Editorial – Γράφει ο Γιάννης Μπεθάνης
Η απόφαση της κυβέρνησης να ξεκινήσει σταδιακά το άνοιγμα της κοινωνίας, ώστε, σε συνδυασμό και με την εμβολιαστική πορεία, να οδηγηθούμε προσεκτικά αλλά σταθερά σε μια κάποια κανονικότητα και να επανέλθει ένα μέρος των «σφυγμών» της καθημερινότητας, ίσως θα πρέπει να σηματοδοτήσει και την «αρχή του τέλους» της περίφημης Επιτροπής των Ειδικών. Η οποία δείχνει, πλέον, να ολοκληρώνει τον κύκλο της και μάλιστα έχοντας καταφέρει να προκαλέσει μεγάλη ζημιά ως προς την εμπιστοσύνη του κόσμου σε αυτήν, σε μια εποχή που άπαντες προσβλέπουν στην επιστήμη ως τη μόνη διέξοδο.
Καθηγητές – γιατροί, οι οποίοι εδώ και ένα χρόνο έχουν μετατραπεί σε τηλε-αστέρες, μπερδεύουν τον κόσμο με τις αντιφατικές τους απόψεις, ενίοτε τον εξοργίζουν με τη στάση και γλώσσα που χρησιμοποιούν, και ερίζουν εντός της Επιτροπής. Και τώρα αναγκάζονται υπό την πίεση των αμφισβητούμενων προσεγγίσεών τους, να αλλάξουν «τροπάριο» και να εγκρίνουν τη σταδιακή επαναφορά των δραστηριοτήτων, εν μέσω της χειρότερης έξαρσης κρουσμάτων, ενώ μας «έκλεισαν μέσα» με κατά πολύ λιγότερα κρούσματα.
Πιο ενδεικτικό παράδειγμα της απίθανης αντίφασης από την παραδοχή μέλους της Επιτροπής ότι «ο ιός διασπείρεται μέσα στα σπίτια», την ώρα που βρισκόταν σε ισχύ τελευταίο σκληρό lockdown, δεν υπάρχει. Και φυσικά πίσω του υπάρχουν και άλλα παραδείγματα, εξίσου σοβαρά. Ποιος θα ξεχάσει τις αντιφάσεις με τις μάσκες και τη χρησιμότητά τους; Ή τη δήλωση «μετράμε για νεκρούς ακόμη και ανθρώπους που πέθαναν από εγκεφαλική αιμορραγία και ήταν θετικοί». Ας μην τα θυμηθούμε όλα τώρα, ενδεχομένως θα πρέπει να απασχολήσουν τις εισαγγελικές Αρχές, κάπου, κάπως, κάποτε.
Το χειρότερο όλων, όμως, είναι άλλο: Η αίσθηση ότι η Επιτροπή έχει αναγάγει την επιστήμη σε «στρατευμένη» και «κομματική»! Από πού να το πιάσει κανείς και πού να το αφήσει; Από την εισήγηση να ανοίξουν τα σύνορα για να έρθει τουρισμός σε μια COVID-free χώρα πέρυσι το καλοκαίρι, δίχως ουσιαστικό έλεγχο; Από τον απίστευτο τετραγωνισμό του κύκλου προκειμένου να πειστούμε ότι τάξεις με 25 μαθητές δεν διαφέρουν σε επικινδυνότητα από τάξεις με 15 άτομα; Από την εκπληκτική δήλωση «δεν μπορούμε να γεννήσουμε λεωφορεία» ή «δεν γίνεται να προσλάβουμε εκπαιδευτικούς»; Από την αδιανόητη πρόσφατη κυνική παραδοχή ότι… «μόνο ένα 20% πεθαίνει εκτός ΜΕΘ»;
Εκεί είναι που έχασε το παιχνίδι η Επιτροπή. Αντί να διαφυλάξει το επιστημονικό της κύρος, αποφεύγοντας την ανάμειξη με την πολιτική πλευρά της διαχείρισης της πανδημίας, προτίμησε να παίξει μπάλα σε γήπεδα που ανέκαθεν είναι αφιλόξενα για επιστήμονες που έχουν ταχθεί στην προστασία της ανθρώπινης ζωής, εκεί όπου τα πάντα αξιολογούνται μόνο ως αλγόριθμοι, στατιστικές, νούμερα. Και το πιο απογοητευτικό; Ακόμη και τώρα, ενώ μετράει 32 (!) μέλη (με σχεδόν μηδαμινή εκπροσώπηση των ανθρωπιστικών επιστημών όπως έχουμε ξαναπεί, άλλο πρόβλημα κι αυτό…), δεν έχει βρεθεί κάποιος να πει «παραιτούμαι».
Κανείς δεν είπε «δεν συμφωνώ ρε αδερφέ με όλα αυτά, δεν μπορώ να βλέπω στριμωγμένους ανθρώπους σε ανεπαρκή νοσοκομεία να πεθαίνουν από έναν ιό του αναπνευστικού ενώ πολλοί από αυτούς θα μπορούσαν να σωθούν, δεν μπορώ να βλέπω να σκορπιούνται χρήματα δεξιά κι αριστερά, αλλά όχι για μέσα μεταφοράς, για εκπαιδευτικούς, για γιατρούς, για νοσηλευτές, για νοσοκομεία, τα βροντάω κάτω και φεύγω, γυρνάω στο ιατρείο μου, στους φοιτητές μου, στο νοσοκομείο μου, μακριά από τηλεοράσεις και φώτα». Η Ιστορία θα γράψει: Ούτε ένας…