Για «μεγάλη αποτυχία του πρωθυπουργού στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο» κάνει λόγο ο τομεάρχης Εξωτερικών του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία, Γιώργος Κατρούγκαλος, μιλώντας στα ΜΜΕ, τονίζοντας ό,τι «να μην εμφανίζει η κυβέρνηση ως θριάμβους τις αποτυχίες της. Να γίνει ένα συμβούλιο πολιτικών αρχηγών, να τα συζητήσουμε και να ξεκινήσουμε από την αρχή».
Οι δηλώσεις
«Δυστυχώς πρόκειται για μια μεγάλη αποτυχία με υπογραφή Κ. Μητσοτάκης. Δεν πρόκειται, όπως ισχυρίζεται η κυβέρνηση, τάχα για ένα βήμα εμπρός, γιατί έτσι κινείται η Ευρωπαϊκή Ένωση, με αργούς ρυθμούς. Είναι πολλά βήματα πίσω. Μας πηγαίνει πίσω και από την απόφαση του Ιουνίου 2019, την τελευταία στην οποία εκπροσώπησε τη χώρα ο Αλέξης Τσίπρας ως Πρωθυπουργός. Και αυτό γιατί όχι μόνο γιατί απουσιάζει ακόμη και η λέξη «κυρώσεις» από τα Συμπεράσματα, και με τον τρόπο αυτό η Τουρκία, παίρνει μια παράταση τουλάχιστον μέχρι το Μάρτιο του 2021, να συνεχίσει αχαλίνωτη την παράνομη δραστηριότητα της. Κυρίως γιατί δεν υπάρχει ρητή καταδίκη ότι είναι παράνομες οι δραστηριότητες της Τουρκίας σε ότι αφορά την Ελλάδα, αντίθετα με ότι συνέβαινε στο Συμβούλιο του Ιουνίου 2019 όπου και κυρώσεις είχαν αποφασισθεί επί της αρχής, και παράνομες είχαν χαρακτηριστεί οι δραστηριότητες της Τουρκίας και ρητή αναφορά στη Αιγαίο υπήρχε, που απουσιάζει σε όλες τις επόμενες συνόδους.
Τα παραπάνω, συνδυάζονται με την αποτυχία της κυβέρνησης να ελέγξει στο πεδίο τις παράνομες δραστηριότητες της Τουρκίας. Έχουμε για τέσσερις μήνες κλιμακούμενη επιθετική δραστηριότητα, παράνομες έρευνες στην υφαλοκρηπίδα μας κάτω από τα 12 μίλια και απειλές με NAVTEX ότι θα φθάσουν κάτω από έξι.
Η ανικανότητα της κυβέρνησης στο πεδίο και στη διπλωματία έχει βαθύτερη αιτία το μεγάλο κενό στρατηγικής που τη χαρακτηρίζει. Αυτό αναδεικνύεται επίσης και από τις αντιφάσεις που κάθε τόσο παρουσιάζονται ανάμεσα στο ΥΠΕΞ και τον Πρωθυπουργό. Ήταν προφανής χθες, κατά τη συζήτηση στη Βουλή, η διαφορά στην επιχειρηματολογία του κ. Πέτσα, ως κυβερνητικού εκπροσώπου και του κ. Δένδια. Ο κ. Πέτσας έφθασε σημείο να ισχυρισθεί ότι, τάχα, δεν είχαμε στόχο το Δεκέμβριο να πάρουμε κυρώσεις. Κάτι τέτοιο είναι προφανώς αντίθετο στη κοινή λογική, γιατί όλοι είχαμε ακούσει προηγούμενες δηλώσεις του αλλά και του Πρωθυπουργού που έλεγαν ότι πάμε «για κυρώσεις που δαγκώνουν». Ο κ. Δένδιας, αξιοπρεπής, είπε αλλιώς τα περιμέναμε, καλύτερα τα περιμέναμε αλλά δεν τα καταφέραμε. Δεν είναι η αυτοκριτική που χρειάζεται αλλά δεν είπε και ότι είναι όλα καλά, θρίαμβος, που λέει ο κ. Μητσοτάκης.
