Απαισιόδοξα εμφανίζονταν από το 2008 τα ελληνικά νοικοκυριά για το μέλλον της οικονομικής τους κατάστασης, και σε ποσοστό 44,3% (το υψηλότερο στην Ευρωπαϊκή Ένωση) πίστευαν ότι αυτή θα χειροτερέψει κατά τους επόμενους 12 μήνες.
Αυτό προκύπτει από την έρευνα εισοδήματος και συνθηκών διαβίωσης των νοικοκυριών (χρηματοπιστωτικός αποκλεισμός και υπερχρέωση των νοικοκυριών), που διενήργησε η τότε ΕΣΥΕ (νυν ΕΛΣΤΑΤ), το χρονικό διάστημα Απριλίου- Ιουνίου 2008, με περίοδο αναφοράς εισοδήματος το 2007.
Ένας από τους πιθανούς λόγους για την απαισιοδοξία των νοικοκυριών ήταν ίσως το γεγονός πως σε ποσοστό 47,6% είχαν συνολικό οφειλόμενο ποσό από την υπέρβαση του πιστωτικού τους ορίου (υπερανάληψη) των τραπεζικών λογαριασμών περισσότερο από το μηνιαίο διαθέσιμο εισόδημά τους. Και αυτό, παρά το γεγονός ότι το ποσοστό των νοικοκυριών στην Ελλάδα, που είχε οφειλές, οι οποίες δεν σχετίζονται με την κύρια κατοικία, ήταν μικρότερο από το μέσο όρο στην Ευρωπαϊκή Ένωση (3,6% έναντι 4%).
Ειδικότερα, σύμφωνα με την έρευνα, σε ποσοστό 17,3% τα νοικοκυριά νοικοκυριών είχαν σημαντική μείωση στο συνολικό ακαθάριστο εισόδημά τους κατά τη διάρκεια των τελευταίων 12 μηνών (ο μέσος όρος στην Ε.Ε. ανέρχεται σε 16%).
Η απώλεια εργασίας – απόλυση, λόγω πλεονάζοντος προσωπικού, αποτελεί τον κυριότερο λόγο (29%) για τη μείωση του εισοδήματος των νοικοκυριών στην Ελλάδα (ο μέσος όρος στην Ε.Ε. της μείωσης του εισοδήματος, λόγω απώλειας εργασίας ανέρχεται σε 26%, ενώ της μείωσης εισοδήματος για άλλους λόγους σε 28%).
Από την έρευνα προκύπτει χαμηλή διεισδυτικότητα του τρεχούμενου τραπεζικού λογαριασμού (27,5%) στην Ελλάδα, σε σχέση με τον μέσο όρο της Ευρώπης (84%). Τα νοικοκυριά στη χώρα δεν διαθέτουν τρεχούμενο τραπεζικό λογαριασμό, διότι οι επιβαρύνσεις – χρεώσεις από τις τράπεζες είναι πολύ υψηλές (87%), δεν χρειάζονται τέτοιου είδους λογαριασμό και προτιμούν να συναλλάσσονται με μετρητά (86,8%), οι τράπεζες θα απέρριπταν την αίτηση τους (27%), δεν υπάρχουν υποκαταστήματα τράπεζας κοντά στον τόπο διαμονής ή εργασίας των μελών των νοικοκυριών (6,3%) ή έχουν κάνει αίτηση για χορήγηση λογαριασμού, η οποία απορρίφθηκε (4%).
Μόνον 4,5% των νοικοκυριών είχαν κάνει υπέρβαση του πιστωτικού ορίου του (υπερανάληψη) σε κάποιον από τους τραπεζικούς τους λογαριασμούς, όχι απαραίτητα τρεχούμενου (ο μέσος όρος στην ΕΕ ανέρχεται σε 8%). Αλλά, 47,6% των νοικοκυριών έχουν συνολικό οφειλόμενο ποσό από την υπέρβαση του πιστωτικού του ορίου (υπερανάληψη) των τραπεζικών λογαριασμών περισσότερο από το μηνιαίο διαθέσιμο εισόδημά τους (μετά την Ελλάδα ακολουθεί η Ιταλία με 47%).
Εξάλλου, 42,2% των νοικοκυριών της χώρας διαθέτιυν πιστωτική κάρτα, ή κάρτα καταστημάτων. Τα νοικοκυριά δεν διαθέτουν πιστωτική κάρτα, ή εμπορική πίστωση, διότι δεν έχουν τη δυνατότητα να εξοφλήσουν το χρέος τους (81%), δεν έχουν ανάγκη να δανειστούν (72,3%), έχουν τη δυνατότητα να δανειστούν από συγγενείς και φίλους (31,1%), οι τράπεζες θα απέρριπταν την αίτηση για χορήγηση πίστωσης (10,9%), είχαν υποβάλει αίτηση για πίστωση η οποία απορρίφθηκε (2,2%), ή είχαν πίστωση, αλλά αυτή η δυνατότητα δεν παρέχεται πλέον (0,8%).