Κυρίες και κύριοι βουλευτές,
Πριν ξεκινήσω την ομιλία μου, θέλω να εκφράσω τη λύπη μου για τα επεισόδια που εκτυλίσσονται έξω από αυτή την αίθουσα, που δυστυχώς αμαυρώνουν τις απόλυτα νόμιμες σε μια δημοκρατία, εκδηλώσεις διαμαρτυρίας. Οι βανδαλισμοί, η βία και η καταστροφή δεν έχουν θέση στη δημοκρατία και δεν πρόκειται να γίνουν ανεκτές. Θα ‘θελα να κάνω μια έκκληση σε όλους σας και στους πολίτες που μας παρακολουθούν για ψυχραιμία και καταλλαγή. Σε αυτές τις κρίσιμες ώρες δεν έχουμε την πολυτέλεια τέτοιων συγκρούσεων. Οφείλουμε να πάρουμε τις αποφάσεις μας σαν συγκροτημένη κοινωνία. Και όταν έρθει η ώρα, ο λαός που είναι και ο υπέρτατος κριτής θα εκφραστεί.
Πολλές φορές τα τελευταία δυο χρόνια οι βουλευτές στην αίθουσα αυτή κλήθηκαν να συνεδριάσουν για δύσκολα θέματα και να λάβουν αποφάσεις υψηλής εθνικής ευθύνης αλλά και μεγάλου πολιτικού κόστους. Νομίζω ότι δεν υπάρχει κανείς στην αίθουσα αυτή, σε όποια πτέρυγα και αν κάθεται, που να αμφιβάλλει για τη βαρύτητα και την κρισιμότητα της συνεδρίασης αυτής.
Είναι πράγματι ιστορικής σημασίας για το μέλλον της χώρας η σημερινή συνεδρίαση. Τα αποτελέσματά της, οι αποφάσεις που θα ληφθούν, θα καθορίσουν εάν η οικονομία μας θα εξασφαλίσει τη χρηματοδότησή της για τα επόμενα χρόνια, εάν θα ελαφρύνουμε το δημόσιο χρέος κατά περίπου 100 δισεκατομμύρια ευρώ, εάν θα συνεχίσουμε την σκληρή προσπάθεια της εξυγίανσης και μεταρρύθμισης της οικονομίας μας, ώστε να μπορέσουμε να περάσουμε στην ανάπτυξη, κατοχυρώνοντας τη θέση μας στο ευρώ. Ή εάν, αντίθετα, από μοιραία πλάνη, λιποψυχία ή λάθος απόφαση, θα οδηγήσουμε τη χώρα σε μια καταστροφική χρεοκοπία, σε παρατεταμένη εξαθλίωση, σε έναν μοιραίο κατήφορο περιθωριοποίησης από την Ευρώπη και εξώθησης από το ευρώ. Έχω την πεποίθηση ότι οι βουλευτές θα πράξουν το εθνικό καθήκον τους.
Η μεγαλύτερη κρίση
Η χώρα μας ζει επί δύο και πλέον χρόνια τη μεγαλύτερη κρίση της μεταπολεμικής περιόδου. Μια κρίση που ξεκίνησε ως κρίση δημοσιονομικού ελλείμματος και δημόσιου χρέους, εξελίχθηκε σε κρίση, οικονομική και κοινωνική, και πλέον σε κρίση εθνική. Κι αυτό γιατί οι επιλογές και τα διλήμματα της σημερινής ημέρας, με τα αποτελέσματα που θα παραγάγουν, θα καθορίσουν την έκβαση της σημαντικότερης στρατηγικής επιλογής της χώρας μας των τελευταίων δεκαετιών. Δηλαδή την επιλογή μας να συμπορευτούμε στην ευρωπαϊκή ενοποίηση, ως αναπόσπαστο μέλος του πυρήνα της Ενωμένης Ευρώπης και του κοινού νομίσματος. Γιατί, μην αμφιβάλλει κανείς, αυτό είναι το μέγιστο και τελικό διακύβευμα της σημερινής απόφασης.
Έχουμε μπροστά μας ένα πλήρες και αξιόπιστο οικονομικό πρόγραμμα εξόδου από την δημοσιονομική και οικονομική κρίση της χώρας. Ένα πρόγραμμα που διασφαλίζει, όσο κανένα άλλο, τη θέση μας στο ευρώ. Που αποτρέπει μια καταστροφική χρεοκοπία. Είναι ένα πρόγραμμα σκληρό, που συνεπάγεται οδυνηρές θυσίες για ευρύτατα στρώματα, για το σύνολο σχεδόν της κοινωνίας μας, σε συνέχεια των θυσιών που έχουν ήδη γίνει. Είναι όμως ένα πρόγραμμα που θα μας βγάλει σε στέρεο έδαφος, θα οδηγήσει στην απαραίτητη εξυγίανση, μεταρρύθμιση και ανάκαμψη της οικονομίας μας, ώστε να υπερβούμε την κρίση και να περάσουμε στην ανάπτυξη και τη δημιουργία θέσεων εργασίας.
