Γράφει ο Γιάννης Μπεθάνης
Βλέποντας τις εικόνες από το συλλαλητήριο της Αθήνας για το θέμα της Μακεδονίας (και δεν εννοώ τα επεισόδια, τα οποία πλέον πρέπει να θεωρούνται αυτονόητα σε οποιαδήποτε μεγάλη δημόσια συγκέντρωση οποιουδήποτε πολιτικού χώρου ή κοινωνικής ομάδας) και φέρνοντας στο μυαλό μου και τα προηγούμενα, δεν μπορώ παρά να προβληματίζομαι έντονα: Για μια ακόμη φορά, ανάμεσα στο κοινό είχαμε ανθρώπους ντυμένους ως μακεδονομάχοι, εύζωνοι ή αρχαίοι Έλληνες πολεμιστές, άλλους να έρχονται καβάλα σε… άλογα, άλλους να φοράνε στρατιωτικές στολές και ιερωμένους και καλόγηρους να υψώνουν «θαυματουργές» εικόνες, σταυρούς και πετραχήλια, σε ένα αλλόκοτο «μωσαϊκό» που, αναμφίβολα, φλερτάρει έντονα με τη γραφικότητα.
Και αναρωτιέμαι: Ποιος, άραγε, επωφελείται από αυτή την «παρδαλή» εικόνα; Και πόσο «σύμπτωση» μπορεί να είναι ότι από συλλαλητήριο σε συλλαλητήριο ο κόσμος μειώνεται όλο και περισσότερο, αντί να πυκνώνει εφόσον φτάσαμε στην πιο κρίσιμη στιγμή του «Μακεδονικού» ζητήματος; Η απάντηση είναι απλή: Η κυβερνητική τακτική στο συγκεκριμένο θέμα, με τις μετακινήσεις βουλευτών, τη διάλυση κοινοβουλευτικών ομάδων και η μάλλον ασεβής στάση στις συνταγματικές επιταγές, είναι το ένα άκρο. Και το άλλο άκρο είναι αυτή ακριβώς η εικόνα που παρουσιάζουν τα περίφημα συλλαλητήρια. Αποθαρρυντική για τον μέσο πολίτη να παραβρεθεί. Αν προσθέσουμε, δε, και την ακροδεξιά «αύρα» που προσπαθούν να δώσουν ορισμένοι σε αυτές τις συγκεντρώσεις, καθίσταται σχεδόν απαγορευτικό σε κάθε σκεπτόμενο Έλληνα να μετέχει σε ένα τέτοιο σκηνικό ακραίας πόλωσης.
Και εδώ ακριβώς βρίσκεται και το μεγάλο πρόβλημα: Κανείς πολιτικός ταγός του υπάρχοντος πολιτικού προσωπικού δεν δείχνει να διαθέτει τις στιβαρές και σοβαρές ηγετικές ικανότητες που απαιτούνται, ώστε να ενεργοποιήσει τη λεγόμενη «σιωπηλή πλειοψηφία», ώστε να μετάσχει ενεργά και να διαμορφώσει τον όποιο δημόσιο διάλογο για το θέμα. Αν θεωρήσουμε τις δημοσκοπήσεις που θέλουν τα 7/10 του λαού κατά της Συμφωνίας των Πρεσπών ως αξιόπιστες (και λογικά είναι), αποτελεί πραγματική «χρεοκοπία» των πολιτικών δυνάμεων του τόπου ότι δεν μπορούν να χρησιμοποιήσουν αυτή τη δυναμική σωστά, ώστε να αποτρέψουν κάτι που αποτυπώνεται ως αναντίστοιχο με τη λαϊκή βούληση ή έστω να τη σεβαστούν και να απαντήσουν πειστικά, καταρρίπτοντας τα επιχειρήματά της. Κι αυτό συμβαίνει επί 30 συναπτά έτη.
Έρμαιο παρασκηνιακών διεργασιών του πολιτικού συστήματος που πληγώνουν βαθιά την αντιπροσωπευτική δημοκρατία και ενός συνονθυλεύματος «εθνικά υπερευαίσθητων» ανθρώπων που, εν αγνοία τους ή σκόπιμα, «καπελώνουν» τη σοβαρή πατριωτική σκέψη του ευρύτερου φάσματος, η «σιωπηλή πλειοψηφία» βλέπει άλλη μια πρόκληση για την Ελλάδα να εξελίσσεται ως τουλάχιστον αμφιλεγόμενη για τα συμφέροντα της χώρας, ερήμην της και μάλιστα με απαξιωτικό τρόπο…
Υ.Γ. Στο προηγούμενο φύλλο, ο εδώ και… αιώνες διαβόητος «δαίμων του τυπογραφείου» φρόντισε να αποδώσει σε εμένα το πολύ όμορφο ρεπορτάζ για την αναγόρευση του Δημήτρη Νανόπουλου ως επίτιμου δημότη Λυκόβρυσης – Πεύκης. Το ρεπορτάζ, ωστόσο, ανήκει στον συνάδελφο Γιώργο Αράπογλου.