Από την έντυπη έκδοση της εβδομαδιαίας Αμαρυσίας – 30/10
Ήταν λίγα λεπτά μετά τις 12 το μεσημέρι της Δευτέρας όταν «πάγωσε» το πανελλήνιο. Το μαντάτο από τον «Ευαγγελισμό» είχε πλέον επιβεβαιωθεί: η Φώφη Γεννηματά έχασε οριστικά τη μεγάλη μάχη. Μια μάχη που έδωσε με αξιοπρέπεια και γι’ αυτό κέρδισε το σεβασμό από φίλους και αντιπάλους. Αλλά η μάχη αυτή χάθηκε δυστυχώς ακαριαία, καθώς η επιδείνωση της υγείας της στις δύο εβδομάδες που παρέμεινε στο νοσοκομείο ήταν ραγδαία.
Κι όμως, δύο εβδομάδες νωρίτερα τίποτε δεν προμήνυε αυτό το τέλος. Ως πρόεδρος του Κινήματος Αλλαγής μιλούσε από το βήμα της Βουλής και σχεδίαζε τις εσωκομματικές εκλογές, έχοντας αρχικά στο μυαλό της να διεκδικήσει την επανεκλογή της. Γι’ αυτό και σόκαρε πρώτους τους συνεργάτες της και στη συνέχεια τους συντρόφους της στο ΠΑΣΟΚ και το ΚΙΝΑΛ, τους πολιτικούς της αντιπάλους και την ίδια την κοινωνία. Οι μνήμες άλλωστε από τον πατέρα της, τον αείμνηστο Γιώργο, και τον δικό του χαμό παραμένουν ζωντανές, μολονότι έχουν περάσει σχεδόν 30 χρόνια. Αποτελεί δε τραγική ειρωνεία ότι η Φώφη «έσβησε» στην ίδια ηλικία με τον πατέρα της, αλλά και τη μητέρα της, Κάκια, την οποία επίσης έχασε από τον καρκίνο.
Η Φώφη όμως θα μείνει στην ιστορία γιατί πάλεψε και κέρδισε πολλές μάχες, σε πολλά πεδία – έστω κι αν στο φινάλε έχασε νομοτελειακά τη μεγαλύτερη. Πάλεψε με αξιοπρέπεια κι έγινε πρότυπο. Για τις γυναίκες, για τις μητέρες, για όλους όσοι ανεβαίνουν τον ίδιο Γολγοθά. Δεν φοβήθηκε να μιλήσει ανοιχτά για την αρρώστια της, να τη δει κατάματα και να την αντιμετωπίσει. Δεν φοβήθηκε να ζήσει δυνατά ως το τέλος. Αλλά και σε πολιτικό επίπεδο κατάφερε αυτό που έμοιαζε ακατόρθωτο μετά τη «μνημονιακή» αποσύνθεση που υπέστη το ΠΑΣΟΚ: να κρατήσει τον χώρο ενωμένο και να τον διατηρήσει ζωντανό εκεί που όλα έδειχναν ότι χάνεται. Αυτή ακριβώς είναι η παρακαταθήκη της, όποιος κι αν είναι τελικά ο διάδοχός της.