Editorial – Γράφει ο Γιάννης Μπεθάνης
Ένα δημόσιο σύστημα υγείας που «ήταν έτοιμο μέχρι… να το χρειαστούν οι ασθενείς», όπως έλεγε και ένας οικείος μου τις προάλλες, παλεύοντας στα «κόκκινα» κάθε μέρα με τον θάνατο, την πίεση, τις αντοχές, τις ελλείψεις. Μια πολιτική ηγεσία που κατάφερε να… τσακωθεί στη Βουλή για το αν έπρεπε να εορταστεί η επέτειος του Πολυτεχνείου με διαδήλωση ή όχι. Και που μετά μετέφερε τον τσακωμό στους δρόμους της Αθήνας. Ένα πολυπόθητο εμβόλιο, για το οποίο ξεκίνησε ήδη… πλειστηριασμός αποτελεσματικότητας και συντήρησης από τις πολυεθνικές που το παρασκευάζουν, με μεγάλες, αλλά συγκρατημένες, προσδοκίες.
Ένα lockdown που δοκιμάζει νεύρα, πορτοφόλια και κοινωνικές ισορροπίες, που μπορεί να αρθεί, έστω και σταδιακά, λόγω Χριστουγέννων, αλλά μπορεί κάλλιστα να επανέλθει. Μια σχολική χρονιά προβληματική εκ των προτέρων, με ηρωικούς εκπαιδευτικούς και μαθητές 4 έως 18 χρονών να φοράνε υπομονετικά και με ζηλευτή αυτοπειθαρχία τις αποκρουστικές, αλλά απαραίτητες, μάσκες, οι οποίοι κλήθηκαν να εφαρμόσουν ξανά την τηλεκπαίδευση, με ένα σωρό προβλήματα και δυσλειτουργίες.
Εργαζόμενοι από το σπίτι, άλλοι σε αναστολή, με περίεργες νομοθεσίες «ξεχειλώματος» του ωραρίου εν μέσω της πανδημίας, άλλοι στην ανεργία να ψάχνουν και να ψάχνονται. Ένας εμπορικός κόσμος που μόλις ανοίξει ξανά, θα μετρήσει τις πληγές του, οι οποίες είναι οι ίδιες που εδώ και 5 μήνες πάλευε να επουλώσει, αλλά ξαφνικά αυτές βάθυναν κι άλλο, μεγαλώνοντας την «αιμορραγία» του.
Ο κόσμος της εστίασης και της διασκέδασης, που για να ξαναδεί καλές ημέρες θα πρέπει να περιμένει από το μελαγχολικό του παράθυρο την αυγή του 2021 και… βλέπουμε. Ο κόσμος των τεχνών που παραγκωνισμένος σε μια άκρη, περιμένει με αγωνία μια αχτίδα ελπίδας από την Πολιτεία, μια ένδειξη ότι θεωρείται πολύτιμος για την ψυχική ισορροπία και πνευματική ανάπτυξη της κοινωνίας. Και δεν την βλέπει. Ο κόσμος του αθλητισμού, της δράσης. Που «παγωμένος» περιμένει στον… πάγκο πότε θα τον φωνάξει ο «προπονητής» του να ξαναμπεί στο γήπεδο και στο προπονητήριο για να αλλάξει τον ρου του «αγώνα».
Ο μέσος πολίτης. Που κινείται πιέζοντας νούμερα στο κινητό του και πρέπει να λογοδοτεί στις Αρχές και που κάνει Ιώβειο υπομονή προκειμένου να αντέξει τον περιορισμό των ατομικών του ελευθεριών, αλλά και να προφυλαχθεί από τον «αόρατο εχθρό». Ο ακραίος πολίτης. Που ακόμη νομίζει ότι «όλα είναι ένα ψέμα», που λέει και το τραγούδι, δεν προστατεύεται, αλλά ταυτόχρονα δεν προστατεύει, παίρνοντας στον «λαιμό» του την όποια ευρύτερη προσπάθεια.
Και τέλος, το κράτος. Που δεν κατάφερε να κρατήσει τα σχολεία ανοιχτά. Που δεν βελτίωσε τις αστικές συγκοινωνίες. Που επιρρίπτει στους πολίτες ευθύνες που, από το καλοκαίρι και μετά, δεν τους αναλογούν, επειδή εκείνο τα έκανε «θάλασσα». Αλλά ταυτόχρονα, το κράτος που προσπαθεί να ενισχύσει αυτούς που η πανδημία έπληξε, φιλοδοξώντας και εκείνο σε μια νέα, καλύτερη και πιο αισιόδοξη νέα χρονιά.
Ναι, η χώρα μας, βρίσκεται κι αυτή στην… εντατική, «διασωληνωμένη». Όχι, όμως, μόνο από τον κορωνοϊό. Αλλά και από ένα πολυεπίπεδο και αλληλοσυμπληρούμενο πλέγμα παθογενειών που κρατούν δεκαετίες στη σχέση κράτους – πολίτη. Το οποίο θα περίμενε κανείς ότι η δοκιμασία που ζούμε θα ήταν η καλύτερη (sic) ευκαιρία να «σπάσει», για να πάει η κοινωνία μας ένα βήμα μπροστά. Αλλά που καλά κρατεί, αδιάσπαστο και, δυστυχώς, για χιλιάδες άτυχους συμπολίτες μας, μοιραίο.