Ο συνδυασμός βέλτιστων πρακτικών και δοκιμασμένων τεχνολογιών είναι το κλειδί ώστε να βρεθεί επιτέλους μακρόπνοη λύση σε ένα πρόβλημα που ταλανίζει την ελληνική κοινωνία και που όσο καθυστερούμε να το αντιμετωπίσουμε θα οξύνεται ακόμα περισσότερο. Ειδικά για την Αττική η οποία παράγει και το μεγαλύτερο όγκο απορριμμάτων, η απαρέγκλιτη εφαρμογή του περιφερειακού σχεδιασμού στο σύνολό του, η προσπάθεια μείωσης της παραγωγής απορριμμάτων στην πηγή, η αύξηση της ανακύκλωσης και η δημιουργία νέων χώρων υγειονομικής ταφής υπολειμμάτων, μπορούν να δώσουν λύσεις στο πρόβλημα. Ιδιαίτερη σημασία πρέπει επίσης να δοθεί στη διαμόρφωση μίας συνολικής πολιτικής για την διαχείριση των επικίνδυνων αποβλήτων και των αστικών λυμάτων.
3. Η προστασία των δασών και η διαμόρφωση μιας σύγχρονης δασικής πολιτικής
Παρά το γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια έχουμε βιώσει τεράστιες καταστροφές στον δασικό πλούτο της χώρας μας, δεν έχουμε προχωρήσει σε μία δομική μεταρρύθμιση της δασικής μας πολιτικής. Η προστασία των δασών είναι ένα μείζον ζήτημα με περιβαλλοντικές, οικονομικές και κοινωνικές προεκτάσεις και πρέπει να αποτελέσει εθνική προτεραιότητα. Γι’ αυτό χρειαζόμαστε μία συνεπή δασική πολιτική με βραχυμακροπρόθεσμο ορίζοντα και μετρήσιμα αποτελέσματα που να στηρίζεται στους εξής άξονες: πρόληψη, ισχυρότερη θεσμική κατοχύρωση δασών και δασικών εκτάσεων, μεταρρύθμιση του συνολικού διοικητικού συστήματος δασοπροστασίας και δασοπυρόσβεσης και ευαισθητοποίηση των πολιτών. Ιδιαίτερη βαρύτητα πρέπει να δοθεί στην προστασία των περιαστικών δασών που έχουν απομείνει στην Αττική και αποτελούν τους τελευταίους πνεύμονες για τους κατοίκους του λεκανοπεδίου.
Οι παραπάνω είναι κάποιες από τις περιβαλλοντικές προτεραιότητες τις οποίες θέτει η Νέα Δημοκρατία και που, για την οικονομία του χρόνου, αναφέρω επιγραμματικά. Εξίσου σημαντικά ζητήματα είναι η συνολική αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, η διαμόρφωση ενός πλαισίου ενεργειακής πολιτικής πιο φιλικής προς το περιβάλλον, η προστασία της βιοποικιλότητας, η αντιμετώπιση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης, η υιοθέτηση ενός συστήματος πράσινων μεταφορών, η βιώσιμη χωροταξική πολιτική και η βελτίωση του αστικού περιβάλλοντος, η προώθηση της περιβαλλοντικής έρευνας και της πράσινης καινοτομίας.
Η προστασία του περιβάλλοντος δεν αποτελεί μόνο μία ηθική υποχρέωση απέναντι στις επόμενες γενιές. Αυτό είναι δεδομένο και δεν αμφισβητείται. Συνδέεται επίσης με την βιώσιμη ανάπτυξη και αποτελεί μια χειροπιαστή αναπτυξιακή πρόκληση, μία σημαντική ευκαιρία προκειμένου η χώρα μας να αξιοποιήσει τα συγκριτικά πλεονεκτήματα που αναμφίβολα διαθέτει και να εκμεταλλευτεί τους φυσικούς της πόρους προς όφελός της. Άλλωστε, πολλοί δυναμικοί κλάδοι της εθνικής μας οικονομίας είναι άμεσα εξαρτώμενοι από την προστασία του περιβάλλοντος και των φυσικών πόρων.
