Θρίλερ και σκληρό μπρα-ντε-φερ ως την τελευταία στιγμή για όσα συζητήθηκαν πίσω από τις κλειστές πόρτες.
Ενα ακόμη κρίσιμο Eurogroup πέρασε στην ιστορία και ένα ακόμη διαπραγματευτικό θρίλερ κράτησε αμείωτο το ενδιαφέρον έως την τελευταία στιγμή. Η εβδομάδα που διανύσαμε ήταν μάλιστα ιδιαίτερα πυκνή σε εξελίξεις, κυρίως όμως ξεχώρισε το εκκρεμές της στάσης που κράτησε η κυβέρνηση έως την τελευταία στιγμή, με προφανή σκοπό να δικαιολογήσει τη διάψευση των υψηλών προσδοκιών που είχε εκφράσει στο προηγούμενο αποτυχημένο Eurogroup και ταυτόχρονα να «ανεβάσει» τα όσα έγιναν την Πέμπτη.
Θετικό, αν μη τι άλλο, είναι ότι η δεύτερη αξιολόγηση ολοκληρώνεται μετά από καθυστέρηση μηνών και δρομολογείται η εκταμίευση της δόσης που θα επιτρέψει την πληρωμή των δανειακών υποχρεώσεων του Δημοσίου τον Ιούλιο, παράλληλα με την εξόφληση μέρους των οφειλών του Δημοσίου σε ιδιώτες και προμηθευτές, ούτως ώστε να αρχίσει να κυκλοφορεί έστω και υποτυπωδώς χρήμα στην αγορά.
Τα πράγματα, ωστόσο, δεν ήταν τόσο θετικά στο ζήτημα του χρέους, αφού τελικά η Ελλάδα αναγκάστηκε να υποχωρήσει μπροστά στις γερμανικές πιέσεις, ακόμη κι αν επιστράτευσε έως την τελευταία στιγμή το «γαλλικό κλειδί» με την πρόταση της Γαλλίας για εξυπηρέτηση του χρέους με ρήτρα ανάπτυξης. Οι παρεμβάσεις και οι δηλώσεις του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε αποτέλεσαν μάλιστα εστία έντασης έως το παρά ένα του Eurogroup, καθώς ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών επιχείρησε παρέμβαση στα εσωτερικά πολιτικά ζητήματα, αναφερόμενος στις σχέσεις Τσίπρα – Τσακαλώτου. Ένταση στις σχέσεις με τους εταίρους προκάλεσε η επιμονή της ελληνικής πλευράς -παρά τις αρχικές δηλώσεις Τσίπρα για μη δραματοποίηση της κατάστασης- για παραπομπή του θέματος σε Σύνοδο Κορυφής, εφόσον δεν υπήρχε κατάληξη στο Eurogroup. Κάτι που επ’ ουδενί δεν ήθελαν Βρυξέλλες, Βερολίνο, αλλά και Παρίσι.
Οι ουσιαστικές εξελίξεις λοιπόν παραπέμπονται μετά τις γερμανικές εκλογές και μετά τη λήξη του ελληνικού προγράμματος στήριξης, το καλοκαίρι του 2018. Έτσι, απομακρύνεται και το ενδεχόμενο ένταξης των ελληνικών ομολόγων στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ, αλλά φαίνεται ότι ισχύει «το μη χείρον βέλτιστον».