Τα αίτια της κρίσης είναι πολλαπλά και αλληλένδετα. Επίσης, πολλοί, σύνθετοι και αλληλοεξαρτώμενοι είναι οι παράγοντες που έχουν συμβάλει και εξηγούν την ένταση και διάρκεια της κρίσης που βιώνουμε. Δεν είναι η ώρα για λεπτομερή ανάλυση. Είναι η ώρα των αποφάσεων.
Είναι, όμως, αναγκαίο να κατανοηθεί ότι η κύρια αιτία της κρίσης είναι το γεγονός ότι για πολλά έτη το κράτος συστηματικά δαπανούσε πολύ περισσότερα από τα έσοδά του. Το αποτέλεσμα ήταν να διαμορφωθούν τα δημοσιονομικά ελλείμματα σε υψηλά και αυξανόμενα επίπεδα, κληροδοτώντας μας ένα τεράστιο δημόσιο χρέος.
Η επέκταση του κράτους πέραν των δυνατοτήτων του, η διόγκωση των δημοσιονομικών ελλειμμάτων, ο υπερβολικός δανεισμός, είχαν ως συνέπεια να δημιουργηθούν συνθήκες υπερκαταναλωτισμού – να δαπανούμε πολύ περισσότερο από όσο παράγουμε και να διευρυνθεί σημαντικά το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών και ο εξωτερικός δανεισμός. Διαμορφώθηκαν επίσης συνθήκες αδικαιολόγητης ευφορίας και επανάπαυσης και προσδοκίες που βαθμιαία βασίζονταν σε μια εικονική πραγματικότητα. Παράλληλα, η χώρα μας συνεχώς ανέβαλλε κρίσιμες και αναγκαίες μεταρρυθμίσεις στο κράτος και το φορολογικό σύστημα, στην κοινωνική ασφάλιση και το σύστημα υγείας.
Όταν η διεθνής κρίση ανέδειξε περισσότερο τις δημοσιονομικές και διαρθρωτικές αδυναμίες της οικονομίας, όταν αυξήθηκε το κόστος δανεισμού σε απαγορευτικά υψηλά επίπεδα, τότε η χώρα οδηγήθηκε στη χρηματοδοτική στήριξη των Ευρωπαίων εταίρων της και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και υιοθέτησε το πρώτο πρόγραμμα οικονομικής προσαρμογής.
Η πρόοδος που σημειώθηκε κατά τα προηγούμενα δύο χρόνια στην αποκατάσταση της δημοσιονομικής σταθερότητας και της διεθνούς ανταγωνιστικότητας είναι σημαντική. Το πρωτογενές δημόσιο έλλειμμα μειώθηκε από 24 δισεκ. ευρώ σε 5 δισεκ. ευρώ, μείωση που αντιστοιχεί σε 8 εκατοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ. Επίσης, ανακτήθηκε περίπου το 1/3 της ανταγωνιστικότητας που χάθηκε κατά τα προηγούμενα δέκα έτη. Οι προσπάθειες και οι θυσίες του ελληνικού λαού, όπως αποτυπώνονται στη συνεχιζόμενη ύφεση και την αύξηση της ανεργίας σε επίπεδο υψηλότερο του 20%, αποδίδουν και δικαιούνται το σεβασμό όλων.
Η μη αναγνώριση της μεγάλης προσπάθειας που γίνεται, της προόδου που συντελείται, του τεράστιου οικονομικού και κοινωνικού κόστους προσαρμογής, και, παράλληλα, η επικριτική στάση ορισμένων εταίρων, προβληματίζει, απογοητεύει και προκαλεί αγανάκτηση στον ελληνικό λαό. Αποδυναμώνει επίσης την προσπάθεια ολοκλήρωσης της διαδικασίας αναδιάρθρωσης και ανόρθωσης της οικονομίας. Οι Έλληνες εργάζονται σκληρά, δεν αποφεύγουν τις θυσίες, ούτε επαιτούν. Είμαστε υπερήφανος και φιλότιμος λαός, που αγωνιζόμαστε και θα τα καταφέρουμε να υπερβούμε την κρίση.