Η διαχείριση των απορριµµάτων αποτελεί µια από τις µεγαλύτερες προκλήσεις της σύγχρονης εποχής, µε τη συζήτηση για την ανακύκλωση -ειδικά τα τελευταία χρόνια- να καθίσταται πιο επίκαιρη από ποτέ λόγω των νοµικών και θεσµικών αλλαγών που αφορούν στην ενσωµάτωση ευρωπαϊκών Οδηγιών και την εφαρµογή του Εθνικού Σχεδίου ∆ιαχείρισης Αποβλήτων.
Μάλιστα, οι εξελίξεις των τελευταίων ηµερών είναι καταιγιστικές, ενώ το µόνο σίγουρο είναι ότι έπεται και συνέχεια…
Όπως έχετε διαβάσει τόσο στο παρόν φύλλο όσο και στην εβδοµαδιαία ΑΜΑΡΥΣΙΑ, τις τελευταίες εβδοµάδες τόσο το Περιφερειακό Συµβούλιο Αττικής όσο και δεκάδες ∆ηµοτικά Συµβούλια ανά την επικράτεια (ανάµεσά τους τα ∆ηµοτικά Συµβούλια Βριλησσίων και Πεντέλης) απέρριψαν τη µελέτη του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας για την καύση των απορριµµάτων. Σύµφωνα µε τη ΣΜΠΕ (Στρατηγική Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων) του Υπουργείου προβλέπεται η δηµιουργία έξι µονάδων καύσης, η µια εκ των οποίων στην Αττική – άγνωστο το σηµείο που πρόκειται να χωροθετηθεί. Αυτό που έγινε γνωστό είναι ότι θα παραλαµβάνει τα σκουπίδια της Περιφέρειας Αττικής, του Βορείου Αιγαίου και µέρους της Περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου.
Με τον περιφερειάρχη Νίκο Χαρδαλιά να εκφράζει την άποψη ότι «η συζήτηση για καύση µπορεί να ανοίξει µόνο αν φτάσουµε σε ποσοστά ανακύκλωσης 60-70%» (τον στόχο δηλαδή που έχει θέσει η Ευρωπαϊκή Ένωση), τη δήµαρχο Πεντέλης Νατάσσα Κοσµοπούλου να τίθεται υπέρ της καύσης των απορριµµάτων αρκεί όπως τόνισε «να υπάρχουν ανταποδοτικά οφέλη προς τους δηµότες» αλλά να επισηµαίνει ότι η ΣΜΠΕ «δεν είναι σε ορθή βάση» και τον δήµαρχο Βριλησσίων Γιάννη Πισιµίση να αναρωτιέται «ποιος θα ήθελε ένα εργοστάσιο καύσης απορριµµάτων στη γειτονιά του;» το µόνο σίγουρο είναι ότι η συζήτηση µε θέµα «καύση απορριµµάτων ή κυκλική οικονοµία» έχει ανοίξει για τα καλά και στις δικές µας γειτονιές.
Οι υπέρµαχοι της καύσης απορριµµάτων κάνοντας λόγο για «ενεργειακή αξιοποίηση» καταθέτουν το επιχείρηµα ότι σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες λειτουργούν ήδη τέτοιες µονάδες, οι οποίες µετατρέπουν τα απορρίµµατα σε θερµότητα ή ηλεκτρισµό, µειώνοντας από τη µια τον όγκο των σκουπιδιών και παράγοντας ενέργεια από την άλλη.
Ωστόσο, το τίµηµα δεν είναι αµελητέο, καθώς -όπως επισηµαίνουν περιβαλλοντικοί σύλλογοι και φορείς- η καύση παράγει διοξίνες, σωµατίδια και σηµαντικές ποσότητες διοξειδίου του άνθρακα, ενώ λειτουργεί ως αντικίνητρο για την ανακύκλωση στη λογική του «όσο περισσότερα σκουπίδια, τόσο περισσότερη ενέργεια».
Η αλήθεια είναι ότι η καύση µπορεί να προσφέρει άµεση «ανακούφιση» από τα σκουπίδια, αλλά παγιώνει ένα σύστηµα σπατάλης, αφού το λεγόµενο premium gate fee (χρέωση για την καύση πλεοναζουσών ποσοτήτων απορριµµάτων) προκρίνει τη λογική «περισσότερη καύση, όχι πρόληψη».
Από την άλλη πλευρά, οι υπέρµαχοι της κυκλικής οικονοµίας προτείνουν έναν εντελώς διαφορετικό δρόµο: την πρόληψη, την επαναχρησιµοποίηση και την ανακύκλωση των υλικών. Φυσικά, το µοντέλο αυτό απαιτεί αλλαγή νοοτροπίας τόσο από τις επιχειρήσεις όσο και από τους πολίτες. Ειδικά εάν µιλάµε για την Αττική, όπου σύµφωνα µε τα στοιχεία, το ποσοστό ανακύκλωσης φτάνει µόλις το 7,5% (στοιχεία 2024)!
Είναι σίγουρο ότι µέχρι να γίνει νόµος (εάν γίνει) τα όσα προβλέπει η ΣΜΠΕ η σκόνη που θα σηκωθεί από τις αντικρουόµενες απόψεις µεταξύ ΥΠΕΝ, Αυτοδιοίκησης και περιβαλλοντικών φορέων θα έχει φτάσει σε ουρανοµήκη επίπεδα, καθώς δεν θα ήταν υπερβολή εάν λέγαµε ότι µιλάµε για το νούµερο ένα πρόβληµα της Αυτοδιοίκησης σήµερα.
Όποιος δεν συµφωνεί, µάλλον «κρύβει τα σκουπίδια κάτω από το χαλί» ή καλύτερα… τα καίει στην Υψικάµινο της Αδιαφορίας!
Για το τέλος, η στήλη εκφράζει µια προσωπική άποψη: Η κυκλική οικονοµία απαιτεί χρόνο και επενδύσεις, όµως δηµιουργεί βιώσιµες θέσεις εργασίας, µειώνει τις εκποµπές και µετατρέπει τα απόβλητα σε πόρους.
Σε µια εποχή που η κλιµατική κρίση δεν αφήνει περιθώρια για ηµίµετρα, ίσως το µέλλον δεν πρέπει να καίγεται αλλά να ανακυκλώνεται.







































































































