Το 2010 είναι αναμφίβολα ένα κρίσιμο έτος για την Ελλάδα η οποία βρίσκεται ενώπιον μιας διπλής πρόκλησης. Από τη μία πλευρά, καλούμαστε να δώσουμε πειστικές απαντήσεις στο οξύ δημοσιονομικό πρόβλημα που αντιμετωπίζουμε και αυτή πρέπει, εκ των πραγμάτων, να είναι η πρώτη πολιτική προτεραιότητα το επόμενο διάστημα.
Του Κυριάκου Μητσοτάκη,
βουλευτή Β’ Αθήνας, υπεύθυνου του Τομέα Πολιτικής Ευθύνης
Περιβαλλοντικής Πολιτικής της Νέας Δημοκρατίας
Η προσπάθεια για εξυγίανση των δημόσιων οικονομικών πρέπει να στηριχτεί στη δραστική μείωση των δαπανών του δημοσίου – που είναι οι κατεξοχήν υπεύθυνες για τον διαχρονικό εκτροχιασμό του χρέους και του ελλείμματος. Από την άλλη πλευρά όμως, οφείλουμε να βρούμε τρόπους και να ανοίξουμε νέους κλάδους της οικονομίας που θα τονώσουν την παραγωγική δραστηριότητα της χώρας μας και θα φέρουν ανάπτυξη και θέσεις εργασίας.
Οφείλουμε να είμαστε απολύτως ειλικρινείς στη διάγνωση της σημερινής οικονομικής κατάστασης στην Ελλάδα. Το αναπτυξιακό μοντέλο το οποίο ακολούθησε η χώρα μας τα τελευταία 30 τουλάχιστον χρόνια, μπορεί να προσέφερε ευημερία, ταυτόχρονα όμως έφτασε στα όριά του. Και σήμερα δεν καλούμαστε απλώς να αντιμετωπίσουμε τις δομικές αδυναμίες του, αλλά είμαστε υποχρεωμένοι να υιοθετήσουμε μια τελείως καινούργια λογική και να στρέψουμε την αναπτυξιακή μας κατεύθυνση σε μια διαφορετική τροχιά.
Γι’ αυτό πιστεύω ότι, ανεξάρτητα από το πώς την αποκαλούμε – είτε «πράσινη», είτε «βιώσιμη», είτε «αειφόρο» -, η ανάπτυξη που θα βασίζεται στην αξιοποίηση των φυσικών μας πόρων και θα συμβιώνει αρμονικά με την προστασία του περιβάλλοντος αποτελεί μονόδρομο για την χώρα μας.
Το περιβάλλον αντιμετωπιζόταν για καιρό στη χώρα μας ως ένα ζήτημα «χαμηλής» πολιτικής προτεραιότητας κι αυτός είναι ένας από τους βασικούς λόγους στους οποίους οφείλεται η συστηματική υποβάθμιση του. Είναι θετικό το γεγονός ότι, σήμερα, έστω και με σχετική καθυστέρηση σε σχέση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες, η προστασία του περιβάλλοντος και η βιώσιμη ανάπτυξη έχουν ενταχθεί στο πολιτικό μας λεξιλόγιο. Τονίζω όμως ότι τόσο η περιβαλλοντική ευαισθησία όσο και το εθνικό όραμα της αειφόρου ανάπτυξης δεν μπορεί να αποτελούν ιδιότυπα μονοπώλια κανενός πολιτικού χώρου. Πιστεύω ακράδαντα ότι η Νέα Δημοκρατία οφείλει και μπορεί να τα εντάξει συστηματικά στις πολιτικές προτεραιότητες και τον προγραμματικό της λόγο. Η Νέα Δημοκρατία, ως φιλελεύθερο κόμμα, δεν αντιμετωπίζει το περιβάλλον ως μία ευκαιριακή πολιτική επιλογή με εύκολο περιεχόμενο και στείρα οικολογική συνθηματολογία. Το περιβάλλον αποτελεί μείζον εθνικό ζήτημα στο οποίο ελέγχονται η παιδεία και ο πολιτισμός μας, διακυβεύεται η πολιτική υγείας και κοινωνικής πρόνοιας και, κυρίως, δοκιμάζεται η βιωσιμότητα του μοντέλου οικονομικής ανάπτυξης της χώρας μας. Γι’ αυτό πιστεύω ότι πρέπει να αποτελεί μία από τις κεντρικές προτεραιότητες της πολιτικής μας ατζέντας. Παρά τα βήματα που έχουν γίνει τα τελευταία χρόνια στον τομέα του περιβάλλοντος κυρίως σε θεσμικό επίπεδο, βρισκόμαστε ακόμα στην αρχή και όχι στο τέλος του δρόμου.