Η ελληνική οικονομία για παράδειγμα είναι πολύ εξαρτημένη από τον τουρισμό. Δεν είναι δυνατό σήμερα να φανταστεί κανείς βιώσιμη τουριστική ανάπτυξη χωρίς την προστασία του περιβάλλοντος, χωρίς την διατήρηση της βιοποικιλότητας και την προστασία της φυσικής ομορφιάς της Ελλάδας. Μία ακόμα οικονομική δραστηριότητα η οποία είναι εξαρτημένη από το περιβάλλον είναι η γεωργία. Δεν μπορούμε σήμερα να φανταστούμε μια βιώσιμη αγροτική ανάπτυξη η οποία να μην σέβεται τους φυσικούς πόρους, να μην στηρίζεται στην ορθολογική διαχείριση των υδάτινων πόρων και στην προστασία των εδαφών από την ρύπανση, που να μην επενδύει σε νέα προϊόντα, τα οποία να είναι πραγματικά ανταγωνιστικά στις διεθνείς αγορές, αποκολλούμενη και από μια λογική επιδοτήσεων, η οποία προκάλεσε στο παρελθόν στρέβλωση στην αγροτική παραγωγή. Αναφέρω μόνο αυτά τα δυο παραδείγματα για να καταδείξω ακριβώς τη σημασία που έχει η προστασία του περιβάλλοντος και των φυσικών μας πόρων για το καινούργιο αναπτυξιακό μοντέλο το οποίο χρειάζεται η πατρίδα μας.
Άφησα τελευταία την μεγάλη πρόκληση της κλιματικής αλλαγής, την αντιμετώπιση των συνεπειών της για την χώρα μας αλλά και τις παράλληλες αναπτυξιακές ευκαιρίες που συνδέονται με τις πολιτικές που πρέπει να εφαρμοστούν. Είναι πλέον σαφές ότι η κλιματική αλλαγή είναι ένας υπαρκτός κίνδυνος για το μέλλον του πλανήτη. Παράλληλα όμως μπορεί να αποτελέσει και μία σημαντική αναπτυξιακή ευκαιρία καθώς οι πολιτικές που συνδέονται με την αντιμετώπισή της μπορούν να συμβάλλουν στην ανάπτυξη νέων κλάδων της οικονομίας. Ανεξάρτητα από την επίτευξη ή όχι μιας παγκόσμιας δεσμευτικής συμφωνίας για το κλίμα, η πλειοψηφία των χωρών του πλανήτη μπορούν να υλοποιήσουν επαρκείς και φιλόδοξες πολιτικές σε εθνικό – τοπικό επίπεδο για την μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου.
Αυτό ισχύει και για την Ελλάδα η οποία οφείλει να είναι συνεπείς με τις ευρωπαϊκές της υποχρεώσεις πετυχαίνοντας απτά και μετρήσιμα αποτελέσματα σε συγκεκριμένο χρόνο, μπορεί όμως να πάει και ένα βήμα πιο πέρα. Η μείωση του ανθρακικού μας αποτυπώματος δεν συνεπάγεται κάποια ιδιαίτερα σοβαρή ύφεση στην οικονομική δραστηριότητα καθώς η χώρα μας δεν διαθέτει βαριά βιομηχανία τέτοια που ενδεχομένως θα μπορούσε να πληγεί από μέτρα μείωσης των εκπομπών. Η Ελλάδα, κατά συνέπεια, έχει πολλά περισσότερα να κερδίσει παρά να χάσει από την μετάβαση σε μία οικονομία χαμηλού άνθρακα καθώς έχουμε μια ανεπανάληπτη ευκαιρία να ανοίξουμε νέους παραγωγικούς τομείς της πράσινης οικονομίας που τόσο έχουμε ανάγκη.