Και δεν πρόκειται για μεμονωμένο φαινόμενο, η απόκλιση του Πρωθυπουργού από πάγιες θέσεις της χώρας που προβάλλει το ΥΠΕΞ. Για παράδειγμα το ΥΠΕΞ καταδικάζει τις τουρκικές παραβιάσεις στην ελληνική υφαλοκρηπίδα. Αντιθέτως, ο κ. Μητσοτάκης, μιλά για έρευνες «σε μη οριοθετημένη περιοχή», αδυνατίζοντας τις ελληνικές θέσεις και δίνοντας επιχειρήματα σε όσους διαφοροποιούν την περίπτωση των τουρκικών παραβιάσεων στην Κύπρο και στην Ελλάδα. Άλλο παράδειγμα, σε σχέση με την πολυμερή Διάσκεψη για την Ανατολική Μεσόγειο. Σύμφωνα με πληροφορίες των ΜΜΕ που δεν έχουν διαψευσθεί, το ΥΠΕΞ προέβη σε διαβήματα στα κράτη-μέλη ΕΕ τονίζοντας ότι θα συναινέσει στην πραγματοποίησή της Διάσκεψης μόνο αν τερματιστεί η τουρκική προκλητικότητα. Αντιθέτως, ο κ. Μητσοτάκης «άδειασε» τη διπλωματία μας, συναινώντας στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, να προχωρήσει η Διάσκεψη χωρίς όρους και εγγυήσεις.
Ένα άλλο ψέμα είναι το επιχείρημα της κυβέρνησης ότι, τάχα, για πρώτη φορά παίρνει θέση η Ευρώπη για τα ελληνοτουρκικά. Ήδη το Μάρτιο του 2018, το Συμβούλιο με μια γλώσσα πολύ αυστηρότερη για την Τουρκία, σε σχέση με την πρόσφατη, βάζει τα πράγματα στη θέση τους και καταδικάζει την παράνομη δράση της. Πράγματι οι κυρώσεις δεν είναι αυτοσκοπός, ούτε είναι κυρίως τιμωρητικές. Αποτελούν μέσο στην προσπάθεια να συρθεί η Τουρκία στο τραπέζι του διαλόγου. Γιατί μόνο με διάλογο μπορούμε να λύσουμε τη διαφορά που έχουμε με την Τουρκία.
Αλλά και αυτό αναδεικνύει ξανά τις αντιφάσεις που έχει η πολιτική της Νέας Δημοκρατίας στη στρατηγική αλλά και ανάμεσα σε λόγια και έργα. Πριν τις εκλογές ο εκπρόσωπος της Νέας Δημοκρατίας στο Εθνικό Συμβούλιο Εξωτερικής Πολιτικής και νυν βουλευτής κ. Άγγελος Συρίγος, έλεγε σε μία συνέντευξη του αν τουρκικό πλοίο μπει σε ελληνική υφαλοκρηπίδα η Αθήνα να στείλει μήνυμα ότι θα το βυθίσει. «Σαφές μήνυμα το πλοίο θα βυθιστεί. Τελεία.Χωρίς πολλά πολλά και χωρίς να το κουράζουμε.Άλλη η περίπτωση της Κύπρου, άλλη η ελληνική υφαλοκρηπίδα». Θυμίζω ότι εμείς δεν λέγαμε τέτοια τότε. Προστατέψαμε τα κυριαρχικά δικαιώματα της χώρας με αποτροπή χωρίς κλιμάκωση.
Θυμίζω την περίπτωση του Barbaros, που συνοδευόταν από δύο πολεμικά πλοία, το οποίο επιχείρησε να μπει στην ελληνική υφαλοκρηπίδα αλλά η φρεγάτα μας «Νικηφόρος Φωκάς» με τους κατάλληλους χειρισμούς το απέτρεψε. Χωρίς να υπάρξει επεισόδιο που θα έριχνε σε μας την ευθύνη. Ενώ τώρα έχουμε το Oruc Reis να αλωνίζει για τέσσερις μήνες εντός της ελληνικής υφαλοκρηπίδας. Και όχι απλώς δεν το βύθισαν, όπως δημαγωγούσαν, αλλά την πρώτη φορά μας είπαν ότι το πήρε ο άνεμος και την άλλη ότι γίνεται «θόρυβος» και δεν μπορεί να κάνει έρευνες και στο τέλος εκπαραθύρωσαν τον σύμβουλο Εθνικής Ασφάλειας γιατί είπε την αλήθεια.
Όταν έχεις ως κυβέρνηση τέτοιο κενό στρατηγικής, όταν αποτυγχάνεις και στο πεδίο και στο τραπέζι της διπλωματίας, δεν είναι λογικό να ανησυχούμε εμείς στην αντιπολίτευση για το μέλλον; Εμείς στο ΣΥΡΙΖΑ θέλουμε να διαμορφωθεί εθνική στρατηγική και να βάλουμε πλάτη να τη στηρίξουμε. Αλλά για να γίνει κάτι τέτοιο πρέπει να υπάρχει αυτοκριτική. Να μην εμφανίζει η κυβέρνηση ως θριάμβους τις αποτυχίες της. Να γίνει ένα συμβούλιο πολιτικών αρχηγών, να τα συζητήσουμε και να ξεκινήσουμε από την αρχή».