Η χώρα μας αντιμετωπίζει σημαντικά και επείγοντα περιβαλλοντικά προβλήματα τα οποία έχουν συσσωρευτεί εδώ και δεκαετίες και απαιτούν εφαρμοσμένες πολιτικές και αποτελεσματικές λύσεις. Η Νέα Δημοκρατία είναι αποφασισμένη κάνει αισθητή την παρουσία της σε αυτόν τον τομέα όχι μόνο για να συμβαδίσει με τις ευρωπαϊκές και τις διεθνείς εξελίξεις, ούτε για να επιδοθεί σε μία στείρα αντιπολίτευση. Οφείλει να το κάνει για να ανταποκριθεί στην ολοένα και αυξανόμενη ευαισθησία των πολιτών και να εκφράσει με τις πολιτικές της πρωτοβουλίες μια μεγάλη μερίδα της ελληνικής κοινωνίας. Κατά τη γνώμη μου, ορισμένοι από τους τομείς του περιβάλλοντος που οφείλουμε να εντάξουμε στις πιο άμεσες προτεραιότητές μας είναι, μεταξύ άλλων, οι ακόλουθοι:
1. Η ορθολογική διαχείριση των υδατικών πόρων.
Είναι ένα σύνθετο ζήτημα, κρίσιμης σημασίας για την Ελλάδα, που απασχολεί συνολικά την Ευρώπη. Η σχετική κοινοτική νομοθεσία θέτει τις βασικές κατευθύνσεις και συνεπάγεται συγκεκριμένες υποχρεώσεις για τη χώρα μας. Πέραν αυτού όμως, η Ελλάδα οφείλει να λάβει υπόψιν της τα ειδικά χαρακτηριστικά της όπως τις γεωγραφικές ανισότητες στην κατανομή και στη ζήτηση υδατικών πόρων, τη γεωγραφική μορφολογία και τα πολλά μικρά και με ελάχιστους υδατικούς πόρους νησιά προκειμένου να εφαρμόσει μια μακρόπνοη εθνική υδατική πολιτική.
Παράλληλα πρέπει να αντιμετωπιστούν χρόνια δομικά προβλήματα σε αυτόν τον τομέα όπως η σπατάλη υδατικών πόρων ως συνέπεια οικονομικών δραστηριοτήτων, το απαρχαιωμένο αρδευτικό και υδρευτικό δίκτυο, η ρύπανση των επιφανειακών και υπογείων υδάτων, η στρεβλή τιμολογιακή πολιτική, η ανυπαρξία βασικών έργων υποδομής και το χαμηλό επίπεδο ευαισθητοποίησης των πολιτών όσον αφορά την εξοικονόμηση νερού.
2. Η βιώσιμη διαχείριση των απορριμμάτων και αποβλήτων.
Είναι ένα εκρηκτικό πρόβλημα για την αντιμετώπιση του οποίου η χώρα μας, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, έχει να παρουσιάσει εξαιρετικά χαμηλές επιδόσεις. Η διαχείριση των απορριμμάτων είναι ένα εξαιρετικά σύνθετο ζήτημα που για να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά χρειάζεται να συντρέχουν δύο βασικές προϋποθέσεις: πολιτική βούληση και αξιοποίηση νέων τεχνολογιών. Έχει περάσει πια η εποχή των μονοδιάστατων λύσεων για την αειφόρο διαχείριση απορριμμάτων.