Η Ελλάδα ανήκει στις χώρες εκείνες που βρίσκονται αντιμέτωπες με την παράδοξη πραγματικότητα ότι ενώ συμβάλλουν ελάχιστα στις παγκόσμιες εκπομπές ρύπων, παρόλα αυτά κινδυνεύουν να πληγούν δυσανάλογα από τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής. Γι’ αυτό οφείλουμε να θέσουμε φιλόδοξους και εφικτούς στόχους για την μείωση των εκπομπών και τη στροφή σε ένα βιώσιμο μοντέλο ανάπτυξης που θα διέπει όλους τους κλάδους της οικονομικής δραστηριότητας. Γι’ αυτό είναι απαραίτητο να προχωρήσουμε στην υλοποίηση ενός σχεδίου δράσης για τη μείωση του ανθρακικού μας αποτυπώματος και τη μετάβαση σε μία νέα οικονομία χαμηλού άνθρακα το οποίο, κατά την άποψή μου, θα μπορούσε να στηριχθεί στους παρακάτω κεντρικούς άξονες:
1. Την αντικειμενική και ρεαλιστική ανάλυση των ευρωπαϊκών αλλά και των εθνικών στόχων που θα τεθούν καθώς και των δράσεων που πρέπει να αναληφθούν στην χώρα μας για τη μείωση των εκπομπών και την ποσοτική εξειδίκευσή τους σε σχέση με τους επιμέρους παραγωγικούς τομείς.
Η έμφαση πρέπει να δοθεί στους τομείς της ηλεκτροπαραγωγής και των μεταφορών που σήμερα συνεισφέρουν κατά 70% περίπου στις εκπομπές αερίων. Ειδικά στον τομέα των μεταφορών, ο οποίος συνεισφέρει κατά 25% στο ισοζύγιο των αερίων του θερμοκηπίου που παράγονται στην χώρα μας, πρέπει να υλοποιηθεί ένα συγκεκριμένο σχέδιο με μετρήσιμους στόχους που να λαμβάνει υπόψιν του όλες τις παραμέτρους, χωρίς αποσπασματικά μέτρα όπως έγινε πρόσφατα με την κατάργηση της απόσυρσης. Η κατάργησή της από την κυβέρνηση ήταν μία εσφαλμένη απόφαση τόσο από οικονομικής και κοινωνικής όσο και από περιβαλλοντικής άποψης.
Γι’ αυτό προτείναμε την επαναφορά του μέτρου που να αφορά καινούρια αυτοκίνητα χαμηλών εκπομπών ρύπων και την συμψηφιστική μείωση των εξαιρετικά υψηλών τελών κυκλοφορίας τα οποία ισχύουν σήμερα. Πιστεύω ότι τέτοια μέτρα σε συνδυασμό με άλλα, όπως την άρση της απαγόρευσης της πετρελαιοκίνησης για τα ΙΧ αυτοκίνητα, μπορούν να υλοποιηθούν με ελάχιστο έως μηδενικό κόστος για τον κρατικό Προϋπολογισμό και μπορούν να συμβάλλουν αποφασιστικά στο περιβάλλον, την βελτίωση της ποιότητας ζωής και στην τόνωση δυναμικών κλάδων της οικονομίας.
2. Την κοστολόγηση των πολιτικών και των μέτρων που πρέπει να εφαρμοστούν και τον συνυπολογισμό του οφέλους που θα έχουν για την ελληνική οικονομία και το φυσικό περιβάλλον καθώς βρισκόμαστε σε μία εξαιρετικά δυσμενή οικονομική συγκυρία. Εκτός από τις πολιτικές που έχουν σχεδόν μηδενικό κόστος όπως η απόσυρση παλιών οχημάτων και η αντικατάστασή τους με καινούρια, υπάρχουν και λύσεις οι οποίες είναι ακόμα ακριβές όπως η τεχνολογία Δέσμευσης και Αποθήκευσης Άνθρακα (CCS) για τις ρυπογόνες μονάδες παραγωγής ενέργειας, γεγονός που απαιτεί την προσεκτική μελέτη της σχέσης κόστους-οφέλους τους.
