθήκες δεν ευνοούσαν την παραμονή μου εκεί, όπως είναι φυσικό. Άλλωστε, το πρωί της επομένης, η λειτουργία των φαναριών είχε αποκατασταθεί.
Όμως θα έχω να λέω ότι έζησα ένα άκρως σουρεαλιστικό σκηνικό, το οποίο δεν ξέρω πώς αλλιώς να χαρακτηρίσω. «Επικίνδυνο»; «Απερίσκεπτο»; «Παράδειγμα προς αποφυγή»; «Παράδειγμα προς μίμηση»; «Φιλότιμο»;
Σε κάθε περίπτωση, αυτών των τύπων, που μπορεί κάποιος να υποτιμά (κρυφά ή φανερά) βλέποντάς τους να επαιτούν καθημερινά, το έλεγε η καρδιά τους. Και με αυτόν τον εντελώς περίεργο (και πάντα επίφοβο) τρόπο, απέδειξαν ότι η κοινωνική ευαισθησία και ενδεχομένως και αίσθηση ευθύνης που πολλοί νομίζουμε ότι εκλείπει από την κοινωνία μας, μπορεί να ξεπροβάλει στις πιο απρόσμενες καταστάσεις.
Και γι’ αυτό και μόνο, τους βγάζω το καπέλο…







































































































