Από το υπουργείο Οικονομικών υποστηρίζουν ότι τουλάχιστον ένα στα τρία νεόδμητα διαμερίσματα που έχουν κτιστεί τα τελευταία 2 χρόνια έχουν ημιυπαίθριους χώρους, οι οποίοι έχουν κλειστεί χωρίς αυτό να έχει δηλωθεί, με αποτέλεσμα το Δημόσιο να χάνει σημαντικά έσοδα από αναλογούντες φόρους που δεν κατεβλήθησαν.
Ο ιδιοκτήτης του ακινήτου, μόλις λάβει το ενημερωτικό σημείωμα, πρέπει να προσέλθει στην εφορία μαζί με τα σχέδια του ακινήτου. Εκεί ερωτάται από τον έφορο εάν οι ημιυπαίθριοι χώροι έχουν μετατραπεί σε δωμάτια. Αν απαντήσει καταφατικά, τότε καλείται να πληρώσει τον φόρο (11% επί της αντικειμενικής αξίας του τετραγωνικού) αλλά και πρόστιμο που είναι 1% επί του αναλογούντος φόρου για κάθε μήνα που πέρασε από την ημερομηνία της αγοραπωλησίας. Εάν αρνηθεί ότι έχει κλείσει τους ημιυπαίθριους χώρους, τότε ο εφοριακός ζητεί να οριστεί ένα ραντεβού προκειμένου να γίνει αυτοψία στον χώρο της κατοικίας του. Ο ιδιοκτήτης μπορεί να επικαλεστεί το άσυλο ιδιωτικού χώρου, όμως σε αυτή την περίπτωση ο υπάλληλος προχωρεί στην εξωτερική αυτοψία του χώρου και ταυτόχρονα ειδοποιεί και την πολεοδομία, η οποία με τη σειρά της καλεί τον ιδιοκτήτη του ακινήτου έτσι ώστε να του επιβάλει τα πρόστιμα που του αναλογούν.
Εναλλακτικά, ο ιδιοκτήτης μπορεί να επικαλεστεί ότι ο ημιυπαίθριος χώρος κλείστηκε αρκετούς μήνες μετά την αγορά του ακινήτου. Εκεί όμως η εφορία έχει στήσει άλλη παγίδα: Ζητά από τον ιδιοκτήτη να προσκομίσει τα παραστατικά των εργασιών. Αν το κάνει, τότε δεν πληρώνει επιπλέον φόρο. Αν όμως δεν μπορεί να δικαιολογήσει τη δαπάνη, τότε πληρώνει φόρους και πρόστιμα.
Τι σημαίνουν όλα αυτά; Στην περίπτωση που ένα ακίνητο 100 τ.μ. έχει αντικειμενική αξία 150.000 ευρώ και αποτελεί πρώτη κατοικία, ο ιδιοκτήτης του (άγαμος) έχει πληρώσει φόρο περίπου 8.000 ευρώ. Εάν το ακίνητο αυτό έχει 30 τ.μ. ημιυπαίθριους χώρους που ο ιδιοκτήτης του τα έχει μετατρέψει σε δωμάτια, θα κληθεί να πληρώσει επιπλέον 5.200 ευρώ. Μάλιστα θα πληρώσει και πρόστιμο 1% επί των 5.200 ευρώ για κάθε μήνα που το ακίνητο βρίσκεται στην κατοχή του. Ακόμα όμως και σε αυτή την περίπτωση, για την πολεοδομία το διαμέρισμα παραμένει παράνομο και για να νομιμοποιηθεί οριστικά επιβάλλονται δυο πρόστιμα: Ανέγερσης, που καταβάλλεται εφάπαξ και διατήρησης, που πληρώνεται για κάθε χρόνο που παραμένει η παρανομία.
Οι ημιυπαίθριοι, σύμφωνα με τη νομοθεσία, είναι χώροι που πρέπει να παραμένουν ελεύθεροι τουλάχιστον από μία πλευρά. Θεσμοθετήθηκαν πρώτη φορά με το Γενικό Οικοδομικό Κανονισμό (ΓΟΚ) του 1985 και φέρουν την υπογραφή του Αντώνη Τρίτση, ο οποίος θέλησε να εξασφαλίσει μεγαλύτερη ελευθερία στους αρχιτέκτονες στο σχεδιασμό των κτηρίων. Στην πράξη, όμως, καταστρατηγήθηκαν και μετατράπηκαν σε «κόλπο» για να αυξηθούν οι όροι δόμησης και να διασφαλιστεί ένας ακόμη χώρος. Έτσι, στην οικοδομική άδεια και στο συμβόλαιο αγοράς ο χώρος εμφανίζεται ως ημιυπαίθριος, όμως πριν κατοικηθεί το ακίνητο έχει μετατραπεί συνήθως σε επιπλέον υπνοδωμάτιο.