3. Την δημιουργία ενός ελκυστικότερου πλαισίου προσέλκυσης επενδύσεων σε δυναμικούς κλάδους της πράσινης οικονομίας όπως είναι οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας καθώς και οι στοχευμένες πολιτικές εξοικονόμησης ενέργειας ειδικά στον κτιριακό τομέα. Και στους δύο τομείς έχουν γίνει βήματα τα προηγούμενα χρόνια αλλά έχουμε πολλά ακόμα να κάνουμε. Ειδικά όσον αφορά τις ΑΠΕ, εάν θέλουμε να πετύχουμε τους δεσμευτικούς μας στόχους, οφείλουμε να αντιμετωπίσουμε αποτελεσματικά τα γραφειοκρατικά, χωροταξικά και άλλα εμπόδια που εμποδίζουν την ανάπτυξή τους.
Ειδικά σε μία περίοδο που η έλλειψη ρευστότητας μπορεί να προκαλέσει εμπόδια στην ανάπτυξη των ανανεώσιμων, το Κράτος οφείλει τουλάχιστον να διασφαλίσει τους όρους και τις προϋποθέσεις για την προώθηση πράσινων επενδύσεων. Αυτή η πολιτική οφείλει να εφαρμοστεί χωρίς προχειρότητες και διακρίσεις υπέρ της μιας ή της άλλης τεχνολογίας όπως έγινε πρόσφατα με την αιφνιδιαστική πρόταση της κυβέρνησης για μείωση της τιμής πώλησης της ηλιακής κιλοβατώρας.
Γι’ αυτό πρέπει να κινηθούμε με πιο γρήγορους ρυθμούς και να ξεπεράσουμε τα εμπόδια ώστε να αξιοποιηθεί το κατά τα άλλα πλούσιο αιολικό, ηλιακό και γεωθερμικό μας δυναμικό. Με αυτόν τον τρόπο επιτυγχάνουμε και την μείωση του ανθρακικού αποτυπώματος αλλά και την ενίσχυση ενός ιδιαίτερα αναπτυσσόμενου κλάδου της νέας περιβαλλοντικής οικονομίας.
Η προστασία του περιβάλλοντος, η μετάβαση σε μία νέα εποχή χαμηλού άνθρακα και η προώθηση της βιώσιμης ανάπτυξης μπορούν και πρέπει να είναι εθνικοί στόχοι για την επόμενη δεκαετία. Για να τα καταφέρουμε οφείλουμε να εφαρμόσουμε στοχευμένες πολιτικές, βασιζόμενοι και στα πρότυπα άλλων χωρών, χωρίς πειραματισμούς και προχειρότητες καθώς δεν υπάρχει ούτε χρόνος ούτε χρήματα για χάσιμο. Όσο πιο ρεαλιστικές και μελετημένες είναι οι πολιτικές πρωτοβουλίες που θα πάρουμε σήμερα τόσο πιο αποτελεσματικές θα είναι στο άμεσο μέλλον.
Η Νέα Δημοκρατία θα είναι δυναμικά παρούσα ελέγχοντας τις κυβερνητικές πρωτοβουλίες και συμβάλλοντας εποικοδομητικά με συγκεκριμένες προτάσεις και εφαρμόσιμες πολιτικές. Αυτή δεν είναι μόνο μια ηθική υποχρέωση που έχουμε, συνολικά ως πολιτικό σύστημα, απέναντι στις επόμενες γενιές αλλά και μία εξαιρετική ευκαιρία για την χώρα μας να κινηθεί σε μία νέα, βιώσιμη και αειφόρο αναπτυξιακή κατεύθυνση με συγκεκριμένο χρονικό ορίζοντα. Στο χέρι μας είναι να την αξιοποιήσουμε.