Editorial – Γράφει ο Γιάννης Μπεθάνης
Δύσκολες ημέρες για την κυβέρνηση. Τα εσωτερικά «μέτωπα» είναι κυρίως δύο, αλλά εξόχως σοβαρά: Από τη μια η ιστορία των υποκλοπών, η οποία όσο περνάει ο καιρός «βαθαίνει» όλο και περισσότερο, ενώ ταυτόχρονα πυκνώνουν τα ερωτηματικά σχετικά με τον χειρισμό του θέματος από την Δικαιοσύνη, με την κοινή γνώμη να διαπιστώνει ότι στη χώρα το έλλειμμα δημοκρατίας, διαφάνειας και σεβασμού στα ατομικά δικαιώματα είναι μεγαλύτερο από ποτέ σε 48 χρόνια μεταπολίτευσης. Και δικαίως να αναμένει από τους κρατικούς λειτουργούς να φτάσουν το μαχαίρι στο κόκκαλο.
Από την άλλη, η ίδια η κοινή γνώμη, η οποία μάλλον δεν πείθεται από «καλάθια νοικοκυριού» και πάσης φύσεως «κουπόνια», βγήκε μετά από πολύ καιρό μαζικά στους δρόμους για να διαδηλώσει κατά της ακρίβειας, της φτωχοποίησης και της απομύζησης μισθών και συντάξεων από «χρηματιστήρια ενέργειας», «ειδικούς φόρους» και άλλες τέτοιες παραμέτρους που εντελώς ξαφνικά και επιθετικά εμφανίστηκαν στη ζωή μας και «αδυνατίζουν» το πορτοφόλι μας.
Μπροστά σε αυτά τα δύο προβλήματα, η κυβέρνηση δεν απαντά πειστικά. Κι όσο δεν το κάνει, τα πράγματα (λογικά) θα χειροτερεύουν κάθε μέρα που περνάει. Και η ειρωνεία του πράγματος είναι ότι τα κάνει μόνη της χειρότερα. Διότι η πίεση της αντιπολίτευσης ας μου επιτραπεί να υποστηρίξω, είναι κατώτερη των περιστάσεων.
Κι αυτό, βέβαια, οφείλεται στην, διαπιστωμένα από όλους, πλέον, μονόπλευρη προσέγγιση των πραγμάτων από τα κεντρικά τηλεοπτικά ΜΜΕ, την βασική πηγή ενημέρωσης για πολύ μεγάλο κομμάτι του πληθυσμού.
Η δεύτερη ειρωνεία, ωστόσο, είναι και η πιο ενδιαφέρουσα: Την στιγμή που η αντικειμενική δημοσιογραφία στο «γυαλί» έχει πάει περίπατο σε μεγάλο βαθμό, με αποτέλεσμα στο εξωτερικό η αξιολόγηση της ενημέρωσης να μας έχει κατατάξει ως χώρα στα… τάρταρα, εν τούτοις ορισμένοι δημοσιογραφικοί «θύλακες» επιμένουν στην έρευνα, στην καταγραφή των γεγονότων και των πληροφοριών, σώζοντας την «τιμή» του επαγγέλματος.
Μέχρι, βέβαια, να γίνει αυτό, υπάρχει δρόμος. Και το μεγάλο ζητούμενο, εκτός από την λειτουργική και αποκαλυπτική δημοσιογραφία, είναι ο ρόλος της Δικαιοσύνης. Έχουμε ξαναπεί ότι στα θέματα της πανδημίας και τώρα και των υποκλοπών, τα ερωτήματα που προκύπτουν είναι περισσότερα από τις απαντήσεις που δίνονται. Και η Δικαιοσύνη βαστάει τα κλειδιά για την διερεύνηση τυχόν ευθυνών για τις πρωτόγνωρες καταστάσεις που αντιμετωπίζουμε την τελευταία τριετία.
Στον τομέα της ακρίβειας, τα πράγματα είναι διαφορετικά: Πρόκειται για καθαρά πολιτικό ζήτημα. Κι εφόσον η κυβέρνηση δεν αλλάζει ρότα, ασφαλώς περιμένουμε να ακούσουμε από την αντιπολίτευση ουσιαστικές (αντι)προτάσεις. Να δούμε βρε αδερφέ, αν η Ελλάδα πρέπει να βρίσκεται στο «χρηματιστήριο ενέργειας». Αν πρέπει να συνεχίσει την τυφλή και πλήρη στήριξή της στην Ουκρανία με οπλισμό και να υποστηρίζει ότι «βρίσκεται σε πόλεμο με την Ρωσία», με τεράστιο ενεργειακό τίμημα. Αν οι «ειδικοί φόροι» μπορούν να μειωθούν και πώς. Αν τα «κουπόνια» και τα «καλάθια του νοικοκυριού» μπορούν να αντικατασταθούν με μειώσεις στον ΦΠΑ. Αν μπορούν να δοθούν αυξήσεις σε μισθούς και συντάξεις ικανοποιητικές κι όχι προσχηματικές, σε συνάρτηση με την μείωση του πληθωρισμού. Αν η «ζούγκλα» στην αγορά εργασίας μπορεί να μπει ξανά σε κανόνες και συλλογικές συμβάσεις.
Μέχρι στιγμής, μόνο ψελλίσματα ακούμε και συμμετοχές σε απεργιακές πορείες με τα συνήθη «παχιά» και αόριστα λόγια. Πρακτικές και ουσιαστικές προτάσεις δεν έχουμε δει αποκρυσταλλωμένες μέχρι στιγμής. Κι επειδή το πρόσφατο παρελθόν έχει δείξει πόσο εύκολα το «όχι» γίνεται «ναι», έχουμε το δικαίωμα να είμαστε επιφυλακτικοί. Ποιος ξέρει, ίσως αυτή τη φορά να είναι ζήτημα… απλής αναλογικής. Οψόμεθα.